«Ο κόσμος έχει αλλάξει αμετάκλητα» και η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να προσαρμοστεί, ενισχύοντας όχι μόνο την ανταγωνιστικότητα αλλά και τη στρατηγική της αυτονομία, αναφέρει σε έκθεσή της η Deutsche Bank. Οι αναλυτές της DB κάνουν λόγο για ένα «νέο τοπίο το 2026», καθώς οι γεωπολιτικές εντάσεις αυξάνονται και οι παγκόσμιες σχέσεις γίνονται πιο ανταγωνιστικές.
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είχε σχεδιαστεί για να λειτουργεί σε ένα τέτοιο περιβάλλον» αναφέρουν, επισημαίνοντας ότι το παραδοσιακό ευρωπαϊκό μοντέλο των χαμηλών αμυντικών δαπανών και της έμφασης στις υψηλές εξαγωγές δείχνει πλέον ευάλωτο.
Σύμφωνα με τη Deutsche Bank, η νέα πραγματικότητα απαιτεί μεγαλύτερη στρατηγική αυτονομία: η ΕΕ πρέπει να ενισχύσει την ικανότητά της να συνάπτει εμπορικές σχέσεις και συμμαχίες, αλλά ταυτόχρονα να στηρίζεται περισσότερο στις δικές της δυνάμεις, σε πεδία όπως η άμυνα, η ενέργεια, η τεχνολογία, η χρηματοδότηση και οι εφοδιαστικές αλυσίδες.
«Η Έκθεση Ντράγκι για την Ανταγωνιστικότητα μπορεί να λειτουργήσει ως σχέδιο δράσης για αυτή τη μετάβαση» σημειώνει η έκθεση, καθώς και ότι «αν και το κόστος των περίπου 800 δισ. ευρώ τον χρόνο φάνηκε αρχικά απαγορευτικό, η αποδυνάμωση του διεθνούς ρόλου των ΗΠΑ και η αλλαγή κατεύθυνσης στις παγκόσμιες χρηματοροές ίσως ανοίξουν τον δρόμο για την ΕΕ να χρηματοδοτήσει πιο εύκολα αυτή τη μετάβαση».
Οι αναλυτές της DB επισημαίνουν ότι η ΕΕ κάνει ήδη τα πρώτα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, αναζητώντας νέες εμπορικές συμφωνίες και στρέφοντας το ενδιαφέρον της στον Παγκόσμιο Νότο. Υπογραμμίζουν, επίσης, ότι η αύξηση των αμυντικών δαπανών δεν αφορά μόνο την ασφάλεια. Μπορεί να ενισχύσει και την οικονομία.
«Η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία παραμένει μικρή, αλλά έχει περιθώρια ανάπτυξης. Όσο μεγαλώνει, τόσο περισσότερα χρήματα από τις δημόσιες δαπάνες θα μένουν στην Ευρώπη, ενισχύοντας την οικονομική δραστηριότητα. Παράλληλα, οι τεχνολογίες διπλής χρήσης (πολιτικής και στρατιωτικής) θα μπορούσαν να τονώσουν την παραγωγικότητα».
Το ευρώ ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα
Αναφερόμενη στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα, η Deutsche Bank σχολιάζει πως, αν προχωρήσουν ορισμένες βασικές πρωτοβουλίες, όπως η κοινή έκδοση χρέους για την άμυνα και η ενοποίηση των κεφαλαιαγορών, τότε η ΕΕ μπορεί να ενισχύσει περαιτέρω τη στρατηγική της αυτονομία και να δώσει ώθηση στο ευρώ ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα.
«Όλα αυτά, σε συνδυασμό με πολιτικές ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, θα μπορούσαν να επιτρέψουν στην Ευρώπη να διαχειριστεί καλύτερα τις διακυμάνσεις της ισοτιμίας με το δολάριο».
Οι αναλυτές της Deutsche Bank προβλέπουν το ευρώ να φτάνει στο 1,20 έναντι του δολαρίου στο τέλος του 2025 και το 1,25 στο τέλος του 2026.
Αντίρροπες δυνάμεις
Σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη, ένας πιθανός εμπορικός πόλεμος αποτελεί κίνδυνο για την ΕΕ, κυρίως για το 2025. Αντίθετα, η αύξηση των αμυντικών δαπανών μπορεί να αποτελέσει παράγοντα στήριξης από το 2026 και μετά, σχολιάζουν οι αναλυτές της DB, ενώ υποστηρικτικά προς την ανάπτυξη μπορούν επίσης να λειτουργήσουν η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και η ενίσχυση του πραγματικού εισοδήματος.
Ειδικά για τον πληθωρισμό, η DB σχολιάζει ότι σε περίπτωση ενός εμπορικού πολέμου θα δημιουργηθούν προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες, ωθώντας τον πληθωρισμό προς τα πάνω. Αντίθετα, η ανατίμηση του ευρώ, οι φθηνότερες τιμές ενέργειας και η στροφή του εμπορίου προς άλλες αγορές μπορεί να λειτουργήσουν αποπληθωριστικά.
Το ουκρανικό μέτωπο
Μια κατάπαυση πυρός ανάμεσα στη Ρωσία και την Ουκρανία είναι πιθανή μέσα στους επόμενους 6 έως 12 μήνες, αλλά οι συνθήκες δεν είναι ακόμη ώριμες, αναφέρει η Deutsche Bank, εξηγώντας πως γι’ αυτό τον λόγο δεν ενσωματώνει τις επιπτώσεις της στις προβλέψεις της.
Η διακοπή της πολεμικής σύγκρουσης, «αν και θα μπορούσε να προκαλέσει ένα προσωρινό κλίμα αισιοδοξίας» θα είχε περιορισμένες θετικές επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή οικονομία. Και αυτό, διότι οι βασικές επιπτώσεις του πολέμου ήταν το ενεργειακό κόστος και η αύξηση της αβεβαιότητας. «Οι τιμές της ενέργειας έχουν ήδη σε μεγάλο βαθμό επανέλθει» αναφέρει η DB, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι η ΕΕ έχει λύσει το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας, εκτιμά δε ότι είναι «απίθανο» να στραφεί σύντομα η ΕΕ ξανά στο ρωσικό φυσικό αέριο.
Σε ό,τι αφορά την ασφάλεια, οι αναλυτές της DB σημειώνουν ότι, ακόμα και μετά τον τερματισμό του πολέμου, «η ευρωπαϊκή ισορροπία ασφάλειας είναι εξαιρετικά απίθανο να επιστρέψει στην προπολεμική κανονικότητα».