Οι ανακοινώσεις αποτελεσμάτων των ελληνικών τραπεζών ξεκινούν στις 30 Οκτωβρίου και στο επίκεντρο θα βρεθούν τα καθαρά έσοδα από τόκους και το θέμα των εξαγορών, σχολιάζει σε έκθεσή της η Bank of America.
Οι αναλυτές της BofA αυξάνουν τις τιμές-στόχους για τις μετοχές των ελληνικών τραπεζών σε €3,90 (από €3,89) για την Alpha Bank (buy), σε €4,64 (από €4,45) για τη Eurobank (buy), σε €13,04 (από €12,81) για την ΕΤΕ (neutral) και σε €8,01 (από €7,78) για την Τρ. Πειραιώς (buy).
Συνολικά για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες η BofA αναμένει κατά μέσο όρο μείωση καθαρών κερδών κατά 19% σε τριμηνιαία βάση, λόγω έκτακτων παραγόντων, εποχικότητας και χαμηλότερων εσόδων από συναλλαγές. Ωστόσο, θεωρούν ότι οι αγορές θα επικεντρωθούν σε δύο ζητήματα. Αν το γ’ τρίμηνο αποτελεί το χαμηλότερο σημείο των καθαρών εσόδων από τόκους (NII), και ποιο είναι το επόμενο βήμα στο μέτωπο των εξαγορών.
Η BofA αναμένει αύξηση 1,4% σε τριμηνιαία βάση στα NII της Alpha Bank και πτώση 0,6%-0,8% για τις άλλες τρεις τράπεζες, καθώς θεωρούν ότι το χαμηλότερο σημείο των NII για τον κλάδο θα έρθει στο δ’ τρίμηνο και όχι στο γ’, όπως είχαν εκτιμήσει νωρίτερα.
Ωστόσο, αυξάνουν τις εκτιμήσεις τους για τα NII του 2026/27 κατά 1%-2%, καθώς προβλέπουν ότι τα επιτόκια της ΕΚΤ θα παραμείνουν στο 2%. Εκτιμούν επίσης ότι τα NII των ελληνικών τραπεζών θα αρχίσουν να αυξάνονται από το α’ τρίμηνο του 2026, με ώθηση από την αύξηση των χορηγήσεων με ρυθμό 9% ετησίως, την ολοκλήρωσης της ανατιμολόγησης των στοιχείων ενεργητικού, την ανατιμολόγηση των καταθέσεων και τις επανεπενδύσεις σε ομόλογα.
Για το γ’ τρίμηνο η πιστωτική επέκταση είναι πιθανό να αποδειχθεί υποτονική, σημειώνουν οι αναλυτές της BofA, προσθέτοντας ότι οι ελληνικές τράπεζες πλησιάζουν το κατώτατο σημείο των NII, χωρίς όμως να το έχουν φτάσει ακόμη. Η αύξηση των δανείων στο γ’ τρίμηνο είναι εποχικά ασθενής, εξηγούν, και θεωρούν ότι η αύξηση του Σεπτεμβρίου δεν επαρκεί για να οδηγήσει σε αναστροφή.
«Η διαφορά είναι μικρή, μερικά εκατομμύρια ευρώ, και μπορεί να ανακτηθεί στο δ’ τρίμηνο, ωστόσο δεν αναμένουμε αναθεωρήσεις προς τα πάνω στους στόχους για αύξηση δανείων στο γ’ τρίμηνο» αναφέρουν χαρακτηριστικά. Σε αυτό το πεδίο, αναμένουν καλύτερη δυναμική για την Τράπεζα Πειραιώς (λόγω αύξησης μεριδίου αγοράς) και τη Eurobank (περίπου €0,4 δισ. ανά τρίμηνο από τη διεθνή δραστηριότητα) σε σχέση με την Alpha και την ΕΤΕ, αλλά αναμένουν ισχυρό δ’ τρίμηνο για όλες.
Το βλέμμα σε πιθανά deals και στα στεγαστικά
Μετά την ανακοίνωση ότι η Eurobank θα αποκτήσει το υπόλοιπο 80% της Eurolife Life, η δραστηριότητα εξαγορών και συγχωνεύσεων στην Ελλάδα εντείνεται, σχολιάζει ο οίκος. «Οι περισσότερες συμφωνίες αναμένεται να ολοκληρωθούν στο δ’ τρίμηνο, ωστόσο αναμένουμε και ανακοινώσεις για πιθανές συνέργειες, θέμα που έως τώρα δεν έχει διερευνηθεί εκτενώς» τονίζουν οι αναλυτές της BofA, επισημαίνοντας ότι αναμένουν νέα από την ΕΤΕ σχετικά με την αξιοποίηση των κεφαλαιακών αποθεμάτων, ώστε να μην υστερήσει έναντι των ανταγωνιστών της.
Πέραν των deals, μια πιθανή ανάκαμψη στα στεγαστικά δάνεια θα αποτελέσει βασικό σημείο συζήτησης τόσο για το γ’ τρίμηνο όσο και μεσοπρόθεσμα, εκτιμά η BofA. Κι αυτό, διότι τα στοιχεία του κλάδου δείχνουν σχεδόν μηδενική αύξηση, ενώ η Τρ. Πειραιώς αναμένεται να παρουσιάσει θετική ανάπτυξη (+30–40 εκατ.) ευρώ για πρώτη φορά μετά από περισσότερα από δέκα χρόνια.
«Μια τέτοια ανάκαμψη θα ενίσχυε το ευρύτερο αφήγημα ανάκαμψης του κλάδου, και εκτιμούμε ότι τα στεγαστικά μπορεί να στραφούν σε θετική πορεία σύντομα, εν μέρει λόγω κρατικών προγραμμάτων. Ωστόσο, βλέπουμε αυτή την εξέλιξη περισσότερο ως προοπτική της περιόδου 2027-2028, καθώς τα διαρθρωτικά προβλήματα χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να αντιμετωπιστούν» σημειώνουν οι αναλυτές της BofA.
Αυτά τα προβλήματα, όπως εξηγούν, είναι α) το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα που μειώθηκε κατά 30%-40% στην κρίση και δεν έχει ακόμη ανακάμψει, β) η αγοραστική δύναμη που παραμένει χαμηλή, καθώς οι τιμές κατοικιών έχουν επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα και η προσφορά παραμένει περιορισμένη, γ) το μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού που έχει αρνητική πιστοληπτική αξιολόγηση, και δ) η ανεργία που παραμένει κοντά στο 10%.