«Πλώρη» για κερδοφορία που αναμένεται κοντά στο 1,5 δισ. ευρώ, η οποία θα είναι επαναλαμβανόμενη και όχι αποτέλεσμα συγκυριακών παραγόντων, βάζουν οι τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες από τη φετινή χρονιά. Σηματοδοτώντας την πλήρη επιστροφή τους στην κανονικότητα το 2022, η κερδοφορία των ελληνικών συστημικών τραπεζών θα ανοίξει άμεσα και τον δρόμο για την επανεκκίνηση της διανομής μερισμάτων.
Διόλου τυχαία, οι ελληνικές τράπεζες ήδη από τον Δεκέμβριο δέχονται απανωτές θετικές εκθέσεις για τις προοπτικές τους από τους διεθνείς οίκους. Σύμφωνα με όσα αναφέρουν τραπεζίτες στο insider.gr, στις επαφές τους με τους αναλυτές ξένων οίκων, οι ελληνικές τράπεζες έχουν αναφέρει προοπτική κερδών για φέτος μεταξύ 300 και 500 εκατ. ευρώ η καθεμία. Πρόκειται για κέρδη από επαναλαμβανόμενες πηγές, γεγονός που στηρίζει την προοπτική ανοδικής κερδοφορίας για τα χρόνια που έρχονται και επαναφέρει εύλογα την πολιτική διανομής μερισμάτων στους μετόχους.
Οι τραπεζίτες αναφέρουν ότι για πρώτη φορά οι ελληνικές τράπεζες ακολουθούν το θετικό κλίμα για τον τραπεζικό κλάδο ανά την Ευρώπη και δεν αποτελούν παρίες. Αυτό συμβαίνει γιατί από μόνες τους συγκεντρώνουν στοιχεία ιδιαίτερα θελκτικά για τους επενδυτές.
Ειδικότερα:
α) Το γεγονός ότι ύστερα από δύο χρόνια συντονισμένης και αποφασιστικής μείωσης των κόκκινων δανείων τους μέσω της συστημικής λύσης του «Ηρακλή», έχουν να επιδείξουν πλέον ισολογισμούς που δεν είναι προβληματικοί, αλλά έχουν αναπτυξιακή δυναμική. Μέσα στο 2022 εκτιμάται ότι ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων θα υποχωρήσει στην περιοχή του 5%, από 45% δύο χρόνια πριν, και μέσα στο α΄ τρίμηνο και οι τέσσερις συστημικές τράπεζες θα έχουν επιτύχει μονοψήφιο δείκτη NPE. Με μονοψήφιο δείκτη NPE (7,3%) μπήκε στο 2022 η Eurobank, η οποία αναμένεται να έχει φέτος την υψηλότερη κερδοφορία (500 – 550 εκατ. ευρώ) και θα ανοίξει τον Μάρτιο τη συζήτηση με τον SSM προκειμένου να λάβει έγκριση για τη διανομή μερίσματος.
Η δραστική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων ελαφραίνει αντίστοιχα το κόστος των προβλέψεων, με τους ξένους οίκους να αναμένουν υποχώρηση του κόστους πιστωτικού κινδύνου γύρω στις 60 μονάδες βάσης μέχρι το 2024.
Οι ελληνικές τράπεζες συμμετέχουν και στην αισιοδοξία των αγορών για αισθητά χαμηλότερα του αναμενόμενου νέα κόκκινα δάνεια από την πανδημική κρίση. Την αισιόδοξη προοπτική έδειξε και η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, ανακοινώνοντας πρόσφατα ότι τα μορατόρια που παραμένουν ενεργά στις ευρωπαϊκές τράπεζες δεν ξεπερνούν τα 50 δισ. ευρώ (σ.σ. συνολικά τα δάνεια που είχαν τεθεί σε αναστολή πληρωμών με την έλευση της πανδημικής κρίσης ανέρχονταν σε 780 δισ. ευρώ).
Η εκκαθάριση των ισολογισμών των ελληνικών τραπεζών από τα κόκκινα δάνεια τις έχει εισαγάγει σε έναν ενάρετο κύκλο, ο οποίος τις βρίσκει καλά ανακεφαλαιοποιημένες και ικανές να ενισχύουν περαιτέρω τα κεφάλαια και τη ρευστότητά τους.
Έχουν επίσης τη ρευστότητα για να χρηματοδοτήσουν την οικονομία, αυξάνοντας τα δάνεια και βελτιώνοντας την παραγωγή των εσόδων τους. Με τη μοναδική ευνοϊκή συγκυρία των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, ενισχύονται οι προοπτικές για τα έσοδα των τραπεζών, καθώς μέχρι και το 2024 οι ξένοι οίκοι εκτιμούν ότι θα καταγράφεται μία μέση ετήσια αύξηση των εξυπηρετούμενων δανείων της τάξεως του 7%.
β) Το υπόβαθρο των θετικών προοπτικών για την κερδοφορία και την υγεία των ελληνικών τραπεζών, θέτουν οι αισιόδοξες προοπτικές για την ελληνική οικονομία. Το ΑΕΠ της Ελλάδας εκτιμάται ότι θα ανακάμπτει με υψηλότερους ρυθμούς σε σχέση με την ευρωζώνη, παρότι το 2020 συρρικνώθηκε κατά 8,8% έναντι 6,5% της ευρωζώνης.
γ) Η πορεία του Τουρισμού – κλάδος στον οποίο οι τράπεζες έχουν μεγάλη έκθεση και θα αποτελέσει χρηματοδοτική προτεραιότητά τους εφεξής -, ξεπερνά τις προσδοκίες. Οι τραπεζίτες αναφέρουν στους ξένους επενδυτές ότι η ζήτηση για το 2022 είναι η μεγαλύτερη που έχει δει ο τουριστικός κλάδος τα τελευταία 20 χρόνια. Υπάρχουν επιχειρήσεις ξενοδοχειακές οι οποίες έχουν ήδη καλύψει με προ κρατήσεις το 40% - 50% όλης της ζήτησης του 2022, και εάν συνεχίσει η ίδια ζήτηση, οι προβλέψεις είναι πως μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου ίσως έχει καλυφθεί το 70% όλης της προσφοράς δωματίων και κλινών στη χώρα, κάτι που είναι σπάνιο.
δ) Τέλος, οι αλλαγές που επίκεινται στον ρόλο και την παρουσία του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας με την ψήφιση του νέου νόμου, σηματοδοτούν για τους ξένους επενδυτές μεγαλύτερη ανεξαρτησία των ελληνικών τραπεζών. Καθώς το ΤΧΣ θα έχει πλέον ρόλο απο – επενδυτή, οι ξένοι ιδιώτες επενδυτές παύουν να έχουν ως αντικίνητρο την παρουσία του Δημοσίου στις ελληνικές τράπεζες.