Είναι σαφές ότι οι προβλέψεις Ευρωπαϊκής Επιτροπής φτιάχτηκαν γιατί έπρεπε κάτι να ανακοινωθεί. Διότι η θολούρα παγκοσμίως -η οποία είναι τόσο μεγάλη που ουδείς μπορεί να εκτιμήσει στην πράξη τα μελλούμενα- θυμίζει τις πιο «σκοτεινές ημέρες της πανδημίας», όπως είπε και ο Βάλντις Ντομπρόβσκις.
Το σημαντικό είναι ότι με το υπόδειγμα που χρησιμοποιούν στις Βρυξέλλες, η Ελλάδα αντέχει. Η ανάπτυξη αναμένεται να διατηρήσει τον ίδιο βηματισμό (2,3% φέτος, 2,2% το 2026 που τελειώνει ο ορίζοντας των εκτιμήσεων, έναν από τους πιο ισχυρούς στην Ευρωζώνη η οποία μειώνει ταχύτητα (αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 0,9% φέτος έναντι 1,3% εκτίμησης το προηγούμενο φθινόπωρο). Η πρόβλεψη της Κομισιόν για την Ελλάδα ταυτίζεται με αυτή άλλων οργανισμών, αλλά και οίκων, όπως της Fitch που προχώρησε σε μια αναβάθμιση outlook εν μέσω μιας δύσκολης διεθνούς συγκυρίας.
Αν μάλιστα προχωρήσουν, με θετικό για την Ελλάδα πρόσημο, όσα συζητούνται στις Βρυξέλλες για τη ρήτρα διαφυγής στις αμυντικές δαπάνες, για μία χρονική διευκόλυνση στις δαπάνες του Ταμείου Ανάκαμψης και για έναν επόμενο πολυετή προϋπολογισμό της ΕΕ που θα στηρίζει πολιτικές «συνοχής» (δηλαδή θα συνεχίσει με κάποιο τρόπο να τροφοδοτεί επαρκώς με κοινοτικό χρήμα την Ελλάδα), τότε η εικόνα θα είναι θετική και για την ανάπτυξη μετά το 2026. Γιατί, να μην ξεχνάμε, το πιο μεγάλο μέρος αυτής της (σχετικά πιο ισχυρής) ανάπτυξης προέρχεται από τα κονδύλια της ΕΕ (Ταμείο Ανάκαμψης, ΕΣΠΑ, ΚΑΠ).
Είναι καλό λοιπόν να είσαι ανθεκτικός στα δύσκολα. Αλλά, καθώς ένα μεγάλο μέρος αυτής της ανθεκτικότητας συνδέεται με χρηματοδοτήσεις και οι καιροί (παγκοσμίως) είναι άδηλοι, είναι καλό να κοιτάμε και πως μοιράζεται αυτή η ανάπτυξη, αλλά και τι μέτωπα υπάρχουν ή κυοφορούνται.
Θα έχουμε λοιπόν ως χώρα έναν από τους πιο υψηλούς ρυθμούς ανόδου του ΑΕΠ στην ΕΕ, αλλά θα έχουμε και έναν από τους πιο υψηλούς και επίμονους πληθωρισμούς (2,8% άνοδος του εναρμονισμένου δείκτη φέτος). Ειδικά ο δομικός πληθωρισμός (με ρυθμό 3,5% έναντι 2,4% στην Ευρωζώνη), θα είναι ο ταχύτερος μετά από την Εσθονία και τη Σλοβακία.
Η επίμονη και έντονη πληθωριστική πίεση έχει άμεσες εισοδηματικές επιπτώσεις, εκτιμά η Κομισιόν. Η κατά κεφαλήν άνοδος απολαβών φέτος στην Ελλάδα αναμένεται στο 3,8% (μία επίδοση λίγο πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης). Το ζήτημα είναι πως όταν υπολογίζεται η πραγματική άνοδος απολαβών (δηλαδή χωρίς πληθωρισμό) η άνοδος είναι η 3η πιο βραδεία στην Ευρωζώνη μετά την Αυστρία και τη Φινλανδία: οι πραγματικές απολαβές θα αυξηθούν φέτος κατά 0,7%, έναντι 1,5% μέσης ανόδου στην Ευρωζώνη. Με άλλα λόγια, το «μέρισμα» της ανάπτυξης που καταλήγει τελικά στις «τσέπες» των εργαζομένων είναι πολύ περιορισμένο στην Ελλάδα αν αφαιρεθεί το ποσό που «εξαερώνεται» από τον πληθωρισμό o οποίος δεν φαίνεται να επιβραδύνεται επαρκώς.
Ένα άλλο στοιχείο με σχετικό ενδιαφέρον στις προβλέψεις της Κομισιόν είναι πως το ποσοστό των αποταμιεύσεων των νοικοκυριών είναι αρνητικό μόνο στην Ελλάδα (-2,5%) έναντι ανόδου 15,2% στην Ευρωζώνη. Αλλά και πως οι τιμές κατοικιών την περίοδο 2019-2024 είχαν την πιο μεγάλη άνοδο στην Ελλάδα. Η εικόνα συμπληρώνεται από τη μειούμενη μεν αλλά υψηλή ανεργία, το χαμηλό ποσοστό απασχόλησης και το μεγάλο χάσμα σε όρους εισοδηματικής σύγκλισης. Και με μια υπενθύμιση του κυοφορούμενου νέου μετώπου, της γήρανσης του πληθυσμού: η Ελλάδα είναι ένα από τα 5 κράτη της Ευρωζώνης που γνωρίζουν μείωση πληθυσμού (κατά 0,2% εκτιμάται φέτος).
Οι αριθμοί λοιπόν δείχνουν ανθεκτικότητα της οικονομίας και σε δύσκολες συνθήκες. Ωστόσο, η διατήρησή της απαιτεί πρόσθετες κινήσεις που θα διασφαλίσουν πως θα υπάρχει απτό αποτέλεσμα στην «τσέπη» του πολίτη για λόγους κοινωνικής ευημερίας, αλλά και για τη βιωσιμότητα της ίδιας της ανάπτυξης.