Αυτό που αναδεικνύεται πλέον όχι μόνο από ιδιωτικούς διαλόγους σε… καφενεία, αλλά και από στοιχεία που επεξεργάζονται στις Βρυξέλλες και στο Λουξεμβούργο στην έδρα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας που διεξάγει την νέα έρευνα, είναι πώς για τον ΟΠΕΚΕΠΕ πολλοί γνώριζαν. Λίγα ή περισσότερα. Κάποιοι συμμετείχαν, άλλοι ανεχόντουσαν, πολλοί απλά προσπαθούσαν να καλύψουν με το κοινοτικό χρήμα που απέμενε προς διάθεση σε αυτούς κάποια από τα (πολλά) προβλήματα που αντιμετωπίζει η αγροτική οικονομία.
Μιλάμε για 3 δισ. ευρώ ετησίως κοινοτικών κονδυλίων που μοιράζονται μέσω της ΚΑΠ επί δεκαετίες. Καταλήγουν, όχι μόνο σε άμεσες ενισχύσεις αγροτών και κτηνοτρόφων, αλλά και σε πολλές άλλες παρεμβάσεις και προγράμματα, ακόμη και σε δράσεις αγροτουρισμού! Να θυμίσουμε ότι ανάλογοι έλεγχοι γίνονται και στα άλλα κονδύλια που έρχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση τόσα χρόνια, δηλαδή στα ΕΣΠΑ και προσφάτως στο Ταμείο Ανάκαμψης.
Το ερώτημα λοιπόν που τίθεται είναι αν υπάρχουν και άλλοι ΟΠΕΚΕΠΕ; Αν υπάρχουν και άλλοι φορείς που μοιράζουν κοινοτικό ή κρατικό χρήμα και βρίσκουν τον τρόπο να παραβούν τους κανόνες; Αν υπάρχουν ανάλογα «κενά» σε φορείς της δημόσιας διοίκησης που σχετίζονται με τις αναθέσεις, τις διαγωνιστικές διαδικασίες, με την καθημερινότητα του πολίτη ή του επιχειρηματία;
Θα μου πείτε παντού στην αναπτυγμένη Ευρώπη υπάρχουν φαινόμενα κακοδιαχείρισης ή απάτης, αλλιώς δεν θα υπήρχε η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, αλλιώς δεν θα υπήρχαν οι έλεγχοι της Κομισιόν που οδηγούν σε αποκάλυψη παρατυπιών και σε επιβολή προστίμων σε όλη την ΕΕ. Το θέμα είναι ωστόσο πως αντιμετωπίζεται ένα ζήτημα όταν ανακύψει. Για παράδειγμα με την ΑΑΔΕ και τις ψηφιακές συναλλαγές γίνεται συστηματικά δουλειά τα τελευταία χρόνια που φαίνεται στην μείωση του κενού ΦΠΑ (που είναι μία ένδειξη του βαθμού παραβατικότητας που χτυπά πολύ έντονα στην οικονομία και στην «τσέπη» όσων πληρώνουν φόρους). Πάμε προς το 10% του ΑΕΠ και πασχίζουμε να προσεγγίσουμε τον μέσο όρο παραβατικότητας της ΕΕ (που έχει κενό ΦΠΑ 7% του ΑΕΠ).
Όπως λοιπόν επιχειρείται να μειωθεί το τέρας της φοροδιαφυγής στον ΦΠΑ σε επίπεδα «ΕΕ», έτσι θα πρέπει να δούμε και πώς θα βρεθεί άκρη και σε άλλες εστίες, κάνοντας ένα άλμα από την τακτική μετακύλισης ευθυνών, στην απόφαση να υπάρχει ανάληψη ευθύνης και δράσης. Η ευθύνη ανήκει βεβαίως σε πολλούς όταν πρόκειται για μία «διαδικασία» που γίνεται μαζικά και επί σειρά ετών. Υπάρχει συνυπευθυνότητα πολιτικών, φορέων, πολιτών και επιχειρήσεων που είχαν εμπλοκή. Έίτε κινούσαν τα νήματα, είτε ήταν απλά ένα γρανάζι τους.
Γι αυτό και είναι αναγκαία η δράση να έχει ευρεία αποδοχή και στήριξη. Για να είναι εφικτές αλλαγές προς όφελος της διαφάνειας και της ισονομίας που θα μπορούν να έχουν και διάρκεια και ευστάθεια.