Η βασική επιδίωξη της Γερμανίας και της τρόικας ήδη από το 2010 για ένα μηχανισμό αυτόματων δημοσιονομικών αποκλίσεων στην Ελλάδα γίνεται πλέον πράξη με την πρόταση της κυβέρνησης που αποδέχθηκε το Eurogroup.
Η ελληνική πρόταση αναφέρει ότι την 30ή Απριλίου κάθε έτους, ο Ελληνας υπουργός Οικονομικών θα πρέπει να συντάσσει μία έκθεση, η οποία και θα δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης και θα κοινοποιείται στη Βουλή και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σε αυτή την έκθεση θα πρέπει να είναι ξεκάθαρη οποιαδήποτε απόκλιση μεταξύ του δημοσιονομικού στόχου που έχει οριστεί και του πραγματικού αποτελέσματος του έτους.
Στην περίπτωση αποκλίσεων έως τις 31 Μαΐου θα πρέπει να εκδοθεί Προεδρικό Διάταγμα με τα μέτρα που θα εφαρμόζονται από 1η Ιουνίου.
Αυτά τα μέτρα θα αφορούν σε οριζόντιες περικοπές σε κωδικούς του προυπολογισμού, περιλαμβανομένων μισθών και συντάξεων. Πρέπει να τονιστεί πως ο εκάστοτε υπουργός Οικονομικών δεν θα έχει τη δυνατότητα να εξαιρεί κατηγορίες δαπανών από τις αυτόματες περικοπές στη βάση ισοδύναμων μέτρων. Θα μπορεί όμως εν συνεχεία να διαπραγματεύεται - για το επόμενο έτος- τον περιορισμό των περικοπών και την αντικατάστασή τους με άλλο μείγμα μέτρων.
Στο ανακοινωθέν του χθεσινού Eurogroup σημειώνεται πως με το νέο μηχανισμό θα κόβονται αυτομάτως «οριζόντια» όσο χρειαστεί οι κρατικές δαπάνες. Το «όσο χρειαστεί» ίσως σημαίνει λιγότερα μέτρα από τα 3,6 δισ. ευρώ που ζητούσε το ΔΝΤ, ίσως όμως και περισσότερα, εάν αυτό κριθεί απαραίτητο.
Για παςαδειγμα εάν τον Απρίλιο του 2017 αποδειχθεί ότι το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του 2016 ήταν χειρότερο του αναμενόμενου, τότε το Μάιο θα εκδοθεί Προεδρικό Διάταγμα για την αυτόματη περικοπή από την 1η Ιουνίου όλων των δαπανών του προϋπολογισμού (σε συνάρτηση της απόκλισης), με μοναδική εξαίρεση τις δαπάνες άμυνας και κοινωνικής προστασίας. Οι περικοπές θα πλήξουν ανάλογα τους μισθοδοτούμενους του Δημοσίου και τους συνταξιούχους.
Αυτός ο μηχανισμός ουσιαστικά καθιστά μη απαραίτητη την παρέμβαση των θεσμών για την υπόδειξη των μέτρων διόρθωσης των αποκλίσεων και το βάρος των επιλογών βαρύνει πλέον μόνον τις ελληνικές κυβερνήσεις.