Σε καλύτερα επίπεδα σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά κινήθηκε η ζήτηση για το πετρέλαιο θέρμανσης. Καθώς πέφτει η αυλαία για την περίοδο προμήθειας στις 30 Απριλίου, τα στοιχεία της αγοράς δείχνουν ότι η χαμηλότερη τιμή διάθεσης ενθάρρυνε τα ελληνικά νοικοκυριά όχι μόνο να γεμίσουν περισσότερο τις δεξαμενές τους αλλά και να αποθεματοποιήσουν για τον επόμενο χειμώνα.
Η τιμή λιανικής του πετρελαίου θέρμανσης διαμορφώνεται σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του υπουργείου Ανάπτυξης στα 1,134 ευρώ το λίτρο από 1,336 την αντίστοιχη περυσινή περίοδο και καθ’ όλη τη φετινή σεζόν ήταν κατά 20-30 λεπτά χαμηλότερη σε σχέση με πέρυσι γεγονός που επέτρεψε να καταγραφεί αυξημένη ζήτηση από την αρχή διάθεσης της φετινής περιόδου θέρμανσης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της αγοράς, η ζήτηση για πετρέλαιο θέρμανσης το Νοέμβριο του 2024 ήταν αυξημένη κατά 9% σε σχέση με πέρυσι την ίδια εποχή ενώ ένα μήνα νωρίτερα, τον Οκτώβριο (οπότε και ξεκίνησε η διάθεση του πετρελαίου θέρμανσης) ήταν αυξημένη κατά 12,5% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα το 2023. Αλλά και τα τελευταία στοιχεία της αγοράς δείχνει ότι η σεζόν θα κλείσει με θετικό πρόσημο. Η ζήτηση το Μάρτιο του 2025 ήταν αυξημένη κατά 17% σε σχέση με τον περσινό Μάρτιο ενώ και ο Απρίλιος κινείται σε αισθητά υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με τον Απρίλιο του 2024. Σε επίπεδο τριμήνου, το α’ τρίμηνο του 2025 η ζήτηση κατέγραψε άνοδο κατά 16% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2024.
Η χαμηλή τιμή, οι χαμηλές θερμοκρασίες ακόμη και την άνοιξη (παρά τα ζεστά κύματα που καταγράφτηκαν κατά περιόδους) και η πρόθεση των καταναλωτών να αποθεματοποιήσουν αποτελούν τους βασικούς παράγοντες που ώθησαν τη ζήτηση ανοδικά.
Μουδιασμένες οι επιχειρήσεις εμπορίας πετρελαιοειδών
Παρά τη θετική πορεία της ζήτησης, μουδιασμένη (αλλά για άλλους λόγους) φαίνεται να είναι η αγορά. Οι επιχειρήσεις του κλάδου καυσίμων αναφέρουν ότι πλήττονται από το πλαφόν στα καύσιμα (ένα μέτρο το οποίο τελικά παρατάθηκε) υποστηρίζοντας ότι αυτό ευνοεί την παραβατικότητα και το λαθρεμπόριο.
Ο Σύνδεσμος Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών Ελλάδος (ΣΕΕΠΕ) με σχετική ανακοίνωση εκφράζει την ανησυχία του σχετικά με την απόφαση του Υπουργείου Ανάπτυξης να παρατείνει το μέτρο της επιβολής πλαφόν στο μικτό περιθώριο κέρδους.
Όπως αναφέρει «πρόκειται για μια απόφαση της κυβέρνησης, η οποία στην ουσία δίνει τη χαριστική βολή στις νόμιμες επιχειρήσεις του κλάδου, αναγκάζοντάς τες, είτε να βάλουν λουκέτο, είτε να παραχωρήσουν τα πρατήριά τους στα δίκτυα των παραβατικών. Το συγκεκριμένο μέτρο επιβλήθηκε στην ελληνική αγορά καυσίμων, όπως και σε έναν μικρό αριθμό άλλων χωρών της Ε.Ε. πριν από 4 χρόνια, με αφορμή την υγειονομική και στη συνέχεια την ενεργειακή κρίση. Έχοντας διαπιστώσει πως το μέτρο βλάπτει σοβαρά τον ανταγωνισμό και πως δεν προστατεύει τον καταναλωτή, όσα κράτη το είχαν εφαρμόσει, το έχουν πλέον αποσύρει. Η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που εξακολουθεί να εφαρμόζει το μέτρο -και μάλιστα με τρόπο δογματικό, μέσω διαδοχικών παρατάσεων- είναι η Ελλάδα».
Στο ίδιο πλαίσιο, ο ΣΕΕΠΕ σημειώνει ότι «οι στρεβλώσεις που έχει επιφέρει το μέτρο στην αγορά είναι πολλές και σοβαρές, απειλώντας ευθέως τη βιωσιμότητα του κλάδου. Είναι ενδεικτικό πως ακόμη και ο τρόπος υπολογισμού του μικτού περιθωρίου κέρδους, εντός του οποίου «πρέπει» να λειτουργεί ο κλάδος, δεν λαμβάνει υπόψιν καμία απολύτως μεταβολή στο κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων από το 2021 έως σήμερα (αύξηση του κατώτατου μισθού, αύξηση του χρηματοοικονομικού κόστους, αύξηση του μεταφορικού κόστους και εν γένει όλων των παρεχόμενων υπηρεσιών), με αποτέλεσμα, όπως αναγνωρίζει και η Επιτροπή Ανταγωνισμού μετά από τετραετή έρευνα του κλάδου και το ΙΟΒΕ στην ετήσια έκθεσή του, ο κλάδος να λειτουργεί με μηδενικά ή οριακά αρνητικά αποτελέσματα. Η τεχνητή εξάλειψη του ανταγωνισμού, την οποία επιφέρει το πλαφόν, αποτελεί τον μεγαλύτερο σύμμαχο για τα παραβατικά πρατήρια.
Σήμερα, σχεδόν 1 στα 3 πρατήρια στην Αττική και 1 στα 5 στη Θεσσαλονίκη, σύμφωνα και με ανακοινώσεις της Ομοσπονδίας Βενζινοπωλών, είναι παραβατικά, κλέβοντας τον καταναλωτή στην αντλία. Σε αυτά τα ανησυχητικά ποσοστά δεν προσμετρώνται άλλες μορφές παραβατικότητας, όπως η νόθευση των καυσίμων. Η Πολιτεία, αν πράγματι θέλει να προστατεύσει τον καταναλωτή, οφείλει να εφαρμόσει τους νόμους που η ίδια έχει θεσπίσει για την πάταξη της παραβατικότητας και του λαθρεμπορίου και να ακυρώσει άμεσα το πλαφόν, ένα μέτρο το οποίο δεν προσφέρει καμία απολύτως προστασία στον καταναλωτή, αντίθετα τον υποχρεώνει να βρίσκεται αντιμέτωπος καθημερινά με συνθήκες πρωτόγνωρες που δεν συναντάς σε καμία Ευρωπαϊκή χώρα».
Τι επιφυλάσσει το μέλλον για το πετρέλαιο θέρμανσης
Η αναζωπύρωση του διεθνούς ενδιαφέροντος για τα ορυκτά και οι χαμηλότερες τιμές που εκτιμά ότι θα επικρατήσουν στην αγορά το 2025 και το 2026 δημιουργούν ευνοϊκό κλίμα για το πετρέλαιο θέρμανσης. Οι επιφυλάξεις για την πορεία της ζήτησης πετρελαίου σε παγκόσμιο επίπεδο παραμένουν καθώς η οικονομία βάλλεται από τον εμπορικό πόλεμο, ωστόσο αλλά οι χαμηλότερες τιμές αποτελούν πάντα ένα καλό νέο για τους καταναλωτές.
Ο εμπορικός πόλεμος, ο κυκεώνας των παγκόσμιων διαπραγματεύσεων για τους δασμούς και οι συνέπειές τους στην οικονομική ανάπτυξη και την πορεία της ζήτησης έχουν ωθήσει οργανισμούς, διεθνείς αναλυτές και τράπεζες σε πτωτικές αναθεωρήσεις για την αύξηση της ζήτησης το 2025 και το 2026, κάτι που με τη σειρά του ασκεί πιέσεις και στις τιμές.
Σε περίπτωση που διατηρηθούν οι εκτιμήσεις της αγοράς για τους επόμενους μήνες, οι τιμές θα μπορούσαν να είναι εξίσου χαμηλές ή ακόμη χαμηλότερες την επόμενη περίοδο διάθεσης του πετρελαίου θέρμανσης. Και αυτό γιατί οι διεθνείς οργανισμοί αναθεωρούν πτωτικά τόσο τη ζήτηση όσο και την τιμή.
Ο OPEC+ αναθεώρησε πτωτικά τις προβλέψεις του για την παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου στην τελευταία μηνιαία έκθεσή του, λόγω των αναμενόμενων επιπτώσεων των αμερικανικών δασμών. Ο οργανισμός βλέπει αύξηση της τάξεως των 1,3 εκατομμυρίων βαρελιών την ημέρα τόσο για φέτος όσο και για το επόμενο έτος, και αυτή η πτώση ίσως να είναι και η πιο αισιόδοξη εκδοχή σε σχέση με τις προβλέψεις άλλων διεθνών οργανισμών. Στο ίδιο πνεύμα και ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) μείωσε την πρόβλεψή του για την αύξηση της ζήτησης πετρελαίου το 2025 κατά 300.000 βαρέλια την ημέρα.
Η JP Morgan μείωσε τις προβλέψεις της για τις τιμές του πετρελαίου, προειδοποιώντας ότι ένας συνδυασμός επιθετικής εμπορικής πολιτικής και μεταβαλλόμενων σημάτων από τον OPEC+ έχουν καταρρίψει προηγούμενες υποθέσεις σχετικά με τη δυναμική της προσφοράς και της ζήτησης.
Το Brent, το οποίο πέτυχε τον στόχο της τράπεζας για το 2025 οκτώ μήνες νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα, αναμένεται τώρα κατά μέσο όρο στα 66 δολάρια το βαρέλι, χαμηλότερα από την προηγούμενη εκτίμηση των 73 δολαρίων. Για το 2026, η τράπεζα μείωσε την πρόβλεψή της στα 58 δολάρια.