Η κυβέρνηση έβλεπε το Eurogroup που έλαβε χώρα χθες ως ένα σημαντικό ενδιάμεσο βήμα, προκειμένου να «φωτιστεί» η πορεία προς μια συμφωνία στις 20 Φεβρουαρίου. Προς τούτο, ο υπουργός Οικονομικών κ. Τσακαλώτος είχε σειρά επαφών με αξιωματούχους στις Βρυξέλλες πριν την εν λόγω συνεδρίαση, προκειμένου να γίνει «ζύμωση» για τη γεφύρωση των διαφορών.
Τι προκύπτει μετά από αυτή τη συνεδρίαση ως δεδομένο; Αρχικά, το ΔΝΤ κατόπιν ρητής αναφοράς του κ. Dijsselbloem, ο οποίος απηχεί και τις θέσεις άλλων χωρών, δεν μπορεί να αποχωρήσει από το ελληνικό πρόγραμμα, παρά τις «βόμβες» που εμπεριέχονταν στην έκθεση του Ταμείου που διέρρευσε και θα απασχολήσει το Εκτελεστικό του Συμβούλιο στις 6 Φεβρουαρίου. Στη συνέχεια, κατέστη σαφές πως υπάρχουν κοινές θέσεις των τριών θεσμών για ένα αξιόπιστο πακέτο μέτρων στο πεδίο των εργασιακών, του ασφαλιστικού και του φορολογικού συστήματος, επομένως οι θεσμοί παρουσιάζονται με κοινές προσλαμβάνουσες στις συζητήσεις. Και τέλος, κάτι θεμελιώδες: η ελληνική πλευρά ήθελε σαφές χρονοδιάγραμμα επιστροφής των θεσμών, κάτι τέτοιο όμως δεν προκύπτει αυτή τη στιγμή, παρά τη…διπλωματική διατύπωση πως αυτό θα γίνει asap (όσο πιο σύντομα γίνεται).
Αν υπάρχουν δύο θετικά σημεία, τα οποία το Μέγαρο Μαξίμου θεωρεί πως κατεγράφησαν, είναι αφενός η υπεραπόδοση έναντι των στόχων για πλεόνασμα (σ.σ. αν και ο κ. Dijsselbloem διερωτήθηκε κατά πόσο αυτή θα είναι σταθερή έως το 2018) και ανάπτυξη και αφετέρου πως υπογραμμίστηκε η βούληση όλων των εμπλεκόμενων μερών, προκειμένου το συντομότερο δυνατόν να κλείσουν με ένα πλήρες Staff Level Agreement όλες οι εκκρεμότητες.
Ανυπέρβλητο εμπόδιο η νομοθέτηση μέτρων για το 2019
Πλην όμως, ένα βασικό αγκάθι παραμένει και προβλημάτιζε και κυβερνητικούς αξιωματούχους μετά και την ολοκλήρωση της συνεδρίασης του Eurogroup: η απαίτηση του ΔΝΤ για νομοθέτηση μέτρων για μετά το 2018 από τώρα. Στο ανακοινωθέν του Eurogroup υπάρχει ένα σημείο, το οποίο επί της ουσίας αποτελεί αποτύπωση της κοινής θέσης των θεσμών επί του ζητήματος, ήτοι πως ζητείται μια συμφωνία για την μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική στρατηγική της Ελλάδας, για το 2018 και μετά από αυτό. Αυτή, με τη διπλωματική γλώσσα των Βρυξελλών, αποτυπώνει την ενοποιημένη στάση των θεσμών, με την οποία κατά διασταυρωμένες πληροφορίες βρέθηκε αντιμέτωπος ο Ευκλείδης Τσακαλώτος στο ραντεβού του πριν τη συνεδρίαση του Eurogroup. Και, μάλιστα, όπως προαναφέρθηκε, τα πεδία ενδιαφέροντος είναι η αγορά εργασίας, το ασφαλιστικό και το φορολογικό σύστημα.
Η πρώτη αντίδραση της κυβέρνησης ήρθε δια του κ. Τσακαλώτου. Ο υπουργός Οικονομικών υπογράμμισε πως κάτι τέτοιο θα δέσμευε τις μελλοντικές κυβερνήσεις μιας ευρωπαϊκής χώρας – και τόνισε πως αυτό δεν συνάδει με τις ευρωπαϊκές και δημοκρατικές αξίες. Υπό αυτό το πρίσμα, πρότεινε να «ξανασκεφτούμε» τις απαιτήσεις του ΔΝΤ, συναρτώντας το με τις πιο καλές του αναμενομένου ελληνικές δημοσιονομικές επιδόσεις, τις οποίες το Eurogroup αναγνώρισε. «Δεν είναι δυνατόν να ζητάς να νομοθετήσει μια χώρα για το τι θα κάνει το 2019 και μετά. Με τον τρόπο αυτό παραγκωνίζονται οι ευρωπαϊκές δημοκρατικές αξίες... Οι απαιτήσεις του ΔΝΤ υπερβαίνουν τη δημοκρατική κουλτούρα», προσέθεσε, απηχώντας κατ’ αυτό τον τρόπο και το κλίμα που λάμβανε κανείς αργά το βράδυ από το Μέγαρο Μαξίμου, με πρωθυπουργικούς συνεργάτες να επιμένουν πως η κυβέρνηση ανθίσταται στην a priori νομοθέτηση μέτρων.
Πλην όμως, το Μαξίμου έλαβε, τρόπον τινά, και με επίσημο τρόπο το τελεσίγραφο του Eurogroup, χωρίς παράλληλα να αποφασιστεί εκ νέου η επάνοδος των θεσμών-κάτι που στενεύει ακόμα περισσότερο τα χρονικά περιθώρια. Και αυτό γιατί η ομογενοποίηση της θέσης των θεσμών δια της σύγκλισης προς αυτή του ΔΝΤ αφήνει μικρά περιθώρια ελιγμών από τη δική τους πλευρά. Mε αυτό το δεδομένο, η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με φάσμα ενός ακόμα οδυνηρού συμβιβασμού και της δυνητικής παραχώρησης μιας ακόμα κόκκινης γραμμής ή της επεξεργασίας εναλλακτικών σεναρίων.
Οι «πρωτοβουλίες» και η νευρικότητα στην Κ.Ο.
Ο κ. Τσακαλώτος, πάντως, προανήγγειλε από τις Βρυξέλλες «πρωτοβουλίες». Αυτές, κατά τις πληροφορίες, δεν θα είναι μόνο επικοινωνίες του ίδιου και του κ. Τσίπρα με κρίσιμους παίχτες της εν λόγω παρτίδας, αλλά και ενδεχόμενο reprofiling των ελληνικών θέσεων, προκειμένου να έρθουμε πιο κοντά με τους θεσμούς, μιας και το Μαξίμου επισημαίνει την επιθυμία των Ευρωπαίων για έγκαιρη ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Άλλωστε, η κυβερνητική ευελιξία φάνηκε και κατά τη διαρροή της δεύτερης επιστολής Τσακαλώτου, όπου δεχόταν πλεόνασμα 3,5% για τρία χρόνια ή 3% για πέντε χρόνια, μακριά από την προηγούμενη ελληνική θέση για πλεόνασμα 2,5%+1%. Όπως και να έχει, όμως, με βάση τα μέχρι στιγμής δεδομένα, το μίγμα «νομοθέτηση μέτρων από τώρα για το 2019, χωρίς περιγραφή των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος», δεν είναι δόκιμο για το Μαξίμου, το οποίο αφενός ζητά συνολική λύση, αφετέρου επιμένει πως δεν έχει λογική η πρόωρη νομοθέτηση, δοθείσης και της υπεραπόδοσης των στόχων του προϋπολογισμού.
Σε αυτό το κλίμα, η νευρικότητα κυριαρχεί όλο και πιο έντονα στην Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ, με αρκετούς βουλευτές να φοβούνται πως σύντομα θα κληθούν να ψηφίσουν ακόμα ένα πολύ σκληρό πακέτο μέτρων. Από το Μαξίμου τονίζουν, πάντως, πως «ό,τι είναι να έρθει στη Βουλή, θα έρχεται γιατί μπορεί να ψηφιστεί από την πλειοψηφία», ενώ παράλληλα ετοιμάζεται η εξόρμηση σειράς κορυφαίων κυβερνητικών στελεχών στην περιφέρεια το επόμενο διάστημα. Έτσι, έως τις 30 Ιανουαρίου, σχεδόν το μισό υπουργικό συμβούλιο θα μοιραστεί σε 17 διαφορετικούς νομούς, με τον Νίκο Παππά να έχει ήδη κάνει την αρχή (Φλώρινα, Κοζάνη, Γρεβενά). Αφορμή, τα δύο χρόνια από την ανάληψη της ηγεσίας από τον ΣΥΡΙΖΑ και στόχος, παρά τους προεκλογικούς ψιθύρους, η επανασύνδεση του ΣΥΡΙΖΑ με την κοινωνική του βάση και η ανάδειξη του κυβερνητικού έργου στην πλήρη του έκταση.