Αναπτύσσοντας πολιτική που στηρίζεται στην αναζήτηση νέων αγορών στο εξωτερικό και στις επενδύσεις για την παραγωγή νέων προϊόντων, η εταιρεία ΜΕΓΑ ποντάρει σε θετικά αποτελέσματα για τη μελλοντική της ανάπτυξη, κόντρα στις προκλήσεις που δημιουργεί η τρέχουσα οικονομική συγκυρία.
Μάλιστα, όπως προβλέπει η διοίκηση της κορυφαίας εταιρείας προϊόντων προσωπικής υγιεινής, η χρήση 2022 θα είναι κερδοφόρα, με τον κύκλο εργασιών να εκτιμάται πως θα παρουσιάσει αύξηση σε σχέση με το 2021.
Σύμφωνα με τις οικονομικές καταστάσεις της ΜΕΓΑ που καταχωρήθηκαν στο ΓΕΜΗ στις αρχές της εβδομάδας, το 2021 ο κύκλος εργασιών ανήλθε σε 236,81 εκατ. ευρώ, έναντι 228,67 εκατ. ευρώ το 2020, καταγράφοντας αύξηση κατά 3,5%. Πτωτικά, στον αντίποδα, κινήθηκε η κερδοφορία της εταιρείας, με τα καθαρά κέρδη να υποχωρούν στα 9,41 εκατ. ευρώ από 14,65 εκατ. ευρώ το 2020, καταγράφοντας μείωση κατά 35,75%.
Τεράστιο πρόβλημα οι πρώτες ύλες, συμπιέζουν την κερδοφορία της
Όπως παραδέχεται η διοίκηση, οποιεσδήποτε δυσκαμψίες στην προμήθεια πρώτων υλών από το εξωτερικό, λόγω της επιδείνωσης της ενεργειακής κρίσης και της ένοπλης σύρραξης μεταξύ της Ουκρανίας και της Ρωσίας επηρεάζουν την οικονομική κατάσταση της εταιρείας, συμπιέζοντας σημαντικά την κερδοφορία της. «Το πρόβλημα των πρώτων υλών είναι τεράστιο, με τις τιμές να ανεβαίνουν συνεχώς από τον Μάρτιο του 2021, ενώ παράλληλα παρουσιάζονται σημαντικές ελλείψεις και γίνεται συνεχώς προσπάθεια ανεύρεσης νέων προμηθευτών. Συνεχείς είναι και οι αυξήσεις του κόστους των μεταφορικών», σημειώνεται.
Η διοίκηση της εταιρείας «παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις προκειμένου να είναι σε θέση να ανταποκριθεί κατάλληλα σε όλα τα επίπεδα, έχοντας προετοιμάσει πλάνα δράσης ώστε να διασφαλιστεί η απρόσκοπτη επιχειρηματική λειτουργία της καθώς και η ασφάλεια των εργαζομένων της», ενώ δηλώνει πως η ΜΕΓΑ διαθέτει ισχυρές ταμειακές ροές, οι οποίες προσφέρουν ασφάλεια σε αυτή την αβέβαιη περίοδο που διανύει ο κόσμος.
Στο 39% του τζίρου της οι εξαγωγές
«Κάθε εξαγωγική προσπάθεια μιας εταιρείας είναι ένα ταξίδι στο αύριο», δήλωνε μιλώντας σε ημερίδα το καλοκαίρι ο πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της ΜΕΓΑ, Κωνσταντίνος Βιτουλαδίτης, επιβεβαιώνοντας περίτρανα πως η εταιρεία έχει πραγματοποιήσει πάρα πολλά τέτοια… ταξίδια.
Δεν είναι τυχαίο ότι το 2021, οι εξαγωγές αντιστοιχούν στο 39% του συνολικού της τζίρου, με την εταιρεία να εξάγει τα προϊόντα της σε 35 χώρες του κόσμου.
Μάλιστα, με ισχυρό αποτύπωμα στο εξωτερικό από τη δεκαετία του ’90, κατάφερε να υπερδεκαπλασιάσει τις εξαγωγές της την τελευταία δεκαετία, βασιζόμενη στην πεποίθηση πως «καινοτομία και ποιότητα μπορούν να έχουν ταυτόχρονα ελληνική ταυτότητα και διεθνές διαβατήριο».
Στα 23,82 εκατ. ευρώ οι επενδύσεις το 2021
Καθώς η εταιρεία εκτιμά πως ο δρόμος της ανάπτυξης περνά μέσα από τις επενδύσεις, συνέχισε απρόσκοπτα τα σχέδιά της, υλοποιώντας επενδύσεις ύψους 23,8 εκατ. ευρώ το 2021 σε ακίνητα, υπερσύγχρονο μηχανολογικό εξοπλισμό και εξελιγμένα συστήματα ποιοτικού ελέγχου, εισάγοντας νέες καινοτομίες σε γραμμές παραγωγής τελευταίας τεχνολογίας. Είναι ενδεικτικό ότι την ίδια χρονιά ξεκίνησε η ανέγερση ιδιόκτητης αποθήκης στον Ασπρόπυργο Αττικής συνολικής έκτασης περίπου 12.900 τμ.
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός αποτελεί για την εταιρεία μια σύγχρονη αναγκαιότητα και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη βελτιστοποίηση της επιχειρησιακής της στρατηγικής, των στόχων και των προτεραιοτήτων της. Το 2021 η ΜΕΓΑ προχώρησε σε επενδύσεις στον τομέα της κυβερνοασφάλειας και κυβερνοάμυνας, υιοθετώντας ψηφιακές τεχνολογίες και εργαλεία με σκοπό την ενίσχυση της ανθεκτικότητάς της απέναντι στην εκθετική αύξηση του κυβερνοεγκλήματος. Παράλληλα, προχώρησε στη χρήση σύγχρονων τεχνολογιών cloud και στην αναδιοργάνωση και αυτοματοποίηση εταιρικών διαδικασιών, ενώ κατά τη διάρκεια της πανδημίας, υιοθέτησε το μέτρο της τηλεργασίας για την ευέλικτη απασχόληση του προσωπικού της. Δεδομένου ότι η εταιρεία διαθέτει εγκαταστάσεις τεχνολογίας αιχμής, ερευνά και εφαρμόζει συνεχώς νέες ψηφιακές λύσεις και πρακτικές στις παραγωγικές και επιχειρησιακές της δραστηριότητες.
Τα μερίδια αγοράς
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Nielsen, η ΜΕΓΑ κατατάσσεται στους δέκα μεγαλύτερους προμηθευτές του εγχώριου λιανεμπορίου αξιοποιώντας σύγχρονες παραγωγικές μεθόδους, ενώ είναι η μοναδική εταιρεία – παραγωγός ενός ολοκληρωμένου χαρτοφυλακίου επώνυμων προϊόντων προσωπικής υγιεινής που διατηρεί την παραγωγή της στην Ελλάδα. Παράγοντας τις γνωστές μάρκες EveryDay, Pom Pon, BabyCare, Babylino, Tipers, Wet Hankies, Sani και ΜΕΓΑ, η εταιρεία έχει κατορθώσει να χτίσει μια ολοκληρωμένη πρόταση στην προσωπική υγιεινή.
Σε ό,τι αφορά τα μερίδια που κατέχουν τα επώνυμα προϊόντα της στην εγχώρια αγορά, έχουν ως εξής: Στις σερβιέτες (EveryDay και CLEA) 50,7%, στα σερβιετάκια (EveryDay) 53,3%, στις βρεφικές πάνες (Babylino) 47,6%, στα προϊόντα ακράτειας (SANI) 46,5%, στα μωρομάντηλα (BabyCare και Babylino) 53,4%, στα μαντήλια ντεμακιγιάζ (PomPon) 55,5%, στα αντισηπτικά μαντηλάκια (Mega και Wet Hankies) 67,3% και τέλος στο βαμβάκι (ΜΕΓΑ) 60%.
Οι βασικοί σταθμοί στην επιχειρηματική διαδρομή της ΜΕΓΑ
Η ΜΕΓΑ, μια 100% ελληνική εταιρεία, ξεκίνησε από το μηδέν πριν από 41 χρόνια. Εμφανίστηκε στην αγορά το 1981 με το λανσάρισμα των γνωστών σερβιετών Cloe και την παραγωγή των ωτοκαθαριστικών Tipers. Σήμερα, στηριζόμενη στις αρχές μιας καθαρά οργανικής ανάπτυξης, αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες παραγωγικές μονάδες προϊόντων προσωπικής υγιεινής στην Ευρώπη, παράγοντας για την εγχώρια αγορά και το εξωτερικό σερβιέτες, σερβιετάκια, βρεφικές πάνες, υγρά μαντηλάκια, προϊόντα βάμβακος και φροντίδας ηλικιωμένων.
Με όχημα την καινοτομία και την τεχνολογία αιχμής, η εταιρεία με το πέρασμα των χρόνων γιγαντώθηκε, καταγράφοντας μια ανοδική πορεία.
Από το 2010 έως το 2020, η ΜΕΓΑ αύξησε τον τζίρο της κατά 222%, επέκτεινε τις ιδιόκτητες εγκαταστάσεις της στην Αττική, δεκαπλασίασε τις εξαγωγές της, αυξάνοντας παράλληλα τις θέσεις εργασίας κατά 160%. Παράλληλα, το ίδιο διάστημα επένδυσε 145 εκατ. σε μηχανολογικό εξοπλισμό. Η παραγωγική μονάδα της εταιρείας βρίσκεται στην Αττική και είναι μία από τις μεγαλύτερες και πιο εξελιγμένες στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, συνολικής έκτασης 62.000 τ.μ.