H πρόεδρος της Fed της Βοστώνης, Σούζαν Κόλινς, στην πρώτη δημόσια ομιλία της από την ανάληψη των καθηκόντων της, υπογράμμισε πως απαιτείται πρόσθετη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής για τον περιορισμό του υψηλού πληθωρισμού, προειδοποιώντας ταυτόχρονα και για απώλειες θέσεων εργασίας.
«Η επιστροφή του πληθωρισμού στον στόχο θα απαιτήσει περαιτέρω σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, όπως σηματοδοτήθηκε στις πρόσφατες προβλέψεις της FOMC», δήλωσε η Κόλινς τη Δευτέρα σε εκδήλωση του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Βοστώνης.
«Θα είναι σημαντικό να δούμε ξεκάθαρα και πειστικά σημάδια ότι ο πληθωρισμός μειώνεται» πρόσθεσε, χωρίς να διευκρινίζει το ύψος της αύξησης των επιτοκίων που πιστεύει ότι απαιτείται για τον έλεγχο του πληθωρισμού, ο οποίος «παραμένει πολύ υψηλός» σύμφωνα με την ίδια.
«Προβλέπω ότι η επίτευξη σταθερότητας των τιμών θα απαιτήσει βραδύτερη ανάπτυξη της απασχόλησης και κάπως υψηλότερο ποσοστό ανεργίας. Και παίρνω πολύ σοβαρά υπόψη ότι η ανεργία είναι επώδυνη και ότι το μέγεθός της έχει συγκεντρωθεί δυσανάλογα μεταξύ των ομάδων που παραδοσιακά περιθωριοποιούνται» τόνισε.
Οι αξιωματούχοι της Fed αύξησαν τα επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσης την περασμένη εβδομάδα για τρίτη συνεχόμενη συνεδρίαση, οδηγώντας τα επιτόκια τους στο 3% με 3,25%. Οι μέσες προβλέψεις δείχνουν ότι οι αξιωματούχοι εκτιμούν πώς τα επιτόκια θα φτάσουν στο 4,4% μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους και στο 4,6% το 2023, σε μια πιο επιθετική μετατόπιση απ' ό,τι αναμενόταν αρχικά.
Οικονομολόγοι προβλέπουν άνοδο επιτοκίων κατά επιπλέον 125 μονάδες βάσης φέτος, που δείχνει το πείσμα των υπεύθυνων χάραξης πολιτικής να συνεχίζουν επιθετικά τη μάχη να δαμάσουν τον ανεξέλεγκτο πληθωρισμό. Ωστόσο, ο πρόεδρος της Fed Τζερόμ Πάουελ, μιλώντας σε δημοσιογράφους μετά τη συνεδρίαση, είπε ότι δεν ελήφθησαν αποφάσεις για το μέγεθος των μελλοντικών αυξήσεων των επιτοκίων και τόνισε ότι μια αρκετά μεγάλη ομάδα αξιωματούχων θα προτιμούσε να αυξήσει τα επιτόκια μόνο κατά μια ποσοστιαία μονάδα μέχρι το τέλος του έτους.
Ο Πάουελ και άλλοι αξιωματούχοι αναγνωρίζουν ότι οι προσπάθειές τους να μειώσουν τις τιμές θα μπορούσαν να προκαλέσουν πόνο στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, συμπεριλαμβανομένης της απώλειας θέσεων εργασίας. Η αγορά εργασίας έχει παραμείνει μέχρι στιγμής ισχυρή, με την ανεργία στο 3,7%, αλλά οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής προβλέπουν ότι θα αυξηθεί σε περίπου 4,4% το επόμενο έτος.