Σε κίνδυνο η βιωσιμότητα των εταιρειών εμπορίας καυσίμων

Πένη Χαλάτση
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Σε κίνδυνο η βιωσιμότητα των εταιρειών εμπορίας καυσίμων
Η Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για ενεργειακή απόδοση αποτέλεσε το βασικό εργαλείο για να πετύχει μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και αύξηση της ενεργειακής απόδοσης των κρατών - μελών.

Σε δεινή θέση έχουν περιέλθει οι επιχειρήσεις του κλάδου εμπορίας καυσίμων καθώς εκτός από την παραβατικότητα, το λαθρεμπόριο και το πρόβλημα ρευστότητας λόγω της προκαταβολής φόρων και δασμών, καλούνται να αντεπεξέλθουν και στις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης και μάλιστα σε μια περίοδο όπου η ελληνική οικονομία εξέρχεται από το τούνελ της ύφεσης, η οποία είχε αλυσιδωτές συνέπειες και για τον κλάδο.

Η Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για ενεργειακή απόδοση αποτέλεσε το βασικό εργαλείο για να πετύχει μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και αύξηση της ενεργειακής απόδοσης των κρατών - μελών. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συνδέσμου των Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών Ελλάδας (ΣΕΕΠΕ), Γιάννη Αληγιζάκη, «ο τρόπος εφαρμογής της στην Ελλάδα -κυρίως μέσα από το Άρθρο 7 αυτής - μπορεί μόνο να οδηγήσει τον κλάδο Πετρελαιοειδών σε σημαντικές ζημιές, τόσο μέσω της μείωσης της κατανάλωσης καυσίμων σε μια αγορά που έχει απωλέσει μέσα στην κρίση το 40%, αλλά και μέσω των υψηλών προστίμων που επαπειλούνται σε βάρος τους», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει.

Η ιδιαιτερότητα προκύπτει από την υποχρεωτική συμμετοχή των Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών στα λεγόμενα Καθεστώτα Επιβολής, με τελικό στόχο τη μείωση της συνολικής κατανάλωσης, μέσω της αύξησης της ενεργειακής απόδοσης των πελατών τους.

Ειδικότερα, μέσα στα πλαίσια εφαρμογής της Οδηγίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2012/27/ΕΕ) για εξοικονόμηση κατανάλωσης πρωτογενούς ενέργειας έως και 20% μέχρι το 2020, καθορίστηκε ο Ενδεικτικός Στόχος Ενεργειακής Απόδοσης σε εθνικό επίπεδο. Στο πλαίσιο αυτό, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας δημοσίευσε στις 11-04-2017 Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ 1242/Β/2017) για τον Κανονισμό Λειτουργίας Καθεστώτος Υποχρέωσης Ενεργειακής Απόδοσης, με υιοθέτηση μέτρων επιβολής αυτής της υποχρέωσης.

Ωστόσο, η παραπάνω Ευρωπαϊκή Οδηγία δίνει τη δυνατότητα στα κράτη - μέλη να εξαιρέσουν τις Εταιρίες Εμπορίας Πετρελαιοειδών που διακινούν καύσιμα για μεταφορές από τα υπόχρεα μέρη. «Πράγματι, οι Εταιρίες Εμπορίας Πετρελαιοειδών δεν έχουν άμεση και απευθείας σχέση με μεγάλο μέρος των τελικών καταναλωτών, καθώς παρεμβάλλονται άλλοι κρίκοι της εφοδιαστικής αλυσίδας, όπως τα πρατήρια ή οι πωλητές πετρελαίου θέρμανσης», σχολιάζει ο κ. Αληγιζάκης.

Κατά συνέπεια, μέτρα και διαδικασίες καθεστώτων επιβολής δεν είναι εφαρμόσιμα και αποτελεσματικά στο συγκεκριμένο τομέα. Αν όμως τα ληφθέντα μέτρα εξοικονόμησης δεν καταφέρουν να επηρεάσουν τους καταναλωτές και δεν επιτευχθεί η σχεδιαζόμενη εξοικονόμηση, το κράτος θα επιβάλει σοβαρά πρόστιμα με τη μορφή του ονομαζόμενου «Κόστους Συμμόρφωσης» στις εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών: Σύμφωνα με τη σχετική απόφαση., το κόστος συμμόρφωσης για τους Υπόχρεους των Καθεστώτων Επιβολής ανέρχεται στα 500.000 ευρώ ανά ktoe, ανεβάζοντας τις συνολικές υποχρεώσεις του Κλάδου στα 102.000.000 ευρώ για την τετραετία 2017-2020, στην περίπτωση μη εκπλήρωσης των στόχων τους.

