Το κόστος της χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας συνέχισε την ανοδική πορεία του και την τελευταία εβδομάδα _ την 6η από την αρχή λειτουργίας του νέου μοντέλου αγοράς, του Τarget Μodel. Και καθώς κάθε δράση έχει και αντίδραση, στην αγορά προμήθειας ρεύματος η κατάσταση είναι έκρυθμη. Ο κίνδυνος για «λουκέτα» στους μη καθετοποιημένους «παίκτες» της αγοράς είναι ορατός, όπως επίσης και οι αυξήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος, με εκείνους της Μέσης Τάσης να βρίσκονται, σε πρώτη φάση, στο επίκεντρο.
Ήδη, στελέχη της αγοράς αναφέρουν ότι, έχουν ξεκινήσει καταγγελίες συμβάσεων στα τιμολόγια της Μέσης Τάσης _ δηλαδή του παραγωγικού κλάδου της χώρας, βιομηχανίες, βιοτεχνίες, αλυσίδες καταστημάτων κλπ. _ με τη σκυτάλη να κινδυνεύουν να πάρουν αργότερα, αν δεν ομαλοποιηθεί η κατάσταση, και η χαμηλή τάση, δηλαδή τα νοικοκυριά και τα μικρά καταστήματα και επιχειρήσεις.
Ειδικότερα, πολλοί πάροχοι ρεύματος, προκειμένου να μετακυλήσουν το βάρος των υψηλών τιμών της χονδρικής, έχουν ξεκινήσει να στέλνουν επιστολές σε πελάτες, ή έχουν ήδη προχωρήσει, στη μέση τάση, σε καταγγελία συμβάσεων, οι οποίες είχαν κλειστεί με τιμές έως και 55 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ενώ τώρα αγγίζουν και τα 70 ευρώ. Και όπως είναι αναμενόμενο και οι νέες συμβάσεις στη μέση τάση κλείνονται με βάση τις νέες τιμές. Το μεγάλο πρόβλημα όμως είναι ότι η ανοδική τάση των τιμών στη χονδρεμπορική αγορά δεν έχει ανακοπεί παρότι ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Κωστής Χατζηδάκης είχε επιχειρήσει να παρέμβει σε τηλεδιάσκεψη που είχε πριν από περίπου μια εβδομάδα με τους μεγάλους καθετοποιημένους παίκτες της αγοράς (ΔΕΗ, Μυτιληναίος, ΗΡΩΝ, Elpedison).
Όσο για τη χαμηλή τάση , τα τιμολόγια περιλαμβάνουν ρήτρες αναπροσαρμογής (βάσει της χονδρεμπορικής τιμής ρεύματος ή αλλιώς Οριακής Τιμής Συστήματος – ΟΤΣ) οι οποίες εκτιμάται ότι θα ενεργοποιηθούν. Πάντως, σύμφωνα με πληροφορίες που μεταφέρει το ΑΠΕ – ΜΠΕ, η άνοδος των τιμών χονδρικής που παρατηρείται από την 1η Νοεμβρίου δεν έχει περάσει στους καταναλωτές και οι προβλέψεις είναι πως κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί, για δύο λόγους. Ο πρώτος, σύμφωνα με πληροφορίες του κρατικού πρακτορείου ειδήσεων είναι η απόφαση της ΔΕΗ να κρατήσει σταθερά τα τιμολόγια για τα νοικοκυριά (χαμηλή τάση) και ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με τη σύζευξη της ελληνικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας με την ιταλική από την ερχόμενη Τρίτη 15 Δεκεμβρίου, η οποία θα δημιουργήσει πρόσθετη ανταγωνιστική πίεση στις τιμές.
Από την πλευρά του, και ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κωστής Χατζηδάκης, διαμηνύει σε όλους τους τόνους ότι δεν θα υπάρξουν αυξήσεις στα τιμολόγιο ρεύματος. Πάντως, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) διερευνά το θέμα και αναζητά τα κενά του συστήματος τα οποία έχουν οδηγήσει σε αυτήν τη στρέβλωση. Είναι αξιοσημείωτο ότι η κυβέρνηση και το ενεργειακό επιτελείο της, με την εφαρμογή του target model προσδοκούσε βελτίωση του ανταγωνισμού και περιορισμό του ενεργειακού κόστους, αλλά τελικά η πραγματικότητα τους διέψευσε.
Οι προμηθευτές ενέργειας καταλογίζουν μεγάλες ευθύνες τόσο στην πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ όσο και στη διοίκηση της ΡΑΕ καθώς θεωρούν ότι έχουν καθυστερήσει πολύ να αντιδράσουν. Με επιστολές τους μάλιστα έχουν προειδοποιήσει ότι θα προβούν σε νομικές ενέργειες κατά παντός υπευθύνου προκειμένου να καταλογιστούν ευθύνες. Σε κάθε περίπτωση, οι συναντήσεις όλων των εμπλεκόμενων συνεχίζονται δίχως να έχει ακόμη φανεί …φως στην άκρη του τούνελ.
Και το πρόβλημα είναι ότι όσο περνούν οι μέρες τόσο δυσκολεύει η κατάσταση για τους προμηθευτές ρεύματος, καθώς εκτιμάται ότι από τις αρχές Νοεμβρίου έως σήμερα έχουν επιβαρυνθεί με περισσότερα από 130 εκατ. ευρώ, γεγονός που ενδέχεται να οδηγήσει τους πιο αδύναμους σε «λουκέτο». Αλλά και όσοι επιβιώσουν θα μετρούν πολλές απώλειες καθότι με την αναγκαστική αύξηση των τιμολογίων στους πελάτες της μέσης τάσης, ένα σημαντικό ποσοστό θα οδηγηθεί στους «ηγέτες» της αγοράς προμήθειας, οι οποίοι έχουν το περιθώριο να απορροφήσουν τους κραδασμούς που πλήττουν την αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας.