«Αν η κυβέρνηση αποφασίσει να υιοθετήσει το πρόγραμμα εγγύησης στοιχείων ενεργητικού (APS), εμείς θα το υποστηρίξουμε, καθώς αποτελεί βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση» δήλωσε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, μιλώντας το βράδυ της Πέμπτης στη Φρανκφούρτη, σε εκδήλωση που οργάνωσε η Ελληνική Ένωση Τραπεζών με τη συνεργασία της PwC.
«Οι ελληνικές αρχές πρέπει σύντομα να καταλήξουν σε μια ενιαία, συντονισμένη και συστημική αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ), που θα λειτουργεί συμπληρωματικά προς τις προσπάθειες των ίδιων των τραπεζών. Πιστεύω ότι αποτελεσματική λύση προσφέρει η πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία προβλέπει τη μεταβίβαση σημαντικού μέρους των ΜΕΔ μαζί με μέρος της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης (DTCs), που είναι εγγεγραμμένο στους ισολογισμούς των τραπεζών, σε Εταιρίες Ειδικού Σκοπού (NPL&DTC carve-out), διότι αντιμετωπίζει με συστηματικό τρόπο δύο πολύ σημαντικά προβλήματα ταυτόχρονα: τα ΜΕΔ και τις αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις. Αν παρ’ όλα αυτά η κυβέρνηση αποφασίσει να υιοθετήσει το πρόγραμμα εγγύησης στοιχείων ενεργητικού (APS), εμείς θα το υποστηρίξουμε, καθώς αποτελεί βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Το ιδεώδες θα ήταν να αξιολογηθούν και τα δύο προγράμματα και να παρουσιαστούν στις τράπεζες και τυχόν άλλες επιλογές, αρκεί να είναι συμβατές με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων και τις εποπτικές κατευθυντήριες γραμμές» είπε ο κ. Στουρνάρας.
Ο κ. Στουρνάρας προειδοποίησε ότι ακόμη και αν επιτευχθούν πλήρως οι τεθέντες επιχειρησιακοί στόχοι μείωσης των κόκκινων δανείων μέχρι το τέλος του 2021, το συνολικό απόθεμα θα συνεχίσει να υπερβαίνει σημαντικά τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Συνεπώς, όπως υπογράμμισε, κρίνεται ως υψίστης σημασίας η ανάληψη επιπλέον ενεργειών από την πλευρά, τόσο των ευρωπαϊκών, όσο και των ελληνικών αρχών, προκειμένου να στηριχθεί ο τραπεζικός τομέας και να δοθεί μια αποφασιστική και συστηματική λύση στο πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Έτσι, οι τράπεζες θα μπορέσουν να επικεντρωθούν σε καίρια ζητήματα που αφορούν το μέλλον: σύγχρονα επιχειρηματικά μοντέλα, αναζήτηση νέων επικερδών αναπτυξιακών ευκαιριών και δραστηριοτήτων, νέες ψηφιακές και άλλες τεχνολογίες και, πάνω απ' όλα, χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας .