Η αντιπυρική περίοδος του 2025 αποδείχθηκε από τις πιο απαιτητικές της τελευταίας δεκαετίας, αποκαλύπτοντας για άλλη μία φορά τα διαχρονικά προβλήματα του ελληνικού μηχανισμού πρόληψης και αντιμετώπισης των δασικών πυρκαγιών.
Σύμφωνα με την έκθεση της WWF Ελλάς, η οποία βασίστηκε στα δεδομένα του ευρωπαϊκού συστήματος EFFIS, οι πυρκαγιές που εκδηλώθηκαν κατέγραψαν αύξηση κατά 39% σε σχέση με τον μέσο όρο της περιόδου 2006-2024. Οι συνολικά καμένες εκτάσεις προσέγγισαν τα 500.000 στρέμματα, ενώ ο αριθμός των πυρκαγιών που εκδηλώθηκαν έφτασε τις 9.143.
- Πυρκαγιές: Μαύρη σελίδα στην ιστορία της Ευρώπης το 2025 – Οι απώλειες στην Ελλάδα
- Πυρκαγιές: Τα νέα πυροσβεστικά, τα canadair και η ευρωπαϊκή συνδρομή
Παρά το γεγονός ότι τα περιστατικά δεν αποτελούν ιστορικό ρεκόρ, το 2025 ανέδειξε τη συνεχιζόμενη ανάγκη για έναν πιο οργανωμένο σχεδιασμό. Πραγματοποιήθηκαν 376 συλλήψεις για εμπρησμούς, εκ των οποίων το 87% αφορούσε αμέλεια και το 13% πρόθεση, ενώ επιδόθηκαν περισσότερα από 750 πρόστιμα για παράνομη χρήση φωτιάς. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν μια αυξημένη δραστηριότητα των ελεγκτικών μηχανισμών, χωρίς ωστόσο να επιτυγχάνεται ουσιαστική μείωση των περιστατικών.
Η WWF σημειώνει ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τις πυρκαγιές περισσότερο ως φαινόμενο προς καταστολή και λιγότερο ως πρόβλημα που χρειάζεται πρόληψη και διαχείριση ρίσκου. Η ανάγκη για μια ολοκληρωμένη στρατηγική με σαφείς και μετρήσιμους στόχους είναι πλέον επιτακτική. Παρότι οι συλλήψεις και τα πρόστιμα αυξήθηκαν, η απουσία ενός συνεκτικού σχεδίου περιορισμού του κινδύνου αφήνει το πρόβλημα χωρίς επίλυση.
Ένα από τα πιο ανησυχητικά ευρήματα είναι η έλλειψη αξιόπιστων δημόσιων δεδομένων για τα αίτια των πυρκαγιών. Από το 2000 έως το 2023 μόλις το 16,8% των περιστατικών έχει ερευνηθεί σε βάθος, ενώ μόλις στο 12,1% έχει εξακριβωθεί το πραγματικό αίτιο. Από τις πυρκαγιές που διερευνήθηκαν, το 91% αποδίδεται σε ανθρώπινη δραστηριότητα, είτε από αμέλεια είτε από πρόθεση. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει ότι οι πυρκαγιές στην Ελλάδα δεν είναι απλώς φυσικό φαινόμενο, αλλά βαθιά κοινωνικό και θεσμικό ζήτημα.
Αξιοσημείωτο είναι πως έξι στις δέκα μεγάλες πυρκαγιές – εκείνες που ευθύνονται για περισσότερο από το μισό των συνολικών καμένων εκτάσεων – προκλήθηκαν από το δίκτυο μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Παρότι το ποσοστό δεν φαίνεται υψηλό, τα περιστατικά αυτά χαρακτηρίζονται από εξαιρετικά μεγάλο αρνητικό αντίκτυπο.
Ανάγκη για διαφάνεια, καταγραφή και αξιοποίηση δεδομένων σε πραγματικό χρόνο
Το 2025 καταγράφηκε σημαντική βελτίωση στον τρόπο διερεύνησης των αιτίων, χάρη στη δράσης της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμού του Πυροσβεστικού Σώματος. Η πρόοδος αυτή πρέπει να συνεχιστεί με ενίσχυση της υπηρεσίας, επιπλέον προσωπικό, σύγχρονο εξοπλισμό και θεσμικές ρυθμίσεις που θα της επιτρέπουν να ασχολείται αποκλειστικά με την ανάλυση των αιτιών των πυρκαγιών. Σύμφωνα με την WWF, η δημόσια διάθεση αυτών των δεδομένων θα συμβάλει στη διαφάνεια, θα περιορίσει τη συνωμοσιολογία και θα βοηθήσει στη χάραξη στοχευμένων πολιτικών πρόληψης.
Η οργάνωση επισημαίνει ότι η πλειονότητα των πυρκαγιών στην Ελλάδα καίει μικρές εκτάσεις – μεταξύ ενός και πενήντα στρεμμάτων – ωστόσο το 75% των συνολικών καμένων περιοχών προέρχεται από λίγες μεγάλες πυρκαγιές άνω των δέκα χιλιάδων στρεμμάτων. Μόνο δεκαοκτώ πυρκαγιές ευθύνονται για το 87% των συνολικών καμένων εκτάσεων το 2025. Η αναλογία αυτή δείχνει ότι το πρόβλημα δεν είναι τόσο η συχνότητα των πυρκαγιών, αλλά η αδυναμία διαχείρισης των πολύ μεγάλων περιστατικών.
Η έκθεση προτείνει τη μόνιμη παρουσία επιστημονικών ομάδων πεδίου που θα επεξεργάζονται δεδομένα σε πραγματικό χρόνο και θα στηρίζουν τις επιχειρησιακές αποφάσεις. Η «τακτική ανάλυση πυρκαγιών», όπως εφαρμόζεται διεθνώς, μπορεί να βελτιώσει την ιεράρχηση των δράσεων και την αποτελεσματικότητα της επέμβασης. Ήδη η χρήση δορυφορικών δεδομένων και θερμικών καμερών έχει βελτιώσει τη διαχείριση, κάτι που πρέπει να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο.
Η φετινή χρονιά σημαδεύτηκε από κανονικές πυρομετεωρολογικές συνθήκες, με εξάρσεις κινδύνου κυρίως στη δυτική και βόρεια Ελλάδα, περιοχές που εμφάνισαν περισσότερες ημέρες υψηλής επικινδυνότητας. Η κλιματική αλλαγή δεν προκαλεί τις πυρκαγιές, όμως δημιουργεί συνθήκες που ευνοούν τη γρήγορη εξάπλωση και την έντασή τους. Γι’ αυτόν τον λόγο, είναι κρίσιμο να αυξηθεί η ετοιμότητα του μηχανισμού με βάση επιστημονικά κριτήρια, όπως η παρακολούθηση της κατάστασης της βλάστησης και η σωστή προ-τοποθέτηση δυνάμεων σε περιόδους υψηλού κινδύνου.
Οι κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις ήταν επίσης σημαντικές. Ένας άνθρωπος έχασε τη ζωή του, τραυματίστηκαν 25 πυροσβέστες και εθελοντές καθώς και 44 πολίτες, ενώ καταγράφηκαν ζημιές σε σπίτια και υποδομές. Συνολικά επηρεάστηκαν 16 προστατευόμενες περιοχές, εκ των οποίων οι οκτώ ανήκουν στο δίκτυο Natura 2000, με τις περισσότερες καμένες εκτάσεις να αφορούν δάση και δασικές εκτάσεις. Ιδιαίτερα υψηλός παρέμεινε και ο αριθμός των πολλαπλά καμένων περιοχών.
Η WWF υπογραμμίζει ότι η χώρα δεν διαθέτει ούτε σήμερα ένα ενιαίο σύστημα καταγραφής του κόστους για την πρόληψη, την καταστολή και την αποκατάσταση των πυρκαγιών. Η έλλειψη δεδομένων καθιστά αδύνατη οποιαδήποτε αξιόπιστη ανάλυση κόστους-οφέλους ή αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των δαπανών. Ως εκ τούτου, προτείνεται η θεσμοθέτηση διαδικασιών που θα επιτρέπουν τη συστηματική αποτίμηση του οικονομικού αποτυπώματος μετά από κάθε αντιπυρική περίοδο, ώστε να ενισχυθεί η λογοδοσία και η διαφάνεια.
Η έκθεση κλείνει με μια σαφή διαπίστωση: παρά τις επιμέρους βελτιώσεις του 2025, οι θεσμικές αλλαγές που θα μετέτρεπαν τη διαχείριση των πυρκαγιών από «αντίδραση» σε «πρόληψη» δεν έχουν ακόμη υλοποιηθεί. Η ανάγκη για μια επίσημη, δημόσια διαδικασία αποτίμησης και αποκόμισης διδαγμάτων μετά από κάθε αντιπυρική περίοδο κρίνεται επιτακτική. Μόνο έτσι η Ελλάδα μπορεί να περάσει από την κουλτούρα της καταστολής στην κουλτούρα της πρόληψης, περιορίζοντας το τεράστιο ανθρώπινο, περιβαλλοντικό και οικονομικό κόστος που αφήνουν πίσω τους οι φωτιές κάθε καλοκαίρι.