Στο 195,1% του ΑΕΠ θα ανέλθει το χρέος της Κεντρικής Διοίκησης στο τέλος του 2018, αγγίζοντας τα 357,25 δισ. ευρώ, κάτι που οφείλεται στη δημιουργία των ταμειακών διαθεσίμων ασφαλείας (cash buffer).
Σύμφωνα με το προσχέδιο του προϋπολογισμού 2019 το ύψος του χρέους της Κεντρικής Διοίκησης προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί στο τέλος του επόμενου έτους στα 346,20 δισ. ευρώ ή 182,1% ως ποσοστό του ΑΕΠ, παρουσιάζοντας μείωση κατά 13 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2018.
Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα ανέλθει στα 335 δισ. ευρώ ή στο 183,0% του ΑΕΠ στο τέλος του 2018, ενώ το 2019 προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί στα 323,50 δισ. ευρώ ή 170,2% ως ποσοστό του ΑΕΠ, παρουσιάζοντας μείωση κατά 12,8 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2018.
Οι δαπάνες για τόκους του χρέους της Κεντρικής Διοίκησης αναμένευαι να κινηθούν στα επίπεδα των 5,5 – 6,5 δισ. ευρώ, δηλαδή γύρω στο 3%-3,5% ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με το προσχέδιο του προϋπολογισμού, λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων υψηλών ταμειακών διαθεσίμων που διατηρεί το Ελληνικό Δημόσιο, τα οποία, ακόμα και υπό εξαιρετικά συντηρητικές εκτιμήσεις, επαρκούν για να καλύψουν τις μικτές χρηματοδοτικές του ανάγκες τουλάχιστον για τα δύο επόμενα έτη, οι στόχοι της εκδοτικής πολιτικής για το έτος 2019, αλλά και μετέπειτα, θα προσανατολιστούν σε ομολογιακές εκδόσεις με υψηλή ρευστότητα και όγκο.
Στόχος παραμένει η διατήρηση μίας αντιπροσωπευτικής καμπύλης αποδόσεων ελληνικών κρατικών χρεογράφων αναφοράς, καθώς επίσης και η συνεχής και αδιάλειπτη παρουσία του Ελληνικού Δημοσίου στις διεθνείς κεφαλαιαγορές ως εκδότη κρατικών χρεογράφων, παρέχοντας παράλληλα την αναγκαία διαφάνεια και προβλεψιμότητα στην επενδυτική κοινότητα.
Το σύνολο των νέων ετήσιων εκδόσεων δεν αναμένεται να ξεπερνά τις ετήσιες αποπληρωμές χρεολυσίων, ενώ η αναμενόμενη υπερβάλλουσα ρευστότητα θα αξιοποιηθεί στο πλαίσιο ενός συντεταγμένου προγράμματος διαχείρισης υφιστάμενων υποχρεώσεων χαρτοφυλακίου χρέους, κατά τα πρότυπα των αντίστοιχων προγραμμάτων που έλαβαν χώρα στο πρόσφατο παρελθόν.