Σε απειλή αποκοπής της Κίνας από κρίσιμες πηγές πετρελαϊκής τροφοδοσίας, με παράλληλη διαταραχή των μεσανατολικών φιλοδοξιών της δεύτερης ισχυρότερης οικονομίας του πλανήτη εξελίσσεται η σύγκρουση Τελ Αβίβ - Τεχεράνης, σύμφωνα με τους Financial Times.
Όπως αναφέρεται, επί σειρά ετών, η Κίνα επένδυε στη σχέση της με το Ιράν, με στόχο να επεκτείνει την επιρροή της στη Μέση Ανατολή. Την ίδια ώρα, έκανε θεμέλιο λίθο του σινικού ενεργειακού μείγματος το φθηνό ιρανικό πετρέλαιο.
Το Πεκίνο έγινε η σημαντικότερη πηγή οικονομικής στήριξης για την Τεχεράνη, αφού από τη μία πλευρά αγόραζε το μεγαλύτερο μέρος του εξαγόμενου ιρανικού πετρελαίου και, από την άλλη, προμήθευε το Ιράν με ηλεκτρονικά είδη, οχήματα, μηχανήματα και εξοπλισμό πυρηνικών εγκαταστάσεων.
Ενδεικτικά, το 15% του αργού πετρελαίου που εισήγαγε πέρυσι η Κίνα, η χώρα με τις μεγαλύτερες εισαγωγές πετρελαίου στον κόσμο, προήλθε από το Ιράν. Ωστόσο πλέον, τα δεδομένα δείχνουν να αλλάζουν.
Το μέλλον των ιρανικών εξαγωγών φαντάζει ακόμη πιο αμφίβολο. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την Κίνα αφορά το ενδεχόμενο κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ. Πετρέλαιο και φυσικό αέριο, αξίας εκατοντάδων δισ. δολαρίων, μεταφέρονται ετησίως στην Κίνα από το Ιράν και τα κράτη του Κόλπου μέσω τής εν λόγω θαλάσσιας οδού.
Με εξαίρεση τις πηγές τροφοδοσίας της Ρωσίας και του Ιράν, το Πεκίνο εισάγει πετρέλαιο κυρίως από τη Σαουδική Αραβία και φυσικό αέριο κυρίως από το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Ως εκ τούτου, εάν η Τεχεράνη αποφασίσει να κλείσει τα στενά λόγω του τρέχοντος πολέμου, τα προβλήματα για την κινεζική τροφοδοσία θα είναι μεγάλα.