Το προτεινόμενο φορολογικό νομοσχέδιο των ΗΠΑ, που η κυβέρνηση Τραμπ αποκαλεί «One Big Beautiful Bill Act», αναμένεται να έχει ευρείες επιπτώσεις στις αγορές και στην οικονομία, εκτιμά σε ανάλυσή της η J.P. Morgan.
Όπως αναφέρει ο οίκος, οι επενδυτές έχουν εστιάσει ιδιαίτερα στο Άρθρο 899, το οποίο προτείνει την επιβολή ενός προοδευτικού φόρου έως και 20% στο εισόδημα που αποκτούν ξένοι φορείς και φυσικά πρόσωπα στις ΗΠΑ, ειδικά όσοι προέρχονται από χώρες με φορολογικά καθεστώτα που θεωρούνται «άδικα» από τις ΗΠΑ.
Το Άρθρο 899 περιλαμβάνει και την πρόβλεψη ενός «Super BEAT» (Base Erosion and Anti-Abuse Tax), το οποίο επιβάλλει αυστηρότερη φορολογία σε ξένες πολυεθνικές που δραστηριοποιούνται στις ΗΠΑ. Η Βουλή έχει προτείνει συντελεστή 12,5% για ορισμένες εταιρείες, ενώ η Γερουσία εισηγείται συντελεστή 14% για όλους τους φορολογούμενους. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε συνολικά φορολογικά βάρη που υπερβαίνουν ακόμη και το 100% για θυγατρικές ξένων εταιρειών στις ΗΠΑ.
Παρόλο που το νομοσχέδιο θα μπορούσε να αποφέρει $52 δισ. σε φορολογικά έσοδα την επόμενη δεκαετία, ενδέχεται επίσης να καθιστά τα αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία λιγότερο ελκυστικά.
«Η ελκυστικότητα της Αμερικής ως προορισμός για κεφάλαια βασίζεται στην ανοιχτή οικονομία, στο κράτος δικαίου και στη διαθεσιμότητα υψηλής ποιότητας περιουσιακών στοιχείων. Η προσπάθεια της κυβέρνησης Τραμπ να ενισχύσει τις ξένες επενδύσεις εντός των ΗΠΑ μπορεί να υπονομευθεί από την έμμεση επιβολή κεφαλαιακών περιορισμών», σημειώνει ο επικεφαλής στρατηγικής αγορών της J.P. Morgan, Dubravko Lakos-Bujas.
Εμπόδια για τις άμεσες ξένες επενδύσεις
Σύμφωνα με τη J.P. Morgan, ο φόρος που προβλέπει το άρθρο 899 μειώνει τα κίνητρα για επενδύσεις. Καθώς το 80% των άμεσων ξένων επενδύσεων (FDI) στις ΗΠΑ προέρχεται από χώρες που θα επηρεαστούν από το Άρθρο 899, η μακροπρόθεσμη επίπτωση θα μπορούσε να είναι η μείωση της συμβολής του κεφαλαίου στην παραγωγικότητα και στους πραγματικούς μισθούς.
Επιπλέον, ενδέχεται να υπάρξουν αντίποινα από άλλες χώρες, με δικούς τους φόρους επί των αμερικανικών επενδύσεων, χωρίς όμως άμεσο αντίκτυπο στο ΑΕΠ. Ταυτόχρονα, η αβεβαιότητα σχετικά με τη φορολογική πολιτική αποτελεί πρόσθετο εμπόδιο για τις άμεσες ξένες επενδύσεις. «Ακόμη και χώρες που σήμερα δεν χαρακτηρίζονται ‘άδικες’, μπορεί στο μέλλον να προστεθούν στη λίστα, αποθαρρύνοντας την επενδυτική τους δραστηριότητα στις ΗΠΑ», εξηγεί από την πλευρά του ο επικεφαλής οικονομολόγος της JPM για τις ΗΠΑ, Michael Feroli.
Μετοχές
Σήμερα, περίπου το 20% των αμερικανικών μετοχών ανήκει σε ξένους επενδυτές. Η θέσπιση του Άρθρου 899 θα μπορούσε να προκαλέσει διαφοροποίηση μεταξύ κλάδων και εταιρειών. «Για παράδειγμα, εταιρείες διαχείρισης κεφαλαίων ή παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών μπορεί να είναι πιο ευάλωτες σε επιβράδυνση ή αντιστροφή των επενδυτικών ροών από το εξωτερικό», λέει ο Lakos-Bujas.
O ίδιος εξηγεί ότι το νομοσχέδιο θα μπορούσε επίσης να επηρεάσει τις αποδόσεις προς τους μετόχους. Οι ΗΠΑ έχουν ήδη χαμηλότερη μερισματική απόδοση (1,3%) σε σχέση με τον παγκόσμιο μέσο όρο (3,1%), λόγω της προτίμησης για αγορές ιδίων μετοχών. Η εφαρμογή του Άρθρου 899 ενδέχεται να ενισχύσει περαιτέρω αυτή την τάση.
Στο μεταξύ, οι θυγατρικές ξένων εταιρειών στις ΗΠΑ θα μπορούσαν να πληγούν περισσότερο, ιδίως αν δεν υπάρξει συμφωνία με τις κυβερνήσεις τους. Ο “Super BEAT” θα μπορούσε να καταστήσει ασύμφορες τις πληρωμές τόκων ή άλλων ποσών προς τις μητρικές εταιρείες, καθώς αυτές δεν θα εκπίπτουν φορολογικά.
Περιορισμένος αντίκτυπος στα ομόλογα
Το ερώτημα για τις αγορές ομολόγων είναι αν το Άρθρο 899 θα περιορίσει τη ζήτηση των αμερικανικών ομολόγων από το εξωτερικό. Ο Jay Barry, επικεφαλής στρατηγικής επιτοκίων της J.P. Morgan, εκτιμά ότι η άμεση επίδραση θα είναι περιορισμένη. Ωστόσο, σε μια περίοδο που οι ιδιώτες επενδυτές από το εξωτερικό δείχνουν προτίμηση σε άλλες αγορές σταθερού εισοδήματος, και καθώς το ποσοστό κατοχής αμερικανικών τίτλων από κυβερνήσεις του εξωτερικού επίσης υποχωρεί, θα μπορούσαμε να δούμε μια ανοδική πίεση στα μακροπρόθεσμα επιτόκια.