Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον φαίνεται να παρακολουθεί συνολικά τις εξελίξεις στην αγορά ακινήτων η Εκκλησία της Ελλάδας, καθώς, εξακολουθεί να έχει στα σχέδιά της την αξιοποίησης της περιουσίας της, με όποιο τελικά μοντέλο αυτό πραγματοποιηθεί.
Στελέχη του κλάδου του real estate, σημειώνουν ότι η Εκκλησία ενημερώνεται συνεχώς για όσα εκτυλίσσονται σε διάφορα μέτωπα, από την προώθηση και τις εκκρεμότητες του Κτηματολογίου και των δασικών χαρτών, έως τις διατάξεις περί αυθαιρέτων και μη αδειοδοτημένων κατασκευών (π.χ. υφιστάμενων) αλλά και τα διάφορα μοντέλα αξιοποίησης, είτε κεντρικά είτε σε πιο περιφερειακό επίπεδο, που χρησιμοποιούνται από ειδικούς του χώρου.
Μάλιστα, όπως φαίνεται στην ιστοσελίδα της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Υπηρεσία Οικονομικών της Εκκλησίας της Ελλάδος, στις 9 Μαρτίου ο φορέας προχώρησε στην προκήρυξη δύο διαγωνισμών με τους οποίους προσφέρονται προς αξιοποίηση ή αγορά εκτάσεις και οικόπεδα στη Βουλιαγμένη αλλά και σε άλλες περιοχές της Αττικής και Θεσσαλονίκης. Ειδικά στη Βουλιαγμένη, η Εκκλησία προχωρά διαδικασίες για αξιοποίηση ή πώληση εκτάσεων σχεδόν 200 στρεμμάτων, σε μια δηλαδή από τις ακριβότερες περιοχές της Αττικής.
Ο πρώτος διαγωνισμός αφορά σε 6 οικόπεδα στη Βουλιαγμένη, συνολικής έκτασης σχεδόν 13.000-14.000 τ.μ. (δηλαδή 13-14 στρέμματα), άρτια και οικοδομήσιμα, εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως, αλλά και οικόπεδα στην Κηφισιά, Πατήσια, Μοσχάτο, Αχαρνές, Θεσσαλονίκη (9 εκτάσεις). Μάλιστα, οι ενδιαφερόμενοι έχουν περιθώριο έως τις 23/04/2021 για να υποβάλουν αιτήσεις ενδιαφέροντος.
Ο δεύτερος διαγωνισμός αφορά σε πρόσκληση αξιοποίησης ή αγοράς εκκλησιαστικών εκτάσεων πολεοδομικώς ατακτοποίητων. Σε αυτόν εντάσσονται 17 οικόπεδα/εκτάσεις, με εμβαδόν από 3.000-4.000 τ.μ. έως 17.000, 28.000 ή 44.000 τ.μ. Και για αυτά τα οικόπεδα οι ενδιαφερόμενοι έχουν περιθώριο έως τις 23/04/2021 για να υποβάλουν αιτήσεις ενδιαφέροντος. Ολες οι εκτάσεις είναι στο ρυμοτομικό σχέδιο του Δήμου Βουλιαγμένης και συνολικά προσεγγίζουν τα 190 στρέμματα.
Κατά τους όρους διακήρυξης, η Εκκλησία της Ελλάδος μετά το άνοιγμα των φακέλων των αιτήσεων εκδήλωσης ενδιαφέροντος δύναται να έρθει σε επικοινωνία με όλους ή ορισμένους από τους συμμετέχοντες προς διασαφήνιση των όρων της Πρότασης ή των Προτάσεών τους. Σε περίπτωση που προκηρυχθεί Δημόσιος Διαγωνισμός για την αξιοποίηση ή την αγορά των Εκτάσεων μέχρι την 24η Απριλίου 2023 θα έχουν την δυνατότητα να συμμετάσχουν σε αυτόν ως πλειοδότες μόνον όσοι θα λάβουν μέρος στην διαδικασία υποβολής προτάσεων. βάσει της παρούσας Πρόσκλησης.
Κατά συνέπεια, μπορεί οι διαδικασίες να προχωρούν με αργούς ρυθμούς, μπορεί το «στοίχημα» της ψηφιακής καταγραφής, του διαχωρισμού και της αξιολόγησης των εκτάσεων και των ακινήτων να απαιτεί χρόνο ωρίμανσης, μπορεί για την ώρα να «έχουν μπει στο συρτάρι» τα παλιότερα πιο μεγαλεπήβολα σχέδια για σύσταση μιας κεντρικής εταιρείας ακίνητης περιουσίας, τύπου ΑΕΕΑΠ, δηλαδή μιας «Ιερής ΑΕΕΑΠ», και να οδεύουμε σε πιο… μεμονωμένου χαρακτήρα πλάνα, ωστόσο, το θέμα της αξιοποίησης της πολύ μεγάλης ακίνητης περιουσίας παραμένει στην ατζέντα της Εκκλησίας. Ακόμα και αν αυτό έρθει από τις κατά τόπους Μητροπόλεις και όχι μόνο κεντρικά δια της Αρχιεπισκοπής.
Άλλωστε, η αξιοποίηση «φιλέτων», όπως του Ορφανοτροφείου στη Βουλιαγμένη, «πάνω» ακριβώς από την παραλία του Αστέρα και «φάτσα» με το ξενοδοχειακό συγκρότημα, οι εκτάσεις στο παραλιακό μέτωπο μέχρι τη Βάρκιζα (π.χ. τα περίφημα 1.200 στρέμματα της Φασκομηλιάς), ακίνητα και εκτάσεις στο παραλιακό μέτωπο, εντός της Αθήνας και σε άλλες περιοχές, ανέκαθεν απασχολούσαν την Ιερά Σύνοδο, στην προσπάθειά της να εξασφαλίσει διόλου ευκαταφρόνητες αποδόσεις.
Ίσως δε, προς την κατεύθυνση της αξιοποίησης, έστω και με αργούς ρυθμούς, έστω και τμηματικά, δίχως τη σύσταση κεντρικού φορέα, να κινείται και η προ μηνός περίπου δημοσίευση του Κανονισμού της Ιεράς Συνόδου Εκκλησίας της Ελλάδος (19/146/2021 - ΦΕΚ 415/Β/4-2-2021) «Περί εκμισθώσεως, εκποιήσεως και εν γένει αξιοποιήσεως της εκκλησιαστικής περιουσίας της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών».
Επί της ουσίας, ο κανονισμός αυτός (που πήρε ΦΕΚ στις 04/02/2021), αναφέρεται στις ευρύτερες προθέσεις της Εκκλησίας για το μοντέλο αξιοποίησης της, κάθε είδους (ακίνητα, εκτάσεις, αγροτεμάχια, ιδιωτικά δάση κ.λπ.), ακίνητης περιουσίας της, μέσω πώλησης, ενοικίασης και παραχώρησης, που μπορεί να περιλαμβάνει μέχρι και ΣΔΙΤ.
Από το ΦΕΚ προκύπτει ότι «τα εκκλησιαστικά ακίνητα του παρόντος εκμισθώνονται διά δημοσίου πλειοδοτικού διαγωνισμού κατά τους όρους του παρόντος. Κατ’ εξαίρεση το εκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο μπορεί να προβαίνει, κατόπιν αποφάσεως του συλλογικού του οργάνου διοικήσεως, σε εκμισθώσεις άνευ διαγωνισμού: Όταν η ετησία πρόσοδος παρά του μισθίου δεν υπερβαίνει το ποσό των δώδεκα χιλιάδων (12.000) ευρώ».
Επίσης, αναφέρονταν ότι «σε καμιά περίπτωση το ζητούμενο μίσθωμα δεν δύναται να υπολείπεται της προσδιοριζομένης μισθωτικής αξίας του ακινήτου, ως προκύπτει εκ της ανωτέρω εκθέσεως. Σε περίπτωση άκαρπης δημοπρασίας δύναται να επαναπροκηρυχθεί αυτή με μείωση κατά 10% της τιμής εκκινήσεως. Εάν αποβεί άκαρπη και αυτή η δημοπρασία, δύναται να εκμισθωθεί και με απευθείας σύμβαση».
Όσον αφορά στη χρονική διάρκεια εκμισθώσεως, «η διάρκεια εκμισθώσεως των εκκλησιαστικών ακινήτων καθορίζεται ελεύθερα αναλόγως της καταστάσεως του ακινήτου, λαμβανομένου υπόψη και αν αυτό χρήζει ανακατασκευής, συντηρήσεως, διατηρήσεως. Μπορεί να καθορισθεί και μακροχρόνια μίσθωση αναλόγως της θέσεως και καταστάσεως του ακινήτου και εφόσον για την συντήρηση ή ανακατασκευή του απαιτούνται ουσιώδεις δαπάνες του μισθωτή, τις οποίες επωμίζεται εξ ολοκλήρου. Ειδικώς διά τα αγροκτήματα, ελαιοκτήματα και λιβάδια η διάρκεια είναι τετραετής».
Επίσης, για ειδικές εκμισθώσεις εκμεταλλεύσεως ακινήτων, «επιτρέπεται η κατάρτιση μακροχρονίου μισθώσεως διαρκείας έως ενενήντα εννέα (99) ετών για περιπτώσεις εκμεταλλεύσεως και αξιοποιήσεως μεγάλων αγόνων εκτάσεων ή γηπέδων, εντός ή εκτός σχεδίου πόλεως ή οικισμού, οι οποίες απαιτούν ιδιαίτερα ουσιώδεις δαπάνες του μισθωτή, όπως κατασκευή κτηρίων, τεχνικών έργων, εγκαταστάσεων και γενικώς την εκτέλεση μεγάλου επενδυτικού προγράμματος, με αυτοχρηματοδότηση ή όχι».
Αναφέρεται επίσης ότι η «εκποίηση των ακινήτων των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων διενεργείται κατά κανόνα με δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό, του οποίου οι όροι καθορίζονται με απόφαση του συλλογικού οργάνου διοικήσεως του νομικού προσώπου και αναφέρονται στην διακήρυξη. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η άνευ διαγωνισμού εκποίηση ακινήτων προς το Ελληνικό Δημόσιο, Ο.Τ.Α., Ν.Π.Δ.Δ., Δημόσιες Επιχειρήσεις και άλλα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, τα οποία εκπληρώνουν κοινωφελείς και θρησκευτικούς σκοπούς».
Επιπρόσθετα, «το εκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο με απόφαση του διοικούντος οργάνου του, δύναται να προβαίνει στην αξιοποίηση των οικοπέδων, των οποίων είναι κύριος ή διαχειριστής, με ανοικοδόμηση αυτών με το σύστημα αντιπαροχής ποσοστών στο οικόπεδο ομού μετά των οριζοντίων ιδιοκτησιών, οι οποίες αντιστοιχούν σε αυτά, λόγω εργολαβικού ανταλλάγματος».
Στο σημείο αυτό, να αναφέρουμε ότι από τα τέλη του 2020, κυκλοφορούσε η πληροφορία ότι η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών σε συνεργασία με την Εκκλησιαστική Οικονομική Υπηρεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος (ΕΚΥΟ), δρομολογούσε διαγωνισμό για την πληρέστερη τεκμηρίωση και καταγραφή περίπου 11.300, από το σύνολο των 13.300 εκκλησιαστικών ακινήτων, τα οποία είναι καταχωρημένα στο Υποσύστημα Διαχείρισης Ακίνητης Περιουσίας (ΔΕΑΠ), ύψους 2,3 εκατ. ευρώ. Επίσης, είχαν ξεκινήσει διεργασίες και για την καταγραφή της ακίνητης περιουσίας στις Μητροπόλεις, που εκτιμάται σε χιλιάδες ακίνητα.