Επιπλέον, η Οδηγία (EE) 2018/2002 αναθεωρεί την Οδηγία 2012/27/ΕΕ θέτοντας ψηλότερους στόχους εξοικονομούμενης ενέργειας για την περίοδο 2021-2030. Δεν έχει αποσαφηνιστεί ακόμη η συμμετοχή των Καθεστώτων Επιβολής στην κάλυψη των νέων αυτών στόχων, ούτε και οι αντίστοιχες υποχρεώσεις των Εταιριών Εμπορίας. Οι δράσεις όμως που θα πρέπει να αναληφθούν θα προϋποθέτουν κυρίως τεχνικά μέτρα, που μεταφράζονται σε υψηλές επενδύσεις, σε αντιδιαστολή με τα μέτρα για την περίοδο 2017-2020 που είναι κυρίως συμπεριφορικά.

Επομένως, σύμφωνα με τον ΣΕΕΠΕ, η αναμενόμενη αδυναμία επίτευξης των στόχων εξοικονόμησης ενέργειας από τις Εταιρίες του Κλάδου, σε συνδυασμό με την απαίτηση για μεγάλες, μη ανταποδοτικές επενδύσεις, θα δημιουργήσει σοβαρά οικονομικά προβλήματα που, πιθανά, να καταστήσουν ορισμένες από αυτές μη βιώσιμες, με άμεση συνέπεια την απώλεια θέσεων εργασίας.

Προβλήματα ρευστότητας λόγω της φορολογίας

Όσον αφορά στην οικονομική ρευστότητα των επιχειρήσεων του κλάδου- ένα μεγάλο βάρος, το οποίο έχει αυξηθεί υπερβολικά μετά τις δραματικές αυξήσεις των φόρων (ΕΦΚ και ΦΠΑ) τα τελευταία χρόνια και με την παρατεταμένη οικονομική κρίση - είναι η προκαταβολή φόρων και δασμών.

Στην Ελλάδα ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης των καυσίμων και ο ΦΠΑ προκαταβάλλονται κατά τον εκτελωνισμό, σε αντίθεση με ό,τι ισχύει στα περισσότερα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ανάλογα με το κράτος-μέλος, ο ΕΦΚ καταβάλλεται μετά από 14 έως 30 μέρες), αλλά και στη Χώρα μας, σε όλους τους κλάδους με υψηλό ΕΦΚ όπως τα καπνικά προϊόντα και τα Οινοπνευματώδη.

Διαχρονικό αίτημα των εταιριών του κλάδου είναι να προσαρμοσθεί ο τρόπος καταβολής των φορολογικών επιβαρύνσεων (ΕΦΚ, ΦΠΑ, κλπ.) - στα δεδομένα των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης - και αντί για την προκαταβολή τους, όπως ισχύει σήμερα, να εγκριθεί η χορήγηση πίστωσης ορισμένων ημερών, με ταυτόχρονη κατάθεση των αντίστοιχων τραπεζικών εγγυήσεων.

Αυτή η αλλαγή, σύμφωνα με τον ΣΕΕΠΕ, αφενός δεν έχει δημοσιονομικό βάρος (μόνο μια μικρή υστέρηση κατά την αρχική εφαρμογή) και αφετέρου θα βοηθήσει σημαντικά, προκειμένου να μετακυληθεί αυτή η ρευστότητα τόσο στους επαγγελματίες κατόχους άδειας λιανικής πώλησης του κλάδου και άλλους επαγγελματίες (κατασκευαστικές εταιρίες, εξαγωγικές επιχειρήσεις και βιομηχανίες, κλπ.), όσο και στους τελικούς καταναλωτές.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών προκαταβάλλουν στο κράτος, κάθε χρόνο, περίπου 3,8 δισεκατομμύρια ευρώ για φόρους (ΕΦΚ και ΦΠΑ).

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider