«Ο πρόεδρος Τραμπ εκλέχτηκε πριν από ένα χρόνο περίπου με μία απλή πολιτική πλατφόρμα: ευημερία εντός των ΗΠΑ και ειρήνη εκτός των αμερικανικών συνόρων», σημείωσε ο υπουργός Ενέργειας των ΗΠΑ, Κρις Ράιτ, από το βήμα της 6ης Συνόδου της Διατλαντικής Συνεργασίας για την Ενέργεια (P-TEC) στο Ζάππειο.
Όπως πρόσθεσε, κεντρικό στοιχείο σε αυτή την ατζέντα είναι η ενέργεια, καθώς αν υπάρχει άφθονη και προσιτή οικονομικά ενέργεια, τότε μπορεί να βελτιωθεί η ζωή των πολιτών. Υπογράμμισε πως για πολλές 10ετίες στόχος των ΗΠΑ ήταν η ενεργειακή αυτάρκεια, χωρίς ωστόσο να καταφέρουν να μηδενίσουν τις «καθαρές» εισαγωγές.
«Σήμερα είμαστε ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου και ο μεγαλύτερος εξαγωγέας φυσικού αερίου. Στόχος του Προέδρου Τραμπ είναι να αξιοποιηθούν οι αμερικανικοί φυσικοί πόροι, για να ενισχυθούν οι δεσμοί με τους συμμάχους μας ανά την υφήλιο», τόνισε.
Υπογράμμισε πως, καθώς η Ρωσία ήταν ο μεγαλύτερος προμηθευτής αερίου, άνθρακα και πετρελαίου, η Μόσχα εκτίμησε πως Ευρώπη δεν θα αντιδράσει στην εισβολή στην Ουκρανία. «Ο Θεός να ευλογεί την Ευρώπη που αντιστάθηκε στον εκβιασμό. Μαζί με τις ΗΠΑ, μπορεί να εξαλειφθεί πλήρως η παρουσία της Ρωσίας στο αέριο, το πετρέλαιο και το ουράνιο που καταναλώνεται στην Ευρώπη».
Υπογράμμισε πως μία επίπτωση του πολέμου στην Ουκρανία, λόγω της ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία, ήταν πως οι ενεργειακές ροές δεν σταμάτησαν αλλά περιορίστηκαν. Αυτό οδήγησε σε εκτίναξη των τιμών, με συνέπεια κάθε χρόνο να πεθαίνουν περισσότεροι άνθρωποι από το ψύχος, έναντι των θανάτων από τους καύσωνες.
Σημείωσε πως η ενέργεια αποτελεί παράγοντα ευημερίας, για τη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων. Στην περίοδο της οικονομικής κρίσης, από το 2010, το μερίδιο των ΗΠΑ στην παγκόσμια κατανάλωση ανερχόταν στο 25%, όσο και το ποσοστό της Ευρώπης. Αν και μεσολάβησε η επανάσταση του σχιστολιθικού αερίου και η εκτίναξη της παραγωγής κατά την πρώτη προεδρία Τραμπ, στη συνέχεια καταγράφηκε μείωση του μεριδίου και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, λόγω των πολιτικών που ακολουθήθηκαν και οδήγησαν σε αποβιομηχάνιση.
Σημείωσε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα τη Γερμανία, όπου η εκτίναξη του ενεργειακού κόστους επέφερε πλήγμα στην αυτοκινητοβιομηχανία. Την ίδια στιγμή, οι πολιτικές αυτές είχαν μικρή η επίπτωση στις εκπομπές, καθώς το μερίδιο των υδρογονανθράκων στο γερμανικό ενεργειακό μίγμα είναι σήμερα 75%, από 79%.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, έχουν επενδυθεί 4-5 τρισ. δολάρια σε ΑΠΕ, μπαταρίες και δίκτυα. Ωστόσο, πέρυσι μόλις το 2,6% της παγκόσμιας παραγωγής προήλθε από ΑΠΕ.
Υπογράμμισε πως η διαθεσιμότητα φθηνής και οικονομικής ενέργειας είναι απαραίτητη οπουδήποτε στον πλανήτη δοθεί προτεραιότητα στην ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης. Έναν νέο κλάδο που υπόσχεται σημαντική οικονομική ανάπτυξη.
«Η Ελλάδα έχει κάνει σημαντικά αρχικά βήματα. Σήμερα είναι πύλη στην Ευρώπη για το αμερικανικό αέριο και στο μέλλον -χάρις στην αμερικανική στήριξη- για αέριο που θα παράγεται εγχώρια. Οι ΗΠΑ θέλουν να εργαστούν με όλα τα έθνη που συμμετέχουν στη Σύνοδο, ώστε να φέρουν ευημερία και ενεργειακή ασφάλεια.
Πρόκειται για μία ιστορική Σύνοδο, η οποία επανεπιβεβαιώνει πως ΕΕ και ΗΠΑ μοιράζονται ένα κοινό όραμα, ότι η ενέργεια μπορεί να διασφαλίσει ειρήνη, σταθερότητα και ευημερία. Αυτό είναι το σημαντικό μήνυμα, η εξάλειψη του ρωσικού αερίου, με την Ελλάδα να αποτελεί το φυσικό σημείο εισόδου καυσίμου για την ευρύτερη περιοχή», κατέληξε.