Πόσο κινδυνεύει η Ελλάδα από τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας

Πένη Χαλάτση
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Πόσο κινδυνεύει η Ελλάδα από τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας
Διεθνείς και Έλληνες αναλυτές κάνουν λόγο για μία lose-lose κατάσταση η οποία πλήττει και την Ελλάδα. Ο διεθνολόγος Κωνσταντίνος Φίλης, μιλώντας στο insider.gr, αναλύει τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η μη εξεύρεση λύσης.

Ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας έχει «τρομάξει» τις διεθνείς αγορές και εξακολουθεί να τροφοδοτεί ένα κλίμα αβεβαιότητας παρά το γεγονός ότι ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ και ο Κινέζος ομόλογός του, Σι Τζινπίνγκ, δηλώνουν έτοιμοι να κάτσουν στο τραπέζι των συζητήσεων προκειμένου να υπογράψουν (και στη συνέχεια να εφαρμόσουν) μια συμφωνία που θα βάλει τέλος στο μεταξύ τους εμπορικό μπρα ντε φερ.

Η φορολόγηση εισαγωγών από την Κίνα και τα αντίποινα του Πεκίνου δεν έχουν προκαλέσει αλυσιδωτές επιπτώσεις μόνο στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις αλλά έχουν προκαλέσει και ανατροπές στην παγκόσμια αγορά. Ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ των δύο ισχυρότερων οικονομιών του κόσμου έχει κοστίσει αρκετά δισεκατομμύρια δολάρια στις δύο χώρες με τους τομείς της τεχνολογίας και της αυτοκινητοβιομηχανίας να έχουν πληγεί περισσότερο ενώ απώλειες καταγράφει και ο αγροτικός τομέας. Όπως υποστηρίζει ο οικονομολόγος Wall Tyner, οι οικονομίες των δύο κρατών χάνουν περίπου 2,9 δισ. δολάρια σε ετήσια βάση λόγω των δασμών σε προϊόντα όπως είναι η σόγια, το σιτάρι, το καλαμπόκι και το σόργο.

Διεθνείς και Έλληνες αναλυτές κάνουν λόγο για μία lose-lose κατάσταση η οποία πλήττει και την Ελλάδα. Ο διεθνολόγος και διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων, Κωνσταντίνος Φίλης, μιλώντας στο insider.gr, αναλύει τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η μη εξεύρεση λύσης στον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας:

«Η επίδραση που μπορεί να έχει τυχόν κλιμάκωση της σύγκρουσης μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας στην Ελλάδα είναι προφανείς. Πρόκειται για μία χώρα που είναι σχετικά μικρή σε σχέση με τις δύο αυτές υπερδυνάμεις αλλά βρίσκεται σε μία στρατηγικής σημασίας περιοχή. Η Ελλάδα έχει εμβαθύνει τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ (σχέσεις οι οποίες παραδοσιακά είναι καλές έως και πολύ καλές) αλλά ταυτόχρονα έχει ενισχύσει και τη συνεργασία της με την Κίνα με την τελευταία να βλέπει στην Ελλάδα μία χώρα που αποτελεί την πύλη εισόδου για τα κινεζικά προϊόντα προς την ευρωπαϊκή αγορά και γενικότερα μία χώρα στρατηγικής σημασίας για την αναβίωση του δρόμου του μεταξιού σε ό,τι αφορά το Νότιο Διάδρομο και τη θαλάσσια οδό. Υπό αυτή την έννοια, μία τέτοια σύγκρουση, ως χώρα, δεν μας ωφελεί γιατί θα δεχθούμε πιέσεις κυρίως από τον αμερικανικό παράγοντα σε σχέση με τη συνεργασία που έχουμε με την Κίνα. Όπως και να έχει, μία τέτοια σύγκρουση δεν θα έχει θετικές συνέπειες ούτε σε παγκόσμια κλίμακα ούτε για την Ελλάδα, η οποία είναι μία χώρα της οποίας η οικονομία επηρεάζεται από τις παγκόσμιες και περιφερειακές τάσεις και δυναμικές. Επειδή αναμένεται και μία σχετική στασιμότητα στην ανάπτυξη της Κίνας, οπωσδήποτε μία σύγκρουση η οποία μπορεί να βγει εκτός ορίων - κάτι που οφείλω να διευκρινίσω ότι δεν φαίνεται να είναι το πιθανότερο σενάριο - ασφαλώς θα μπορούσε να έχει αρνητικό αντίκτυπο σε διάφορα επίπεδα και θα επηρέαζε και την Ελλάδα».

Αυτή τη στιγμή, οι κλάδοι του Τουρισμού, της Ενέργειας και ο τομέας των υποδομών και των δικτύων αποτελούν δύο από τα πιο «δυνατά χαρτιά» της ελληνικής οικονομίας όσον αφορά στις σχέσεις της και με τα δύο κράτη. Από την πλευρά της Κίνας, έχουν ήδη πραγματοποιηθεί μεγάλες επενδύσεις όπως είναι η παρουσία της Cosco στο λιμάνι του Πειραιά, η απόκτηση του 24% του ΑΔΜΗΕ από την State Grid, η προσέγγιση κινεζικών επιχειρήσεων για την αποεπένδυση των μονάδων της ΔΕΗ. Ακόμη, ο αριθμός των Κινέζων τουριστών που επισκέπτεται τη Ελλάδα βαίνει αυξανόμενος (περί τους 200.000 το 2018) ενώ η Ελλάδα προωθεί εξαγωγές στους τομείς των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, των τεχνολογιών ενεργειακής απόδοσης και των αγροτικών προϊόντων.

