
Αποτελεί πάγια πολιτική τακτική των κυβερνήσεων εντός ΕΕ να καρπώνονται τα οφέλη της συμμετοχής στην Ένωση και να αποδίδουν στις Βρυξέλλες την ευθύνη όταν η κατάσταση γίνεται δύσκολη. Ακόμη θυμάμαι τις αντιευρωπαϊκές κραυγές (τσιρίδες για την ακρίβεια) και την άδικη επικοινωνιακή επίθεση -γνωστή η τακτική της από τότε- που εξαπέλυε τον Απρίλιο του 2017 η Ζωή Κωνταντοπούλου στη σοσιαλίστρια Ρουμάνα Επίτροπο για την Περιφερειακή Ανάπτυξη Κορίνα Κρέτσου. Μέχρι που η Κρέτσου -προερχόμενη από μία φτωχότερη χώρα από την Ελλάδα- της θύμισε ότι η χώρα μας δε π.χ. θα είχε ίχνος από… εθνικό δίκτυο αυτοκινητοδρόμων αν δεν χρηματοδοτούσε την κατασκευή του η ΕΕ. Και είχε απόλυτο δίκιο.
Η αλήθεια είναι ότι ακόμα και σήμερα δεν καταγράψαμε ιδιαίτερη προβολή στα περισσότερα από 250 εκατ. ευρώ κοινοτικών χρηματοδοτήσεων για την ολοκλήρωση του αυτοκινητοδρόμου Πατρών – Πύργου. Αλλά είναι κατανοητό και αναμενόμενο: τα θετικά τα καρπώνονται οι πρωτεύουσες.
Αυτό που δεν είναι ούτε κατανοητό ούτε αναμενόμενο είναι το αντίστροφο: να λειτουργούν οι πρωτεύουσες σε βάρος του συνολικού ευρωπαϊκού οφέλους για λόγους εσωτερικούς και να κατηγορούν την Επιτροπή για το τελικό αποτέλεσμα. Η συμφωνία με τον Τραμπ για τους δασμούς αποτελεί το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα. Αν σε ένα ζήτημα η ΕΕ είχε (και διατηρεί) συγκριτικό πλεονέκτημα ως Ένωση είναι το εμπόριο. Η στάση της ωστόσο στη διαπραγμάτευση για τους δασμούς ήταν τουλάχιστον διστακτική. Και αυτή δεν είναι δική μας παρατήρηση αλλά συμπέρασμα της αμερικανικής πλευράς.
Οι δηλώσεις Γκάρντερ
O Άντονι Γκάρντνερ, πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στην ΕΕ επί προεδρίας Ομπάμα, ήταν εξαιρετικά σαφής μιλώντας στο Politico. «Η Ευρώπη είχε μετατρέψει μια χρυσή διαπραγματευτική θέση σε ένα ασυνάρτητο συνονθύλευμα θέσεων μέσα σε λίγες εβδομάδες. Ακουγόταν αδύναμη και όλα αυτά προήλθαν από ορισμένες βαθιές παρεξηγήσεις».
Αντί να εμπλακεί σε μια κλασική διαπραγμάτευση, ο Τραμπ, «ο οποίος μισεί την Ευρωπαϊκή Ένωση», όπως είπε ο Γκάρντνερ, επιδίωξε να κατακερματίσει αυτό που θεωρεί ως έναν «διαιρεμένο, αδύναμο, αργό και δυσκίνητο οργανισμό ... Και όντως πέτυχε αυτόν τον στόχο».
Η ΕΕ πράγματι εξασφάλισε βαθμούς προβλεψιμότητας μέσω της συμφωνίας αυτής και απέφυγε εντονότερη σύγκρουση εν μέσω μάλιστα ενός εξαιρετικά ρευστού γεωπολιτικού πεδίου. Ο Γκάρντνερ ωστόσο ενέταξε στην εξίσωση και τον παράγοντα της Κίνας: «Το μακροπρόθεσμο μήνυμα προς την Κίνα, μεταξύ άλλων, είναι ότι ο εκφοβισμός (bulling) λειτουργεί. Δείχνει ότι ένας πολύ πιο αποτελεσματικός τρόπος να αποσπάσεις παραχωρήσεις [από την ΕΕ] από τη διαπραγμάτευση είναι η απειλή, η αδίστακτη χρήση πίεσης για να διχάσεις την ΕΕ».
Η ευθύνη δεν είναι της Επιτροπής
Με βάση τα δεδομένα, άποψή μας είναι ότι η ΕΕ πήρε ένα άσχημο αποτέλεσμα, το βέλτιστο δυνατό όμως αν αναλογιστούμε τις θέσεις των κρατών-μελών. Ο Γκάρντερ ήταν εξαιρετικά σαφής μάλιστα. Ανέδειξε τους εθνικούς ηγέτες που υπερασπίζονται τις εγχώριες βιομηχανίες ως το κύριο πρόβλημα, υποστηρίζοντας «ότι τα κράτη μέλη έδειξαν έλλειψη αλληλεγγύης σε μια κρίσιμη στιγμή. Με αυτόν τον τρόπο αποδυνάμωσαν την Επιτροπή». Και κατέληξε λέγοντας στο Politico: «Αν δεν υπάρχει αίσθηση αλληλεγγύης, τότε δεν υπάρχει και ιδιαίτερη προοπτική».
Έχουμε συχνά αναφερθεί σε δομικές ανισορροπίες αλλά και πολιτικούς τακτισμούς από την πλευρά της Επιτροπής. Αυτό όμως που οφείλουμε να έχουμε κατά νου -ειδικά στην εποχή μας- είναι ότι η Ένωση δεν αντλεί δύναμη από τις Βρυξέλλες αλλά από τις πρωτεύουσες. Υπό συνήθεις συνθήκες, η λογική του ελάχιστου κοινού πεδίου των 27 λειτουργεί επαρκώς. Υπό τις παρούσες συνθήκες, με τους bullies του κόσμου να κυριαρχούν, αναγκαστικά οι 27 θα κληθούν να λάβουν και να εφαρμόσουν δύσκολες αποφάσεις. Κι αν δεν το πράξουν όλοι, θα το πράξουν ανά ομάδες. Με την Ελλάδα να έχει απόλυτο εθνικό συμφέρον να είναι μέσα σε κάθε μία από αυτές.
Διαβάστε περισσότερα άρθρα της στήλης ΑΘΗΝΑ-ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ
Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.