«Όλοι προσδοκούμε οικονομική και πολιτική σταθερότητα για να βοηθηθεί η αγορά και να αυξηθούν οι αποτιμήσεις αλλά απαιτούνται και κίνητρα, άλλο μείγμα εποπτείας, άλλος στρατηγικός σχεδιασμός και άλλη τοποθέτηση χρηματιστηριακού προϊόντος», τονίζει σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ o κ. Αθανάσιος Στ. Κουλορίδας, Πρόεδρος της Διοικούσας Επιτροπής της Ένωσης Εισηγμένων Εταιρειών (ΕΝ.ΕΙΣ.ΕΤ.) και Επίκουρος Καθηγητής Δικαίου Εταιρειών και Κεφαλαιαγοράς, στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Επισημαίνει ότι οι χρηματιστηριακές αρχές θα πρέπει να κάνουν οριζόντιες παρεμβάσεις μείωσης του κόστους παραμονής στο Χρηματιστήριο Αθηνών τουλάχιστον για τις μικρομεσαίες εισηγμένες εταιρίες, ενώ θα πρέπει επίσης να ξαναδούν τις υπερβολές στις διατάξεις του 4706/2020 για την εταιρική διακυβέρνηση, καθώς οι απαιτήσεις του συστήματος εσωτερικού ελέγχου είναι ασφυκτικές για μικρότερες εταιρίες και σημαντικό αντικίνητρο εισαγωγής ή παραμονής στο Χρηματιστήριο.
Ακόμη, τονίζει ότι χρειάζεται και νέο χρηματιστηριακό προϊόν, νέες εισαγωγές και μεγαλύτερες εταιρείες μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών.
Επίσης, δηλώνει ότι οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και των ελληνικών επιχειρήσεων είναι πολύ ευοίωνες, αλλά το κλειδί είναι η πολιτική σταθερότητα.
Αναλυτικά η συνέντευξη του κ. Αθ. Κουλορίδα, στο ΑΠΕ-ΜΠΕ:
ΕΡ: Οι εισηγμένες επιχειρήσεις όλα δείχνουν ότι κατέγραψαν ρεκόρ κερδοφορίας το 2022, ξεπερνώντας και τα 7,9 δισ. του 2007, που ήταν και πολύ περισσότερες. Πού κατά τη γνώμη σας οφείλεται αυτό;
ΑΠ: Όντως το 2022 ήταν μια σημαντική χρονιά για την κερδοφορία των περισσοτέρων ελληνικών εισηγμένων εταιριών και φαίνεται καθώς δημοσιεύονται και τα αποτελέσματα του έτους σιγά σιγά για κάθε εταιρία ότι θα ξεπεράσουν αυτά του 2007. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα έλαβαν χώρα συγκεντρωμένα σειρά σημαντικών επενδύσεων που δεν έγιναν την προηγούμενη δεκαετία λόγω των προβλημάτων που αντιμετώπιζε η ελληνική οικονομία και άρχισαν να αποδίδουν το 2022 μετά και από μια διετία προβλημάτων λόγω της πανδημίας. Αυτό αποτυπώνεται και στην πορεία του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος καθώς παρατηρείται και παγκόσμια και διαχρονικά μια θετική συσχέτιση κερδοφορίας και ΑΕΠ. Ελπίζουμε η θετική αυτή πορεία να συνεχιστεί. Πάντως, επειδή το αναφέρατε δεν είναι ο αριθμός των εισηγμένων εταιριών που παίζει ρόλο αλλά το μέγεθος και η ποιότητα αυτών. Συνεχίσουμε ως χώρα να έχουμε υψηλότερο του μέσου όρου αριθμό εισηγμένων εταιριών σε σχέση με τον πληθυσμό μας αλλά πολύ χαμηλότερη μέση κεφαλαιοποίηση. Για το 2020 τα ανωτέρω στοιχεία ήταν περίπου μια εισηγμένη εταιρία ανά 63.000 κατοίκους στην Ελλάδα ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο μια εισηγμένη εταιρία ανά 180.000 και η μέση κεφαλαιοποίηση στην Ελλάδα ήταν 300.000 m USD ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο 2.170 m USD.
ΕΡ: Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αποχώρηση αρκετών εταιρειών από το Χ.Α. Πώς κατά τη γνώμη σας αυτό μπορεί να σταματήσει , αλλά και πώς το Χ.Α θα μπορούσε να γίνει ελκυστικό για είσοδο νέων δυναμικών εταιρειών και από κλάδους που δεν έχουν μέχρι σήμερα παρουσία στη χρηματιστηριακή αγορά;
ΑΠ: Νομίζω ότι η ερώτησή σας είναι ίσως η κρισιμότερη για το μέλλον του ΧΑ. Την τελευταία πενταετία μόνο, αποχώρησαν από το ΧΑ 77 εταιρίες και εισήχθησαν μόλις 15. Όλοι προσδοκούμε οικονομική και πολιτική σταθερότητα για να βοηθηθεί η αγορά και να αυξηθούν οι αποτιμήσεις αλλά απαιτούνται και κίνητρα, άλλο μείγμα εποπτείας, άλλος στρατηγικός σχεδιασμός και άλλη τοποθέτηση χρηματιστηριακού προϊόντος.
Ενδεικτικά αφού η συμμόρφωση με τις αυξημένες απαιτήσεις της χρηματιστηριακής αγοράς οδηγεί σε καλύτερη λογιστική απεικόνιση και φορολογική απόδοση, είναι δίκαιο και η εταιρεία που επωμίζεται όλα αυτά τα έξοδα να έχει ένα όφελος: άρα τα έξοδα συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις των εισηγμένων εταιρειών θα μπορούσαν να υπεραποδίδουν ως εκπιπτόμενες δαπάνες πχ με ένα συντελεστή 150% ή 200%.
Κατά τα πρότυπα της Jobs Act στις ΗΠΑ, θα πρέπει να κάνουμε οριζόντιες παρεμβάσεις μείωσης του κόστους παραμονής και συμμόρφωσης τουλάχιστον για τις μικρομεσαίες εισηγμένες εταιρίες. Αυτό μπορεί να γίνει με την μετατροπή της ΕΝΑ σε growth market της MiFID, ώστε να έχουμε αποκλίσεις και από ενωσιακούς κανόνες, δυνατότητα downlisting μικρομεσαίων εταιριών στην αγορά αυτή χωρίς δημόσια πρόταση, πιο περιορισμένο πλαίσιο εταιρικής διακυβέρνησης και χρηματοοικονομικής πληροφόρησης για αυτές τις εταιρίες.
Θα πρέπει επίσης να ξαναδούμε υπερβολές στις διατάξεις του 4706/2020 για την εταιρική διακυβέρνηση. Οι απαιτήσεις του συστήματος εσωτερικού ελέγχου είναι ασφυκτικές για μικρότερες εταιρίες και σημαντικό αντικίνητρο εισαγωγής.
Θα πρέπει με υπευθυνότητα και χωρίς λαϊκισμό να δούμε τα ζητήματα επαύξησης της ευθύνης που προκαλεί η συνεχής υιοθέτηση νέων ρυθμίσεων όχι ως ήπιο δίκαιο αλλά ως υποχρεωτικών κανόνων. Από την εικόνα που έχουμε το ζήτημα αυτό σε συνδυασμό με την αυστηρότητα και ανελαστικότητα των σχετικών ρυθμίσεων είναι σημαντικό αντικίνητρο για την εισαγωγή πολλών εταιριών.
Ως προς το μείγμα εποπτείας θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην έκδοση αναλυτικών εγκυκλίων και οδηγιών για τη συμμόρφωση κάθε εταιρίας με τις κανονιστικές υποχρεώσεις καθώς και στη θεσμοθέτηση μη δικαστικών - μη κυρωτικών μηχανισμών συμμόρφωσης και αποκατάστασης.
Τέλος, ως προς την τοποθέτηση του χρηματιστηριακού προϊόντος σημαντικό είναι να αναδείξουμε το ΧΑ ως ένα club των δυναμικότερων και ισχυρότερων ελληνικών αλλά και περιφερειακών εταιριών, και να πείσουμε τον επιχειρηματία ότι υπάρχει όφελος για τον ίδιο και την εταιρία του από την εισαγωγή και μάλιστα εφόσον αυτή γίνει με σημαντική διασπορά. Επίσης θα πρέπει συντεταγμένα όλοι οι φορείς και η πολιτεία να πιέσουμε για την έναρξη και συστηματικοποίηση πρωτοβουλιών και θεσμοθέτηση επισήμων καναλιών διαλόγου για τον ρόλο των περιφερειακών χρηματιστηρίων σε Ευρωπαϊκό επίπεδο που πιέζονται περισσότερο από την στρατηγική Ευρωπαϊκής ενοποίησης σε επίπεδο κεφαλαιαγορών.
ΕΡ: Το ελληνικό χρηματιστήριο αναδείχθηκε πρωταθλητής αποδόσεων στο πρώτο 2μηνο του έτους, προεξοφλώντας επενδυτική βαθμίδα και μεσομακροπρόθεσμα και επαναφορά του Χ.Α στις ανεπτυγμένες αγορές. Πόσο και πώς τα δύο αυτά γεγονότα, εκτός από το Χ.Α θα επηρεάσουν και τις εισηγμένες εταιρείες;
ΑΠ: Θεωρώ ότι και η επενδυτική βαθμίδα και η είσοδος του ΧΑ στο club των ανεπτυγμένων αγορών είναι εφικτοί στόχοι αν υπάρχει πολιτική σταθερότητα. Και τα δύο αυτά ορόσημα έχουν πρακτικά οφέλη για τις εισηγμένες εταιρίες και όχι μόνο καθώς συνδέονται με τη μείωση του κόστους δανεισμού, καλύτερες αποτιμήσεις, καλύτερες πιστοληπτικές αξιολογήσεις και την προσέλκυση περισσότερων και νέων επενδυτών. Χρειάζεται όμως και νέο χρηματιστηριακό προϊόν, νέες εισαγωγές και μεγαλύτερες εταιρίες μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών.
ΕΡ: Οι εκλογές ίσως δημιουργήσουν έστω μία βραχυπρόθεσμη αστάθεια, πόσο εκτιμάτε ότι μπορεί να επηρεάσουν την οικονομία, τις επιχειρήσεις και την αγορά;
ΑΠ: Νομίζω ότι πάντοτε ενόψει των εκλογών υπάρχει μια βραχυπρόθεσμη αστάθεια, πολύ περισσότερο τώρα που βρισκόμαστε στη μέση σημαντικών γεωπολιτικών αναταράξεων και ενόψει διπλών εκλογών. Ωστόσο το διακύβευμα είναι η πολιτική σταθερότητα. Αν από τις κάλπες προκύψει μια ισχυρή κυβέρνηση δεν θεωρώ ότι θα επηρεαστούν επιχειρήσεις και αγορά. Αν όχι τα πράγματα θα είναι πολύ διαφορετικά. Το κλειδί είναι η πολιτική σταθερότητα. Αν αυτή υπάρχει οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και των ελληνικών επιχειρήσεων είναι πολύ ευοίωνες.
ΕΡ: Η υπόθεση Folli Follie οδήγησε σε αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς με βασικό στόχο την ενίσχυση της προληπτικής εποπτείας. Πόσο σίγουρος μπορεί να αισθάνεται ο επενδυτής ότι δεν θα "ζήσουμε" κάποιο φαινόμενο ανάλογο με αυτό της Folli Follie;
ΑΠ: Σκοπός των όποιων κανονιστικών παρεμβάσεων ή ρυθμίσεων ήπιου δικαίου και συστημάτων διαχείρισης κινδύνων είναι η ελαχιστοποίηση αυτών των κινδύνων και η θωράκιση της αγοράς από συστημικές συνέπειες τέτοιων αποτυχιών (συστημικό κίνδυνο). Με δεδομένο ότι στο τέλος όλων αυτών βρίσκεται ο παράγοντας άνθρωπος δεν είναι δυνατή η εκμηδένιση του κινδύνου αλλά η οργανωτική ετοιμότητα διαπίστωσης και ελαχιστοποίησης αυτού. Όλα αυτά τα μέτρα θα πρέπει να λαμβάνονται με γνώμονα το κόστος που συνεπάγονται για τον εφαρμοστή, το μέγεθος της εταιρείας και τη σχέση οφέλους και κόστους συμμόρφωσης. Υπάρχει μια χρυσή τομή ανάμεσα στο μέγιστο όφελος που μπορεί να επιφέρουν τέτοιες παρεμβάσεις και τα αντικίνητρα που εισάγουν για την παραμονή στο ΧΑ και την εισαγωγή νέων εταιρειών λόγω της αύξησης του κανονιστικού βάρους και της ευθύνης. Ως εκ τούτου η ουσιαστικότερη στρατηγική είναι αυτή της εμπέδωσης σχετικής επιχειρηματικής κουλτούρας και εσωτερικής οργάνωσης αντί εξωτερικής εποπτείας.
ΕΡ: Πολλοί άσκησαν κριτική στις αρμόδιες αρχές της κεφαλαιαγοράς σχετικά με τους τελευταίους χειρισμούς τους στις υποθέσεις της Attica bank και της MIG. Ποια είναι η δική σας άποψη;
ΑΠ: Οι περιπτώσεις που παραθέτετε δεν είναι ίδιες. Δεν θα ήθελα να υπεισέλθω σε λεπτομέρειες. Ωστόσο, στην περίπτωση της MIG, κατά τη γνώμη μου υπάρχει πραγματικός μετοχικός ανταγωνισμός σε μία μετοχή με μεγάλη διασπορά στο πλαίσιο εμφανών επιχειρηματικών σχεδιασμών. Ο μετοχικός αυτός ανταγωνισμός έφερε δραστική αύξηση της ζήτησης και άρα της τιμής. Στην Attica Bank είχαμε μια μετοχή με πολύ χαμηλή διασπορά και ρευστότητα, όπου ακόμη και μικρές κινήσεις μπορούν να επιφέρουν σημαντικές διακυμάνσεις. Υπό αυτό το πρίσμα τα όρια διακύμανσης που υιοθέτησε το ΧΑ πρόσφατα για μετοχές με χαμηλή διασπορά είναι κατά τη γνώμη μου προς τη σωστή κατεύθυνση. Πάντως σε σχέση με την αναφορά σας σε κερδοσκόπους θα ήθελα να επισημάνω ότι κανείς δεν κάνει χρηματιστηριακές συναλλαγές με σκοπό να υποστεί ζημία. Προσωπικά δεν πιστεύω ότι υπάρχει κάποιος «ζημιοσκόπος». Στο βαθμό που δεν υφίστανται ζητήματα χειραγώγησης αγοράς ή κατάχρησης προνομιακών πληροφοριών δεν αντιλαμβάνομαι την απαξία που δίνουμε σε βραχυπρόθεσμες στρατηγικές ή τοποθετήσεις. Πάντως προφανώς σε μια υγιή αγορά με ικανό βάθος ο ημερήσιος τζίρος δεν θα πρέπει να εξαρτάται από βραχυπρόθεσμες τοποθετήσεις που συνδέονται με συγκυριακές περιστάσεις, αλλά θα πρέπει να μπορεί να προσελκύσει και πιο μακροπρόθεσμους επενδυτές.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