Από την άλλη, οι ΗΠΑ δια στόματος του Αμερικανού πρέσβη στην Αθήνα, Τζέφρι Πάιατ κάνουν λόγο για εμβάθυνση των σχέσεων με την Ελλάδα με τον κ. Πάιατ να δηλώνει ότι οι αμερικανικές επιχειρήσεις είναι έτοιμες να επενδύσουν στην Ελλάδα. Στις αρχές του έτους η Ρεβυθούσα υποδέχθηκε το πρώτο αμερικανικό φορτίο LNG και η Ελλάδα προσέφερε μια «πύλη εισόδου» στη ΝΑ Ευρώπη για τις αμερικανικές εξαγωγές. Η αμερικανική ExxonMobil συνεργάζεται με τα ΕΛΠΕ (και την γαλλική Τotal) για τους υδρογονάνθρακες στην Κρήτη και η Tesla επεξεργάζεται σχέδιο για την ηλεκτροδότηση των μη διασυνδεδεμένων ελληνικών νησιών. Ίσως όμως αυτές οι επενδύσεις να είναι δυσανάλογα λίγες σε σχέση με τις αμερικανικές υποσχέσεις.

Τι στάση θα πρέπει να τηρήσει η Ελλάδα αν «δεν τα βρουν» ΗΠΑ και Κίνα;

Όπως παραδέχονται οι ηγέτες των δύο χωρών, οι συζητήσεις βρίσκονται σε καλό δρόμο και μέσα στις επόμενες εβδομάδες αναμένονται εξελίξεις με το πιο αισιόδοξο σενάριο να προτάσσει μια συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας (και την εφαρμογή της συμφωνίας και από τις δύο πλευρές). Ποια θα πρέπει να είναι όμως η στάση της Ελλάδας σε περίπτωση που οι δύο χώρες δεν καταλήξουν σε κάποια συμφωνία;

Όπως εκτιμά ο κ. Φίλης, η Ελλάδα πρέπει να τηρήσει μια ξεκάθαρη στάση. «Νομίζω ότι το καλύτερο που έχει να κάνει η Ελλάδα, αν δει ότι αυτή η κόντρα εντείνεται, είναι να είναι απολύτως ξεκάθαρη από την αρχή δηλώνοντας ότι είναι μια χώρα η οποία είναι προσανατολισμένη προς τη Δύση αλλά ταυτόχρονα ότι είναι και μία χώρα η οποία έχει ανοιχτά τα αυτιά και τα μάτια της προς την Ανατολή. Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι αυτή τη στιγμή για την επιβίωση της ελληνικής οικονομίας είναι αναγκαία η προσέλκυση επενδύσεων. Δεν μπορούμε να κάνουμε εθνική επιλογή από πού θα προέρχονται οι επενδύσεις. Αν ο αμερικανικός παράγοντας ή ο ευρωπαϊκός εκδηλώνουν την υποστήριξή τους προς την Ελλάδα θα πρέπει αυτά να τα αποδείξουν και στην πράξη.

Υπάρχουν βέβαια κάποιες διαφορές στον τρόπο που η κάθε χώρα προωθεί τις επενδύσεις της. Μια αμερικανική και μια ευρωπαϊκή εταιρεία ίσως να μην μπορούν να επενδύσουν με την αμεσότητα που μπορεί να το κάνει μια κινεζική καθότι οι πρώτες (ευρωπαϊκές και αμερικανικές) δεν είναι κρατικά ελεγχόμενες, δηλαδή έχουν διοικητικά συμβούλια, θα πρέπει να ληφθεί μια απόφαση με βάση το επενδυτικό κλίμα κλπ. Από την άλλη, στην περίπτωση της Κίνας ή και της Ρωσίας τα πράγματα είναι πιο απλά: λαμβάνεται μια πολιτική απόφαση και μια επένδυση προχωρά λαμβάνοντας επιπλέον υπ’ όψιν και τα πολιτικά κριτήρια και τις πολιτικές σκοπιμότητες . Η Ελλάδα παίζει αυτή τη στιγμή (και για τα επόμενα χρόνια) το« χαρτί» της ανάταξης της οικονομίας της και δεν έχει το περιθώριο ούτε την πολυτέλεια να κάνει εκπτώσεις σε αυτό. Συνεπώς, θα πρέπει να επιλέγεται η καλύτερη επένδυση με βάση οικονομικά και πολιτικά κριτήρια από όπου και αν προέρχεται αυτή. Δεν έχει καμία λογική οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι να ζητούν από εμάς να μην δεχθούμε κινεζικές επενδύσεις ενώ οι ίδιοι δεν θα είναι διατεθειμένοι να κάνουν κάποια ουσιαστική επένδυση στην ελληνική οικονομία άρα να την βοηθήσουν να αναταχθεί».

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider