«Ξεκαθαρίσματα» στις σχέσεις έφερε η πανδημία – Ο κίνδυνος της επόμενης μέρας για τα παιδιά 

Έφη Τσιβίκα
Viber Whatsapp Μοιράσου το
«Ξεκαθαρίσματα» στις σχέσεις έφερε η πανδημία – Ο κίνδυνος της επόμενης μέρας για τα παιδιά 
Πίεση και στρες προκάλεσε η πανδημία στην ελληνική οικογένεια, στο πλαίσιο μιας γενικότερα στρεσογόνου συνθήκης, η οποία αφήνει το αποτύπωμά της σε παγκόσμιο επίπεδο.

Πίεση και στρες προκάλεσε η πανδημία στην ελληνική οικογένεια, στο πλαίσιο μιας γενικότερα στρεσογόνου συνθήκης, η οποία αφήνει το αποτύπωμά της σε παγκόσμιο επίπεδο.

Εντούτοις, ανέπτυξε το αίσθημα της αλληλεγγύης και επέφερε ένα «ξεκαθάρισμα» σε επίπεδο σχέσεων, αποκαλύπτοντας το πραγματικό τους «πρόσωπο».

Ιδιαίτερα σημαντική είναι η ψυχολογική επίπτωση στα παιδιά, μία κατάσταση η οποία μπορεί να αναστραφεί, εφόσον υπάρξει η κατάλληλη διαχείριση από την οικογένεια.

Στον τρόπο με τον οποίο επηρέασε η πανδημία τις σχέσεις, την οικογένεια και τα παιδιά αναφέρθηκαν -μεταξύ άλλων- οι συμμετέχοντες στο πάνελ «Ψυχολογικές επιπτώσεις της πανδημίας», που διεξήχθη στο πλαίσιο του Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, αναδεικνύοντας τις αρνητικές αλλά και τις θετικές διαστάσεις.

Γιατί ναι μεν η υγειονομική κρίση αύξησε το στρες, την ανασφάλεια, το φόβο και τη μοναξιά, εντούτοις είχε και ορισμένες θετικές επιδράσεις.
«Μέσα από την υγειονομική κρίση βγήκε κάτι πάρα πολύ καλό: έσπασε η παντοδυναμία της αγοράς, δηλαδή η αίσθηση ότι μπορεί κανείς να αγοράσει την ευτυχία και τη χαρά, και βγήκε στην επιφάνεια η τρωτότητα. Οι άνθρωποι κατάλαβαν ότι είναι ευάλωτοι, ότι κινδυνεύουν να αρρωστήσουν, ότι μπορεί να πεθάνουν και άρχισαν να αναρωτιούνται, ποιο είναι το νόημα της ζωής τους. Άρα τέθηκαν υπαρξιακά ερωτήματα, στην εποχή του εκδυτικισμού, που είχαν μάθει να ‘αγοράζουν’ σχέσεις, πρόσωπα, καταστάσεις, ευχαρίστηση και μπήκαν σε μια θέση από την οποία έπρεπε να παλέψουν για να υπερασπιστούν τη χαρά. Αυτό είναι ένα συν που ήρθε σε όλη την κοινωνία, από το οποίο εκπήγασε μία κοινωνική αλληλεγγύη, μέσα από εθελοντισμό και αυθεντικές σχέσεις. Αντί να περιμένουμε δυστυχισμένοι να μας φροντίσει κάποιος, αρχίσαμε να φροντίζουμε εμείς», ανέφερε ο ψυχίατρος, ψυχοθεραπευτής ζευγαριών, ομάδας και οικογένειας, επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου της Λευκωσίας και διδάκτωρ του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Αλεξανδρούπολης, Δημήτρης Καραγιάννης MD, PhD.
Το ερώτημα πλέον είναι εάν αυτή η στάση θα εδραιωθεί ή αν θα υποχωρήσει μαζί με την πανδημία. Όπως εξήγησε ο ειδικός σε ορισμένους ανθρώπους θα «ριζώσει», οδηγώντας τους σε οράματα που υπερβαίνουν την ατομικότητά τους και σχετίζονται με θέματα που αφορούν και τους άλλους. Αυτοί ακριβώς είναι οι άνθρωποι που μέσα από τη δύσκολη αυτή κατάσταση βγαίνουν πιο δυνατοί και με τις λιγότερες πληγές, καθώς την «περπάτησαν» μέσα από ένα πιο φωτεινό μονοπάτι.

Η οικογένεια και το μετατραυματικό στρες

Ισχυρή ήταν η επίδραση και σε επίπεδο οικογένειας, με ορατές διαφορές ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο lockdown. Σε αντίθεση με την πρώτη, η δεύτερη περίοδος εγκλεισμού, φαίνεται ότι άφησε πιο αρνητικό αποτύπωμα, κυρίως γιατί οι άνθρωποι άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι δεν έχουν δυνατότητα επιλογής, συνθήκη με την οποία για πρώτη φορά και εντελώς αιφνιδιαστικά ήρθε αντιμέτωπη η γενιά μας.

«Η ελληνική οικογένεια πιέστηκε αρκετά λόγω της κατάστασης, γιατί ξαφνικά αναγκάστηκαν να βρεθούν όλοι μαζί, για πάρα πολλές ώρες. Εντούτοις, υπάρχουν -όπως βλέπουμε από τις έρευνες- αρκετές διαφορές ανάμεσα στην πρώτη και τη δεύτερη καραντίνα.
Στην πρώτη καραντίνα ήταν λίγο πιο θετικά τα πράγματα, γιατί θεώρησαν ότι ήταν μία καλή αφορμή για να βρεθεί η οικογένεια και επιπλέον διαπίστωσαν πόσο χρόνο έχαναν -μερικές φορές και άσκοπα- και πόσο σημαντικό είναι να περνούν ποιοτικό χρόνο μαζί. Ωστόσο, επειδή οι άνθρωποι άρχισαν να αισθάνονται ότι δεν έχουν τη δυνατότητα της επιλογής, δημιουργήθηκε ένα στρες στην οικογένεια. Η μη δυνατότητα της επιλογής, έχει ζορίσει γενικότερα τον ψυχισμό. Ήταν ένα σοκ, γι’ αυτό και πολλοί άνθρωποι βιώνουν μετατραυματικό άγχος εξαιτίας αυτής της συνθήκης», ανέφερε η ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια, Λίλα Καραδήμα.

Η… αποκάλυψη των σχέσεων

Καθοριστικός ήταν ο ρόλος της υγειονομικής κρίσης και των συνθηκών που αυτή δημιούργησε και για τις σχέσεις γενικότερα, καθώς η παρατεταμένη καραντίνα και η αποχή από τις καθημερινές δραστηριότητες και υποχρεώσεις, έφεραν στην επιφάνεια την πραγματική τους «ταυτότητα», οδηγώντας σε μία είτε καλή είτε κακή έκβαση.

«Οι σχέσεις που ήταν να διαλυθούν διαλύθηκαν κι εκείνες που είχαν μία πολύ ισχυρή βάση δυνάμωσαν πολύ περισσότερο, γιατί δέθηκαν πολύ πιο γρήγορα. Από τη μία πλευρά βλέπουμε ζευγάρια που συζούν τους τελευταίους 6 μήνες και είναι σα να ζουν χρόνια μαζί, νιώθοντας το δέσιμο το ψυχικό, και από την άλλη σχέσεις που όντως κάλυπταν κάποια πολύ βασικά κενά μέσα από το τρέξιμο της καθημερινότητας, οπότε όταν αυτό χάθηκε φάνηκε και το πρόβλημα της σχέσης», εξήγησε η κ. Καραδήμα.

Το κόστος για τα παιδιά και τους εφήβους

Βαρύ φαίνεται ότι είναι το τίμημα για τα παιδιά και τους εφήβους. Οι διαφορές εντοπίζονται ανάλογα με την ηλικία, με αρκετά μικρά παιδιά να μην θέλουν πλέον να πάνε στο σχολείο και ορισμένα μεγαλύτερα να μην βρίσκουν νόημα στην επιστροφή τους στις σχολικές αίθουσες.
«Τα πολύ μικρά παιδιά, 4- 5 ετών πέρασαν τον ενάμισι χρόνο της ζωής τους μέσα στο σπίτι. Καταλαβαίνετε ότι αυτό είναι ένα σοκ και μία δυσκολία στο να αναπτυχθούν δεξιότητες κοινωνικές, να νιώσει το παιδί ότι μπορεί να συνδεθεί και με άλλα μέλη έξω από την οικογένεια. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, τώρα που ξεκίνησαν τα σχολεία, πολλά μικρά παιδιά να αντιμετωπίζουν μία δυσκολία στο να τοποθετήσουν ξανά τον εαυτό τους σ’ ένα κοινωνικό πλαίσιο», εξήγησε η κ. Καραδήμα.

Στις περιπτώσεις αυτές καθοριστικός είναι ο ρόλος της οικογένειας, η οποία μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά να ξεπεράσουν αυτή τη δυσκολία. Σύμφωνα με την ειδικό, η οικογένεια θα πρέπει να κάνει κατανοητό στο παιδί ότι αυτό που γίνεται είναι φυσιολογικό, έτσι ώστε να μην αισθανθεί ότι κάτι παράξενο του συμβαίνει.

Από την άλλη πλευρά, οι έφηβοι πιέστηκαν αρκετά, καθώς κλήθηκαν να απαρνηθούν τη φύση τους, μένοντας μακριά από το σχολείο τους και τις κοινωνικές επαφές τους.

«Η φύση των εφήβων είναι να έρχονται συνεχώς σε επαφή. Ξαφνικά αυτό απαγορεύτηκε και κλείστηκαν στο σπίτι, γεγονός που τους ζόρισε. Ορισμένοι, όμως, ίσως να βρήκαν και μία αφορμή ότι εφόσον η εκπαιδευτική διαδικασία μπορεί να γίνει και διαδικτυακά πλέον δεν έχει νόημα να γυρίσουν πίσω στο σχολείο,. Ωστόσο, βλέπουμε ότι σιγά σιγά και αυτά τα παιδιά έχουν την ανάγκη της επαφής.

Σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα έχει να κάνει πάρα πολύ με το τι υπάρχει σαν δομή στον ψυχισμό. Ο κάθε άνθρωπος είναι ξεχωριστός και η τελική επίπτωση εξαρτάται από το τι υποβόσκει μέσα του. Εάν μέσα του νιώθει ότι έχει ένα πλαίσιο που τον εμπεριέχει θα ανταπεξέλθει. Εάν όμως είναι άνθρωπος ο οποίος νιώθει ότι δεν έχει τη δυνατότητα να κρατηθεί είτε από τον εαυτό του είτε από ένα πλαίσιο γύρω του, θα το αντιμετωπίσει πιο δύσκολα», εξήγησε η ειδικός.

Η καλή και η κακή εκδοχή

Το σενάριο για την επόμενη ημέρα δεν είναι μονοδιάστατο. Υπάρχουν παιδιά στα οποία το τελικό αποτύπωμα θα είναι θετικό και άλλα που κινδυνεύουν από μια σύγχρονη, πλην όμως μεγάλη, απειλή.

«Ορισμένα παιδιά και έφηβοι επηρεάστηκαν θετικά από όλο αυτό και εμπνεύστηκαν να γίνουν γιατροί, να προσφέρουν στην κοινωνία, να νοιαστούν τους ανθρώπους και είμαι σίγουρος ότι αυτό θα γίνει. Αλλά έχουμε και μια δύσκολη κατάσταση, που την περιμένω να φανεί αμέσως μετά από το άνοιγμα: την υπέρμετρη ενασχόληση με το ίντερνετ, στο βαθμό της εξάρτησης. Εάν οι γονείς και γενικότερα οι ενήλικες δεν εμπνέουν με τη ζωή τους, αλλά είναι απασχολημένοι μέσα στην καθημερινότητά τους, στην κούρασή τους και την γκρίνια τους ή μέσα στην ανωριμότητά τους, εστιάζοντας σε κάποιες λίγες επιφανειακές σχέσεις, τότε τα παιδιά θα χαθούν στο ίντερνετ», υπογράμμισε ο κ. Καραγιάννης.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider