Ανοδικά κινήθηκαν οι καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες το Σεπτέμβριο, για πέμπτο συνεχή μήνα, με τις καθαρές εισροές να αγγίζουν τα 625 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, η άνοδος αφορά κυρίως τα νοικοκυριά και μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις.
Το τελευταίο πεντάμηνο που έχει ξεκινήσει η πορεία επιστροφής των καταθέσεων καταγράφεται συνολική αύξηση καταθέσεων κατά 3,6 δισ ευρώ. Από αυτά, το 1,5 δισ ευρώ αφορά καταθέσεις νοικοκυριών και τα 2,4 δισ ευρώ, καταθέσεις επιχειρήσεων
Παρά τις αυξημένες φορολογικές υποχρεώσεις της περιόδου, τα νοικοκυριά αύξησαν τα υπόλοιπά τους κατά 207 εκατ. ευρώ, ενώ οι μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις κατά 418 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω τουρισμού. Στο μεταξύ, εξακολουθεί και αυξάνεται το ενδιαφέρον του κοινού για προθεσμιακές καταθέσεις, αναζητώντας μια μεγαλύτερη απόδοση.
Έτσι, το Σεπτέμβριο, για τρίτο συνεχή μήνα, αυξήθηκαν τα υπόλοιπα των προθεσμιακών καταθέσεων κατά 288 εκατ. ευρώ. Η άνοδος αυτή αντανακλά τη βελτίωση του κλίματος που επικρατεί στην αγορά καθώς ερμηνεύεται ως εμπιστοσύνη προς τις τραπεζικές καταθέσεις, δεδομένου ότι οι ιδιώτες φυσικά πρόσωπα «κλειδώνουν» για ένα διάστημα τα διαθέσιμά τους.
Την ίδια περίοδο, πέραν της εισροής καταθέσεων και της επιστροφής μετρητών ενδεχομένως από "στρώματα" και συρτάρια, τοποθετήθηκαν σε τραπεζικούς λογαριασμούς και κεφάλαια που προέκυψαν από ρευστοποιήσεις αμοιβαίων κεφαλαίων. Επιπλέον, χαρακτηριστικό είναι ότι αυξήθηκαν και οι συναλλαγές με πιστωτικές κάρτες, με αποτέλεσμα να περιορίζονται οι αναλήψεις μετρητών.
Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση της Τράπεζας της Ελλάδος για το Σεπτέμβριο, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της συνολικής χρηματοδότησης της οικονομίας διατηρήθηκε αμετάβλητος στο -1,5% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα και η μηνιαία καθαρή ροή ήταν αρνητική κατά 552 εκατ. ευρώ, έναντι αρνητικής καθαρής ροής 241 εκατ. ευρώ τον προηγούμενο μήνα.
Ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής του συνόλου των καταθέσεων διατηρήθηκε αμετάβλητος στο 4,7% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα και η μηνιαία καθαρή ροή ήταν θετική κατά 36 εκατ. ευρώ, έναντι θετικής καθαρής ροής 1.500 εκατ. ευρώ τον Αύγουστο του 2017.