Η Fed εγκαινίασε έναν κύκλο μείωσης επιτοκίων, ο οποίος, όπως σχολιάζει η UBS, φαίνεται ότι θα είναι διαφορετικός από αντίστοιχους του παρελθόντος. Οι αναλυτές Andrew Garthwaite και Marc el Koussa εξηγούν πως στο παρελθόν, στο 56% των περιπτώσεων όπου η Fed ξεκίνησε κύκλο μείωσης επιτοκίων, ακολούθησε ύφεση (κατά μέσο όρο πέντε μήνες αργότερα). Μάλιστα, τα τελευταία 40 χρόνια κάθε μείωση άνω των 75 μονάδων βάσης συνοδεύτηκε από ύφεση.
Αυτή τη φορά, όμως, όπως εξηγούν, απουσιάζουν οι κλασικές προϋποθέσεις που οδηγούν σε ύφεση. Η μοναδική φορά που η Fed ξεκίνησε μειώσεις επιτοκίων χωρίς να ακολουθήσει ύφεση ήταν τον Ιούνιο του 2002, γεγονός που καθιστά τη σημερινή συνθήκη ασυνήθιστη.
Αυξάνονται οι πιθανότητες για «φούσκα»
Αν η Fed προχωρήσει σε συνολική μείωση κατά 1% έως το τέλος του έτους (δηλαδή κατά 75 μονάδες βάσης ακόμα), τότε θα πληρούνται και οι επτά προϋποθέσεις για τη δημιουργία φούσκας. Προς το παρόν βρίσκονται σε ισχύ οι 6 από τις 7: το τέλος μιας διαρθρωτικής bull αγοράς, πίεση στην κερδοφορία, απώλεια «βάθους» στην αγορά, μεσολάβηση 25 ετών από την προηγούμενη φούσκα, ένας αφήγημα ότι «αυτή τη φορά είναι διαφορετικά» και υψηλή συμμετοχή ιδιωτιών επενδυτών.
Η προϋπόθεση που ακόμα δεν πληρείται είναι αυτή της χαλαρής νομισματικής πολιτικής, για την οποία θα χρειαστεί από εδώ και πέρα μια επιθετική χαλάρωση. Η UBS υπολογίζει στο 35% την πιθανότητα για μια τέτοια εξέλιξη το 2026, ενώ παράλληλα διατηρεί την τιμή-στόχο για τον MSCI AC World στις 1.020 μονάδες.

Μεταξύ άλλων, η UBS εξηγεί σε συνθήκες φούσκας, οι μετοχές που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 30% της κεφαλαιοποίησης θα πρέπει να διαπραγματεύονται με P/E μεγαλύτερο του 45x. Αυτή τη στιγμή οι Mag 6 (οι Mag 7 χωρίς την Tesla) βρίσκονται γύρω στο 30,2x. Ένα υψηλό επίπεδο, αλλά όχι επίπεδο φούσκας.

Τι πρέπει να ξέρουν οι επενδυτές
Ιστορικά, εξηγούν οι αναλυτές της UBS, όταν η Fed μειώνει επιτόκια χωρίς να ακολουθεί ύφεση, οι αγορές καταγράφουν κατά μέσο όρο άνοδο 17% σε ορίζοντα δωδεκαμήνου. Από το 1981 μέχρι σήμερα, υπάρχει μόλις ένα τέτοιο προηγούμενο: Τον Ιούνιο του 2002, όταν οι αγορές βρέθηκαν στο +15% σε διάστημα ενός έτους.
Η μείωση επιτοκίων ενισχύει ιδιαίτερα το αφήγημα γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη. Ο τεχνολογικός κλάδος έχει υπεραποδώσει στο 75% των περιπτώσεων μέσα σε 12 μήνες μετά την πρώτη μείωση επιτοκίων, εφόσον δεν ακολούθησε ύφεση. Ειδικά ο κλάδος λογισμικού καταγράφει τις ισχυρότερες επιδόσεις όταν τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια πέφτουν πιο απότομα από τα μακροπρόθεσμα.
Το δολάριο, στο μεταξύ, παρουσιάζει τάση αποδυνάμωσης. Ιστορικά υποχωρεί στο 80% των περιπτώσεων κατά τον πρώτο μήνα μετά την πρώτη μείωση επιτοκίων χωρίς ύφεση. Αν η αμερικανική ανάπτυξη και τα επιτόκια μειωθούν περισσότερο του αναμενομένου, τότε η πτώση του δολαρίου ενισχύεται.
Οι αναδυόμενες αγορές εμφανίζονται ως ένα ακόμη πεδίο που ωφελείται. Υπεραποδίδουν στο 75% των περιπτώσεων στους δώδεκα μήνες μετά την έναρξη ή επανέναρξη ενός κύκλου μειώσεων από τη Fed, εφόσον δεν ακολουθεί ύφεση, και σε όλες τις περιπτώσεις όπου οι μειώσεις ξεκίνησαν εκ νέου μετά από παύση.
Σε επίπεδο κλάδων, ιστορικά, όταν η Fed μειώνει επιτόκια χωρίς ύφεση, ο κλάδος της ενέργειας υποαποδίδει, όπως και οι κλάδοι των πρώτων υλών και της βιομηχανίας. Αντιθέτως, ο χρηματοοικονομικός κλάδος υπεραποδίδει, όταν δεν υπάρχει ύφεση.
Ειδική μνεία κάνει η UBS στις εταιρείες της μικρής κεφαλαιοποίησης, εξηγώντας ότι έχουν σχεδόν διπλάσια μόχλευση σε σχέση με τις αντίστοιχες της μεγάλης κεφαλαιοποίησης και 30% περισσότερο χρέος σε καθεστώς κυμαινόμενου επιτοκίου. Ωστόσο, εμφανίζουν μόνο βραχυπρόθεσμη άνοδο όταν η Fed μειώνει επιτόκια (υπεραποδίδουν στο 56% των περιπτώσεων σε ορίζοντα ενός μήνα από την έναρξη μειώσεων, αλλά μόλις στο 22% σε ορίζοντα 6 μηνών). Το πρόβλημα αυτή τη φορά είναι ότι τα small caps έχουν μικρότερη έκθεση στην τεχνολογία, καθώς οι οικονομίες κλίμακας που απαιτούνται για την τεχνητή νοημοσύνη δεν ευνοούν, και είναι ήδη υπεραγορασμένα.
Τέλος, η UBS τονίζει ότι ο χρυσός ενισχύεται σε όλες τις περιπτώσεις σε ορίζοντα 1, 3, 6 και 12 μηνών μετά από μια επανεκκίνηση μειώσεων επιτοκίων της Fed, και εξηγεί ότι η αδυναμία του δολαρίου λειτουργεί ως καταλύτης, καθώς μια πτώση 10% στο δολάριο αντιστοιχεί σε περίπου 9% άνοδο στον χρυσό.
Επενδυτικές επιλογές
Έτσι, οι αναλυτές της UBS συστήνουν έμφαση στις αναδυόμενες αγορές, είτε άμεσα, σε Βραζιλία και Κίνα, είτε έμμεσα μέσω μετοχών όπως οι Reckitt Benckiser, Ashmore, Prosus και Coca-Cola.
Ταυτόχρονα, συστήνουν επιλεκτική έκθεση στον κλάδο της τεχνητής νοημοσύνης μέσω των Meta, MSFT, Amazon και TMSC, του εξηλεκτρισμού μέσω των Eaton και Schneider, και έκθεση όχι μόνο στον χρυσό, αλλά και στις μετοχές του μετάλλου.

Εκφράζουν επίσης προτίμηση για επιλεγμένες αμυντικές μετοχές, στους κλάδους της αρωματοποιίας και των οικιακών ειδών, στις ευρωπαϊκές τηλεπικοινωνίες, στη βρετανική λιανική αγορά τροφίμων και στον αμερικανικό κλάδο ιατρικού εξοπλισμού. Επιπλέον, σημειώνουν ότι ένα ισχυρότερο ευρώ θα ωφελούσε γενικότερα τον κλάδο του λιανικού εμπορίου στην Ευρώπη, τις ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους και τις τράπεζες.
Οι ευρωπαϊκές τράπεζες φαίνεται να έχουν ξεχωριστή θέση στην ανάλυση της UBS. Ο οίκος εκτιμά ότι η ΕΚΤ δεν θα προχωρήσει σε κάποια μείωση επιτοκίου έως το τέλος του 2026, όπως προσδοκά ένας κομμάτι της αγοράς, αντιθέτως προβλέπουν ότι θα προχωρήσει σε αύξηση επιτοκίων. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι αναλυτές της UBS δηλώνουν μακροπρόθεσμοι long, τονίζουν ότι οι μετοχές του κλάδου βρίσκονται ακόμη κάτω από τα φυσιολογικά τους P/E και αναμένουν «δομική» ανατίμηση για τον κλάδο, ο οποίος εκτιμούν ότι θα είναι μεταξύ αυτών με τις μεγαλύτερες αποδόσεις, ειδικά αν το ευρώ ενισχυθεί περαιτέρω.