Η άμβλυνση της ανησυχίας για την εξέλιξη του εμπορικού πολέμου που κήρυξε ο Πρόεδρος των ΗΠΑ έχει επιτρέψει στις αγορές μετοχών να ανακάμψουν, μετά το σοκ που υπέστησαν στις αρχές Απριλίου. O S&P 500 ενισχύεται έκτοτε σχεδόν 20%, ο γερμανικός DAX μετράει κέρδη 22%, ο βρετανικός FTSE 100 βρίσκεται στο +14% και ο ιαπωνικός Nikkei στο +11%.
Όπως επισημαίνουν ξένοι αναλυτές, η διάθεση ανάληψης ρίσκου εκ μέρους των επενδυτών αποκαθίσταται, τουλάχιστον προσωρινά, με την προσδοκία ότι οι ΗΠΑ θα καταλήξουν σε μια βιώσιμη δασμολογική συμφωνία με την Κίνα (και τον υπόλοιπο κόσμο) – κάτι που κανείς δε μπορεί να προβλέψει με βεβαιότητα.
Πάντως τη διάθεση ανάληψης ρίσκου δεν ανέτρεψε ούτε η υποβάθμιση του αμερικανικού χρέους από τη Moody’s. Όπως σχολιάζει σε χθεσινή έκθεσή της η UBS, οι επενδυτές γνώριζαν ήδη τη δημοσιονομική κατάσταση των ΗΠΑ και την εικόνα του αμερικανικού χρέους. Η κίνηση της Moody’s κατά πάσα πιθανότητα δεν θα πυροδοτήσει ρευστοποιήσεις, παρόλο που βραχυπρόθεσμα οι αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων ενδέχεται να αυξηθούν. Το πιο πιθανό είναι ότι η υποβάθμιση θα αποτελέσει πολιτικό επιχείρημα στις διαπραγματεύσεις για τον προϋπολογισμό των ΗΠΑ, από όσους εκτιμούν ότι η πρόταση Trump δεν αντιμετωπίζει αποτελεσματικά το έλλειμμα, σχολιάζει η UBS, εκτιμώντας ωστόσο ότι η γενική δημοσιονομική κατεύθυνση δεν θα αλλάξει.
Τις επόμενες εβδομάδες οι αγορές θα αρχίσουν πιθανότατα να επηρεάζονται όλο και περισσότερο από την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων για τον αμερικανικό προϋπολογισμό και τις συνέπειες στο έλλειμμα, σημειώνει η UBS, χωρίς να αποκλείει μάλιστα κάποια παρέμβαση της Fed σε περίπτωση που οι αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων αυξηθούν σε μη βιώσιμα επίπεδα.
Τι σημαίνουν όλα αυτά για τους επενδυτές; Διαφοροποίηση.
Για τους αναλυτές της UBS, το υψηλής ποιότητας δημόσιο χρέος αποτελεί ελκυστική επενδυτική επιλογή και ενώ εκφράζουν προτίμηση για αμερικανικά ομόλογα μέσης διάρκειας, κοντά στα 5 έτη, δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να προκύψουν ευκαιρίες και σε τίτλους μεγαλύτερης ωρίμανσης.
Ταυτόχρονα, η UBS συνεχίζει να αναμένει υψηλότερα επίπεδα τιμών για τις αμερικανικές μετοχές σε ορίζοντα 12 μηνών, με προτίμηση στους κλάδους των τηλεπικοινωνιών, της πληροφορικής, της υγείας και των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας. Οι αναλυτές του οίκου συστήνουν επίσης μείωση της έκθεσης σε δολάριο, το οποίο πιθανότατα θα αποδυναμωθεί περαιτέρω μακροπρόθεσμα, καθώς η τάση των επενδυτών για διαφοροποίηση των χαρτοφυλακίων τους θα ενισχύεται. Ακόμη περισσότερο δε, αν η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ αρχίσει να παρεμβαίνει στις αγορές ομολόγων εν μέσω υψηλών δημοσιονομικών ελλειμμάτων.
Τέλος, οι αναλυτές της UBS επισημαίνουν ότι σε ένα καλά διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο έχει θέση και ο χρυσός, με ένα μέσο μονοψήφιο ποσοστό συμμετοχής, καθώς η τιμή του μετάλλου θα βρει στήριξη εν μέσω γεωπολιτικής αβεβαιότητας, δημοσιονομικών πιέσεων και αποδυναμωμένου δολαρίου.
Συσχέτιση μετοχών – ομολόγων
Από την πλευρά τους, αναλυτές της Goldman Sachs επισημαίνουν ότι η συσχέτιση μετοχών – ομολόγων έχει γίνει αρνητική τους τελευταίους τρεις μήνες. Αυτό σημαίνει ότι, καθώς οι αποδόσεις των αμερικανικών 30ετών ομολόγων «σκαρφάλωσαν» στο 5%, οι αποδόσεις των ιαπωνικών ομολόγων μακράς διάρκειας βρίσκονται σε υψηλό 25ετίας και οι αποδόσεις των βρετανικών 30ετών ομολόγων είναι στα υψηλότερα επίπεδα από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, οι μετοχές θα έπρεπε να έχουν δεχθεί πιέσεις. Κάτι όμως που μέχρι στιγμής δεν έχει συμβεί.
Σύμφωνα με τη GS, αυτό είναι μια ένδειξη ότι οι επενδυτές διεθνώς διαφοροποιούν όλο και περισσότερο τα χαρτοφυλάκιά τους και στρέφονται τόσο σε μετοχές όσο και σε ομόλογα. Το αν όμως οι μετοχές θα συνεχίσουν να «αφομοιώνουν» την άνοδο των ομολόγων θα εξαρτηθεί από την έκταση και την ταχύτητα αυτής της ανόδου.
Η Goldman Sachs εξηγεί ότι, τα τελευταία χρόνια, με τα 10ετή αμερικανικά ομόλογα πάνω από το 5%, η συσχέτιση μετοχών και ομολόγων ήταν θετική, κινούνταν δηλαδή προς την ίδια κατεύθυνση. Ωστόσο, όσο το ενδιαφέρον στρέφεται περισσότερο στα δημοσιονομικά μεγέθη και λιγότερο στην ανάπτυξη, οι μετοχές πιθανότατα θα δεχτούν πιέσεις. Πάντως, οι αναλυτές της GS εκτιμούν ότι προς το παρόν η πιθανότητα να διορθώσουν ταυτόχρονα οι τιμές των μετοχών και τα αμερικανικά ομόλογα μακράς διάρκειας είναι χαμηλή.
Και η GS τάσσεται υπέρ ενός καλά διαφοροποιημένου χαρτοφυλακίου, και συστήνει overweight σε ρευστό. Μεταξύ άλλων, αναμένει περαιτέρω αποδυνάμωση του δολαρίου, ενώ θεωρεί ελκυστική την ταυτόχρονη έκθεση σε μετοχές και ομόλογα.