«Μάχη» για δύο οι τουρκικές εκλογές - Η επόμενη ημέρα και η κρίση των αγορών

Ανδρέας Βελισσάριος
Viber Whatsapp Μοιράσου το
«Μάχη» για δύο οι τουρκικές εκλογές - Η επόμενη ημέρα και η κρίση των αγορών
Στα συντρίμμια και στα θύματα που άφησαν πίσω τους οι καταστροφικοί σεισμοί της 6ης Φεβρουαρίου αλλά και στη βάση μιας πολυεπίπεδης οικονομικής και ανθρωπιστικής κρίσης καλούνται να εκλέξουν οι Τούρκοι πολίτες τόσο τον πρόεδρο, όσο και τη σύνθεση του κοινοβουλίου της Τουρκίας. Κριτήριο, η εικόνα της τουρκικής οκονομίας για τους ψηφοφόρους. Γιατί η επόμενη ημέρα θα είναι το ίδιο δύσκολη, ανεξαρτήτως εκλογικού αποτελέσματος. Τι βλέπουν οι αγορές.

Στα συντρίμμια και στα θύματα που άφησαν πίσω τους οι καταστροφικοί σεισμοί της 6ης Φεβρουαρίου αλλά και στη βάση μιας πολυεπίπεδης οικονομικής και ανθρωπιστικής κρίσης καλούνται να αποφασίσουν και να εκλέξουν οι Τούρκοι πολίτες τόσο τον πρόεδρο, όσο και τη σύνθεση του κοινοβουλίου της Τουρκίας.

Μετά από 21 χρόνια στην εξουσία - ως κυβέρνηση ενιαίας πλειοψηφίας για τα πρώτα 16 χρόνια το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) και σε συνασπισμό με το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (MHP) από το 2018 - ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (πρώτα ως πρωθυπουργός από το 2003 έως το 2014 και έκτοτε ως πρόεδρος) βλέπει να χάνει έδαφος - στις δημοσκοπήσεις τουλάχιστον - έναντι του αντιπάλου του, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, με τις ανατροπές της τελευταίας στιγμής (το κόμμα Πατρίδα - Memleket του Μουχαρέμ Ιντζέ ανακοίνωσε την απόσυρσή του από τη μάχη της προεδρίας) και τυχόν εκπλήξεις να προμηνύουν μια αναμέτρηση που θα κριθεί στο νήμα.

Το αντίπαλο δέος του Ερντογάν βασίζεται στον κομμάτικο συνασπισμό (Nation Alliance) της αντιπολίτευσης του οποίου ηγείται το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) και το Iyi Party (παρακλάδι του MHP) με ορισμένα μικρότερα κόμματα να ακολουθούν και στα οποία εντάσσονται πρώην μέλη των προηγούμενων κυβερνήσεων του AKP, όπως ο Αλί Μπαμπατζάν, ο οποίος διετέλεσε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης από το 2002 έως το 2015, και ο Αχμέτ Νταβούτογλου, ο οποίος ήταν υπουργός Εξωτερικών από το 2009 έως το 2014 και πρωθυπουργός από το 2014 έως το 2018.

Εκτός όμως από τα δύο μεγάλα «στρατόπεδα», οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μέλη του φιλοκουρδικού κόμματος HDP είναι πιθανό να επανέλθουν στο κοινοβούλιο ως υποψήφιοι του Κόμματος της Πράσινης Αριστεράς (YSP), δεδομένου ότι υπάρχει μια εκκρεμής δικαστική υπόθεση που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αποκλεισμό του HDP από τις εκλογές. Από την άλλη, ενώ το HDP υποστηρίζει έμμεσα την υποψηφιότητα του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου για την προεδρία, είναι αρκετά πιθανό να μην αποκτήσει κανένας από τους δύο «πόλους» την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο και ως εκ τούτου η θέση και ο ρόλος του κόμματος θα μπορούσε να αποδειχθεί καθοριστικός.

Υπό αυτό πρίσμα, εάν το εκλογικό αποτέλεσμα είναι τέτοιο που η αντιπολίτευση κερδίσει την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο αλλά χάσει την προεδρία ή το αντίστροφο, είναι πολύ πιθανό να υπάρξει μια έντονη περίοδος πολιτικής αβεβαιότητας, όπως εκτιμά η Goldman Sachs. Αυτό είναι συνάρτηση τόσο των έντονα διαφοροποιημένων πολιτικών προγραμμάτων των δύο κύριων «μπλοκ», όσο και του τρέχοντος προεδρικού συστήματος, το οποίο δίνει σημαντική νομοθετική εξουσία στην εκτελεστική. Ο πρόεδρος μπορεί να ασκήσει αυτή την εξουσία όχι μόνο μέσω διαταγμάτων αλλά και μέσω στρατηγικών διορισμών ανώτερων αξιωματούχων.

Τουρκία

Τα κρίσιμα μέτωπα της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής και ο «πόνος» στη λίρα

- Νομισματική Πολιτική: Το πρόγραμμα της αντιπολίτευσης θέτει επί τάπητος την επιστροφή σε ένα ορθόδοξο νομισματικό πλαίσιο με άξονα τον πληθωρισμό και με βασικό εργαλείο το επιτόκιο επαναγοράς (repo rate), ενώ στοχεύει στην επαναφορά του πληθωρισμού σε χαμηλά μονοψήφια επίπεδα εντός δύο έτων. Βέβαια στο ζήτημα του πληθωρισμού υπάρχει μια τεράστια σύγχυση, καθώς τα στοιχεία του ENAG Inflation Research Group, ενός ανεξάρτητου ιδρύματος που ιδρύθηκε το 2020 για την παρακολούθηση του πληθωρισμού της χώρας δείχνουν πως ο ετήσιος πληθωρισμός στην Τουρκία φτάνει το 105,19% τον Απρίλιο, πολύ υψηλότερος από τους επίσημους ισχυρισμούς (43,7%). Συνεπώς, με τη δυναμική που έχει ο πληθωρισμός, οι αναλυτές της Goldman Sachs (λαμβάνουν υπόψη το 43,7% για πληθωρισμό) θα ανέμεναν μια απότομη αύξηση των επιτοκίων από το 8,5%, σε ποσοστό υψηλότερο από την τρέχουσα «ορμή» του πληθωρισμού, αλλά και μια αλλαγή στην ηγεσία της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας (TCMB) σε περίπτωση που η αντιπολίτευση αναλάβει τα ηνία της εξουσίας. Βέβαια, ενώ μπορεί να υπάρχουν κάποιες αμφιβολίες γύρω από την προθυμία του «μπλοκ» να επιβραδύνει την οικονομία με μια μεγάλη αύξηση των επιτοκίων ενόψει των τοπικών εκλογών του επόμενου έτους, ο αμερικανικός οίκος εκτιμά ότι το χαμηλό επίπεδο των αποθεματικών και η συνεχιζόμενη πίεση στην τουρκική λίρα θα αποτελέσουν τους καθοριστικούς παράγοντες μετά τις εκλογές. Πέραν αυτών, το πρόγραμμα της Συμμαχίας ζητά να ανεξαρτοποιηθεί πλήρως η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας, με μια τέτοια αλλαγή να απαιτεί τη συνταγματική τροποποίηση, για την οποία θα απαιτούνταν ψήφοι και εκτός του «μπλοκ». Την ίδια στιγμή, ο Κιλιτσντάρογλου θέλει να θέσει ένα τέλος στις διακριτικές παρεμβάσεις της Κεντρικής Τράπεζας και των κρατικών τουρκικών τραπεζών στην αγορά συναλλάγματος.

Από την άλλη, ενώ σημερινή κυβέρνηση της Τουρκίας αναγνωρίζει ότι ο τρέχων ρυθμός πληθωρισμού είναι προβληματικός, δεν θεωρεί τον υψηλό πληθωρισμό ως μια αναπόφευκτη συνέπεια της πολιτικής της ατζέντας. Ως εκ τούτου, σχεδιάζει να διατηρήσει χαμηλά τα επιτόκια σε ένα ετερόδοξο νομισματικό πλαίσιο που στηρίζεται σε μια σειρά μακροπροληπτικών μέτρων (και όχι στο επιτόκιο πολιτικής) και στη φθηνή στοχευμένη χρηματοδότηση σε κλάδους προτεραιότητας, ειδικά για επενδύσεις και εξαγωγές. Επιπλέον, η τρέχουσα κυβέρνηση βλέπει τη μακροοικονομική σταθερότητα από την πλευρά της προσφοράς, με στόχο να επιτύχει μια σταθεροποίηση των τιμών και του νομίσματος υποστηρίζοντας την παραγωγή και τις εξαγωγές για να κλείσει οποιοδήποτε έλλειμμα παραγωγής ή ένα υψηλό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

Στη βάση λοιπόν των δύο, η Goldman Sachs θεωρεί, πως ενώ η επιστροφή σε ένα ορθόδοξο νομισματικό πλαίσιο θα ήταν οικονομικά επωφελής για την Τουρκία μακροπρόθεσμα, η μετάβαση σε ένα νέο πρότυπο πολιτικής συνεπάγεται κάποιο κίνδυνο βραχυπρόθεσμα. Η Κεντρική Τράπεζα της χώρας και το υπουργείο Οικονομικών έχουν αναλάβει ένα σημαντικό καθαρό συναλλαγματικό κίνδυνο έναντι του εγχώριου ιδιωτικού τομέα σε μεγάλο βαθμό μέσω δύο μη συμβατικών μέτρων, των swaps και των προστατευόμενων καταθέσεων σε συνάλλαγμα, που σχεδιάστηκαν για να περιορίσουν τον αντίκτυπο της εγχώριας «δολαριοποίησης» στη συναλλαγματική ισοτιμία. Τα δύο αυτά μέσα - εργαλεία υπερβαίνουν μαζί τα 140 δισ. δολάρια (πάνω από το 15% του ΑΕΠ), είναι βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα και υπερβαίνουν τα συναλλαγματικά αποθέματα της Κεντρικής Τράπεζας. Ως εκ τούτου, η σταδιακή κατάργηση αυτών των μέσων, όπως προτείνει η αντιπολίτευση, θα απαιτούσε από τους εγχώριους επενδυτές να αποδολαριοποιήσουν ή να υπάρξουν μεγάλες εισροές ξένων κεφαλαίων, εάν αυτό δεν ασκήσει μια αδικαιολόγητη πίεση υποτίμησης στη συναλλαγματική ισοτιμία. Κατά τη Goldman Sachs, αυτός ο κίνδυνος είναι ορατός και η αντιμετώπιση του ζητήματος χρήζει ιδιαίτερης προσοχής.

Από τη μεριά της, η Rohini Malkani, Senior Vice President, του Global Sovereign Ratings της DBRS αναφέρει πως «οι αυστηρότερες πολιτικές που απαιτούνται για τη διευκόλυνση της μακροοικονομικής επανεξισορρόπησης και μάλιστα σε ένα παγκόσμιο σκηνικό, γεμάτο προκλήσεις, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια απότομα χαμηλότερη ανάπτυξη. Όποια λοιπόν και αν είναι η έκβαση των επερχόμενων εκλογών, οι μακροοικονομικές προκλήσεις της Τουρκίας θα παραμείνουν σοβαρές».

Σε ανάλογο μήκος κύματος κινείται και ο Roberto Mialich στρατηγικός αναλυτής στο FX της UniCredit, τονίζοντας πως «οι επενδυτές δεν αναμένουν κάποια υποχώρηση της μεταβλητότητας γύρω από το τουρκικό νόμισμα και πιθανώς μάλιστα να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα εάν οι προεδρικές εκλογές περάσουν προς τη δεύτερη κάλπη ή εάν προκύψει μια οριακή νίκη και υπάρξει αμφισβήτηση του αποτελέσματος. Και τα δύο σενάρια θα πυροδοτήσουν νέες υψηλές πιέσεις έναντι της λίρας. Από την άλλη πλευρά, μια ξεκάθαρη νίκη της αντιπολίτευσης θα μπορούσε να επιτρέψει στην Κεντρική Τράπεζα της χώρας να ξαναρχίσει έναν κύκλο αυστηροποίησης της πολιτικής της για να αντιμετωπίσει τον ακόμη υψηλό πληθωρισμό, κάτι που θα βοηθούσε και το νόμισμα». Να σημειωθεί πως ο Mialich, αναμένει πως η ισοτιμία της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου θα φτάσει προς τις 21 λίρες ανά δολάριο στα τέλη του 2023, με μια περαιτέρω υποτίμηση προς το 2024, όπου αναμένεται να ξεπεράσει τα 23 και 24 ανά δολάριο.

Ο οικονομολόγος για τις αναδυόμενες αγορές της Wells Fargo και στρατηγικός αναλυτής στο FX, Brendan McKenna ανέφερε σε σημείωμά του πως «εάν κερδίσει ο Ερντογάν, όπου είναι και το βασικό μας σενάριο, η ισοτιμία θα μπορούσε να κινηθεί προς τις 23 τουρκικές λίρες ανά δολάριο». Την ίδια στιγμή, αρκετοί αναλυτές επισημαίνουν επίσης πως όποιοι traders φανούν αρκετά γενναίοι ώστε να λάβουν θέσεις στο USD/TRY πριν από τις εκλογές, θα πρέπει να κινηθούν, αποκλειστικά και μόνο, γύρω από βραχυπρόθεσμες θέσεις, καθώς ένα trade αυτό τo Σαββατοκύριακο έως και τη Δευτέρα της επόμενης εβδομάδας θα είναι στην καλύτερη περίπτωση επικίνδυνο, ή αλλιώς μια «βόλτα στο καζίνο».

- Δημοσιονομική Πολιτική: Το πρόγραμμα της αντιπολίτευσης περιλαμβάνει τη θέσπιση δημοσιονομικού κανόνα με συνταγματικά όρια στο μέγεθος των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και στο απόθεμα του δημόσιου χρέους, αν και προς ώρας δεν έχουν υπάρξει περισσότερες λεπτομέρειες. Το βασικό «μπλοκ» της τουρκικής αντιπολίτευσης, έχει δηλώσει επίσης ότι θέλει να τερματίσει τον χρυσό και άλλες μεθόδους τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, ενώ ένας από τους κύριους δημοσιονομικούς της στόχους θα ήταν να μειώσει την έκθεση του δημοσίου χρέους σε συναλλαγματικές ισοτιμίες, ιδίως του εσωτερικού χρέους. Επιπλέον, προβλέπει τη διαχείριση όλων των δημόσιων περιουσιακών στοιχείων από το υπουργείο Οικονομικών μετά τη διάλυση του Sovereign Wealth Fund (που ιδρύθηκε το 2016 για τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν στο Δημόσιο), ενώ θέλει επίσης να αυξήσει το ποσοστό έκδοσης ομολόγων που συνδέονται με τον πληθωρισμό ως μέρος της ατζέντας της για την επαναφορά του πληθωρισμού προς το 5% και να περιορίσει το κόστος δανεισμού του Δημοσίου.

Από την άλλη, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εισήγαγε μια σειρά από αυξήσεις του κατώτατου μισθού, διπλασιάζοντας ουσιαστικά τον κατώτατο τον Ιανουάριο του 2023 σε σύγκριση με πέρυσι (επηρεάζοντας 6,4 εκατομμύρια πολίτες, περίπου το 60% του εργατικού δυναμικού). Οι μισθοί στο Δημόσιο και στον κλάδο της Υγείας αυξήθηκαν επίσης σημαντικά, ενώ η κυβέρνηση πρόσφερε καθεστώς μόνιμης εργασίας σε 227.000 συμβασιούχους υπαλλήλους του δημόσιου τομέα και εισήγαγε ένα πρόγραμμα που επέτρεπε σε δύο εκατομμύρια υπαλλήλους να βγουν πρόωρα σε σύνταξη, κάτι που συνεπάγεται μια πρόσθετη χρηματοδότηση 146 δισ. λιρών (1% του ΑΕΠ) ετησίως και σε μόνιμη βάση.

Ερντογάν

Κίνδυνοι στο βάθος...

Σύμφωνα με τη Goldman Sachs, τα αποθεματικά της Κεντρικής Τράπεζας της χώρας έχουν υποχωρήσει απότομα από έτος σε έτος, με μια μείωση των καθαρών συναλλαγματικών διαθεσίμων κατά 28 δισ. δολάρια, ήτοι χαμηλότερα από τα επίπεδα που προηγήθηκαν των προηγούμενων περιόδων αστάθειας του νομίσματος. Αυτό αντικατοπτρίζει κυρίως την επιδείνωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών με την αύξηση των εισαγωγών χρυσού και την άνοδο της ζήτησης λόγω χαλάρωσης της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής. Αντίθετα, οι μακροπροληπτικοί περιορισμοί κράτησαν τις εκροές κεφαλαίων του ιδιωτικού τομέα αρκετά χαμηλές, όπως φαίνεται από τη μείωση των καθαρών αποθεματικών.

Η μείωση των ακαθάριστων ξένων περιουσιακών στοιχείων ήταν πιο περιορισμένη, αλλά και πάλι σημαντική στα 16 δισ. δολάρια, μετριασμένη από τον εξωτερικό δανεισμό (οι ξένες υποχρεώσεις της Κεντρικής Τράπεζας δηλαδή προς τους κατοίκους της αλλοδαπής αυξήθηκαν κατά 12 δισ. δολάρια). Τα ρευστά περιουσιακά στοιχεία - διαθέσιμα της Κεντρικής Τράπεζας, που ήδη αποτελούσαν λιγότερο από το ήμισυ των συνολικών αποθεματικών πριν από τις πρόσφατες πιέσεις, μειώθηκαν κατά 6,7 δισ. δολάρια από τι αρχές του έτους. Μετά την απόσυρση των αποθεμάτων χρυσού (στα 49 δισ. δολάρια και κάλυψη του 42% του συνόλου), τα διμερή swaps με άλλες κεντρικές τράπεζες (21%) και την κατανομή των Ειδικών Τραβηκτικών Δικαιωμάτων - SDR - (6%), η εναπομείνασα ρευστότητα της Κεντρικής Τράπεζας ανήλθε μόλις στα 36 δισ. δολάρια ή στο 30% των ακαθάριστων αποθεματικών, επίπεδο παρόμοιο με τις περιόδους που η μεταβλητότητα της λίρας εκτινάχθηκε. Ένας ελαφρυντικός παράγοντας επί του παρόντος είναι ότι η Κεντρική Τράπεζα φαίνεται να διαθέτει μια πρόσβαση σε έναν ευέλικτο πρόσθετο δανεισμό σε συνάλλαγμα, εάν χρειαστεί.

Οι αγορές ομολόγων, κατά τη Goldman Sachs, τιμολογούν ένα επιτόκιο πολιτικής σε επίπεδα άνω του 30% προς το 40% μετά τις εκλογές, αν και αυτά είναι χαμηλότερα από αυτά που αναμένουν οι αναλυτές σε περίπτωση επικράτησης της αντιπολίτευσης. Επιπλέον, «υποθέτοντας ότι η αντιπολίτευση επρόκειτο να αυξήσει το επιτόκιο στο 45% σε περίπτωση που επικρατήσει, ενώ η υφιστάμενη κυβέρνηση θα το διατηρήσει αμετάβλητο, αυτό υποδηλώνει ότι η αγορά προεξοφλεί με πιθανότητα 85% μια νίκη της αντιπολίτευσης» αναφέρει η Goldman Sachs. Από την άλλη, οι αγορές συναλλάγματος τιμολογούν μια απότομη υποτίμηση μετά τις εκλογές και μια περαιτέρω τάση αποδυνάμωσης τους επόμενους δώδεκα μήνες. Συγκεκριμένα, η αγορά τιμολογεί μια υποτίμηση κατά 50% τους επόμενους δώδεκα μήνες βάσει των υπολογισμών των αναλυτών του αμερικανικού οίκου. Να σημειωθεί ωστόσο, πως εάν λαμβάνει κανείς ως βάση έναν πληθωρισμό που ξεπερνά το 100% (ENAG Inflation Research Group), τότε τα επιτόκια θα πρέπει να κινηθούν προς τα εκεί, ξεπερνώντας κατά πολύ το εύρος του 30% - 40%.

Κατά συνέπεια, εάν κερδίσει η αντιπολίτευση, οι αναλυτές θεωρούν ότι είναι απίθανη μια απότομη, εκ των προτέρων, υποτίμηση μετά την υποχώρηση της πολιτικής αβεβαιότητας, καθώς η νέα κυβέρνηση θα μπορούσε να δώσει προτεραιότητα στην ανάκτηση της σταθερότητας των τιμών και του νομίσματος με μια γενναία αύξηση των επιτοκίων, σύμφωνα με το πρόγραμμά της. Αντίθετα, η κατάργηση των μακροπροληπτικών κανονισμών θα μπορούσε να εφαρμοστεί μόνο σταδιακά με την πάροδο του χρόνου και είναι πιθανό να οδηγήσει σε κάποια υποτίμηση της τουρκικής λίρας, κατά της Goldman Sachs. Αν αντ' αυτού επανεκλεγεί ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, οι αναλυτές δε θα ανέμεναν κάποια αλλαγή πολιτικής. Ωστόσο εκτιμούν πως η τρέχουσα πίεση στα αποθεματικά θα απαιτούσε τελικά μια αναπροσαρμογή, η χρονική στιγμή της οποίας θα εξαρτηθεί, όπως και πριν, από την ικανότητα της κυβέρνησης να προσελκύσει κάποιο είδος χρηματοδότησης όπως το καλοκαίρι του περασμένου έτους.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη

Ερντογάν: Οι εκλογές να γίνουν η αρχή μιας νέας εποχής για Ελλάδα - Τουρκία

Τουρκία: Με αλεξίσφαιρο σε προεκλογική συγκέντρωση ο Κιλιτσντάρογλου, μετά από «πληροφορίες για πιθανή επίθεση»

gazzetta
gazzetta reader insider insider