ΗΠΑ – Κίνα: Από μια ατέρμονη εμπορική διαμάχη στον έλεγχο κεφαλαίων

Ανδρέας Βελισσάριος
Viber Whatsapp Μοιράσου το
ΗΠΑ – Κίνα: Από μια ατέρμονη εμπορική διαμάχη στον έλεγχο κεφαλαίων
Η Citigroup προειδοποιεί πως αν ο Λευκός Οίκος εφαρμόσει μέτρα περιορισμού κεφαλαίων, αυτή θα είναι η πιο ακραία δυνητικά αμερικανική κίνηση εναντίον της Κίνας.

Νέες πιέσεις προς την Κίνα ασκεί η κυβέρνηση του Αμερικανού Πρόεδρου Ντόναλντ Τραμπ λίγες ημέρες πριν την προγραμματισμένη συνάντησή τους στην Ουάσινγκτον στις 10 και 11 Οκτωβρίου.

Μπορεί πριν από ένα χρόνο ο Ντόναλντ Τραμπ να είχε δηλώσει πως οι εμπορικοί «πόλεμοι» είναι καλοί και εύκολοι να κερδηθούν (“trade wars are good, and easy to win”), παρ' όλ' αυτά το αποτέλεσμα δεν δείχνει να τον δικαιώνει, με τις αμερικανικές επιχειρήσεις να «αιμορραγούν» και την οικονομία των ΗΠΑ συνολικά να επιβραδύνεται, ρίχνοντας ρυθμούς.

Ο εμπορικός σχεδιασμός του Ντόναλντ Τραμπ που βασίζεται σε ένα πρωτόγονο μερκαντιλιστικό μοντέλο στο οποίο θεωρεί πως οι εξαγωγές είναι «καλές» και οι εισαγωγές είναι «κακές» για την οικονομία δείχνει να επηρεάζει αρνητικά την παγκόσμια οικονομική κοινότητα.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως «δεξί χέρι» του πλανητάρχη για θέματα εμπορίου αλλά και ευρύτερα οικονομικά ζητήματα είναι ο οικονομολόγος Πίτερ Ναβάρο (πολέμιος της χάραξης οικονομικής πολιτικής της Κίνας) που έχει συμπεράνει πως η μείωση των εισαγωγών που προκαλείται από τους δασμούς θα οδηγήσει «μαγικά» σε μια αύξηση της εγχώριας παραγωγής (ΑΕΠ), η οποία θα ανταποκρίνεται στη ζήτηση που κάλυπταν προηγουμένως οι εισαγωγές. Ο ίδιος μάλλον δεν έχει υπολογίσει πως τα αντίποινα που παίρνουν τη μορφή δασμών οδηγούν σε συρρίκνωση του συνολικού διεθνούς εμπορίου και του ΑΕΠ των ΗΠΑ.

Ως τελευταία πράξη του «δράματος» στο πεδίο της εμπορικής διένεξης ΗΠΑ – Κίνας χαρακτηρίζεται η προσπάθεια του Λευκού Οίκου να βάλει «φραγμούς» στις κινεζικές εταιρείες που διαπραγματεύονται στο αμερικανικό χρηματιστήριο.

Παράλληλα, όπως ανέφερε το Bloomberg, επικαλούμενο πηγές από το Λευκό Οίκο εξετάζεται να μπει «φρένο» και στις αμερικανικές επενδύσεις σε κινεζικές εταιρείες, με την κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ να εξετάζει να δώσει πρόσθετα κίνητρα στις αμερικανικές επιχειρήσεις. Φυσικά η εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ Μόνικα Κρόουλι έσπευσε άμεσα να διαψεύσει την είδηση και να καθησυχάσει τις αγορές λέγοντας πως «η κυβέρνηση δεν μελετά το ενδεχόμενο να εμποδίζει κινεζικές εταιρείες να εισάγονται σε χρηματιστήρια των ΗΠΑ αυτή τη στιγμή».

Από τη δήλωση της κα. Κρόουλι φαίνεται πως «όπου υπάρχει καπνός υπάρχει και φωτιά» και ο Λευκός Οίκος αισθάνεται σε αυτό το χρονικό διάστημα την ανάγκη να διευρύνει το πεδίο αντιπαράθεσης με την Κίνα εισάγοντας πιθανότατα ελέγχους κεφαλαίων. Ο «καπνός» υπήρξε ήδη από το 2018 όταν μερίδα Ρεπουμπλικάνων είχαν ζητήσει στο Capitol Hill να περιοριστούν οι επενδύσεις σε κινεζικές εταιρείες και να υπάρξει μεγαλύτερος έλεγχος για τις κινεζικές εταιρείες που επενδύουν στα συνταξιοδοτικά ταμεία των ΗΠΑ.

Σαν κεραυνός εν αιθρία έπεσαν στη Wall Street τα μέτρα που εξετάζει ο Λευκός Οίκος, με τους αναλυτές να προειδοποιούν πως θα χαθούν δισεκατομμύρια δολάρια από επενδύσεις που είναι συνδεδεμένες με χρηματιστηριακούς δείκτες.

Πρόσφατα, ο επικεφαλής αναλυτής της Deutsche Bank Άλαν Ρούσκιν ανέφερε πως υπάρχει πολύ μεγάλος κίνδυνος αν η Κίνα απαντήσει με το ίδιο όπλο στις απειλές του Λευκού Οίκου, μιας και είναι πολύ μεγαλύτερος παίκτης στις αγορές, από ό,τι οι ΗΠΑ στην Κίνα. Ο ίδιος τόνισε πως «άλλες αγορές όπως ο χρυσός, το ευρώ και το γιεν θα μπορούσαν να ωφεληθούν από όλο αυτό, καθώς η Κίνα θα μπορούσε θεωρητικά να αναζητήσει εναλλακτικές αγορές».

Τα σενάρια που πυροδοτήθηκαν έκαναν την Citigroup να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου με τον οικονομολόγο της, Σεζάρ Ρόχας, να αναφέρει πως αν ο Λευκός Οίκος εφαρμόσει τα συγκεκριμένα μέτρα περιορισμού κεφαλαίων θα ήταν η πιο ακραία δυνητικά αμερικανική κίνηση εναντίον της Κίνας σε ένα πεδίο κλιμακούμενης έντασης και ανταγωνισμού μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου.

Η κίνηση των ΗΠΑ να θέσει τώρα τις βάσεις συζήτησης για ελέγχους κεφαλαίων και περιορισμό των αμερικανικών επενδύσεων δεν είναι καθόλου τυχαία, μιας και η Κίνα πριν λίγο διάστημα είχε κινηθεί πολύ έξυπνα στις χρηματιστηριακές αγορές. Το Πεκίνο απέσυρε κάποια εμπόδια που υπήρχαν στο χρηματοικονομικό της σύστημα χαλαρώνοντας τους κανόνες και δημιουργώντας ένα νέο δείκτη τον SSE STAR 50 (τύπου Nasdaq).

Μέσω του Star Market τo χρηματιστήριο της Σαγκάης, ενθαρρύνει τις μεγάλες εταιρείες να εισαχθούν εκεί και όχι στη Wall Street ή στο Χονγκ Κονγκ. Σύμφωνα με έκθεση της Επιτροπής Αναθεώρησης Οικονομικών και Προστασίας των ΗΠΑ η κεφαλαιοποίηση των κινεζικών εταιρειών που διαπραγματεύονται στη Wall Street είναι περίπου 1,2 τρισ. δολάρια, αριθμός που υποδηλώνει πως η Κίνα διεκδικεί πολλά αν το πλάνο του Star Market έρθει εις πέρας.

Ο χρόνος μετράει αντίστροφα για τη συνάντηση των αξιωματούχων των δύο πλευρών με τα μέχρι στιγμής δείγματα γραφής να είναι αρνητικά, προδιαγράφοντας τη συνέχιση μιας ατέρμονης εμπορικής διένεξης, που μπορεί να ξεφύγει ανά πάσα στιγμή διευρύνοντας τα «πεδία των μαχών» (υποτίμηση νομισμάτων, έλεγχος κεφαλαίων, διαγραφή εταιρειών από δείκτες χρηματιστηρίων).

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider