Ανέφικτη καθίσταται η μεσοπρόθεσμη επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξης του 3,5% για την Ελλάδα, λόγω της υψηλής ανεργίας, των δημογραφικών πιέσεων και των διογκούμενων δαπανών υγείας.
Η έκθεση που συνέταξε το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής για το προσχέδιο του Κρατικού Προϋπολογισμού 2017 και η οποία υπογράφεται από του πανεπιστημιακούς καθηγητέςΠαναγιώτη Λιαργκόβα, Πάνο Καζάκο, Σπύρο Λαπατσιώρα, Ναπολέοντα Μαραβέγια και Μιχάλη Ρηγίνο, αναφέρεται μεταξύ άλλων στη διατηρησιμότητα των πρωτογενών πλεονασμάτων, δηλαδή στο εάν η ελληνική κυβέρνηση θα μπορεί να επιτυγχάνει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5% σε βάθος χρόνου.
Τα στοιχεία όπως παρατίθενται από τους συντάκτες της έκθεσης αναδεικνύουν τις δυσκολίες του εγχειρήματος. Συγκεκριμένα:
- Mόνο το Μεξικό έχει καταφέρει να διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα μεγαλύτερο του 3,5% του ΑΕΠ για -τουλάχιστον μια δεκαετία (1983 – 1992), ενώ μεγαλύτερο του 3% του ΑΕΠ πλεόνασμα κατέστη εφικτό να σημειώσει το Βέλγιο (1994 – 2004) και η Φινλανδία 1975 –1990).
- Από τις διεθνείς συγκρίσεις προκύπτει ότι οι μεγάλης έκτασης δημοσιονομικές προσαρμογές ανατρέπονται εύκολα και γρήγορα. Τότε, τα πρωτογενή πλεονάσματα μετατρέπονται σε πρωτογενή ελλείμματα, ειδικά αν το πρωτογενές πλεόνασμα υπερβαίνει το 3,5% του ΑΕΠ. Ειδικά δε το νέο ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο («Δημοσιονομικό Σύμφωνο», «Δέσμη των 2», «Δέσμη των 6» κ.α.) δεν φαίνεται ικανό να αποτρέψει την ανατροπή αυτή.
Οι κύριοι παράγοντες που επηρεάζουν τη διατηρησιμότητα των πρωτογενών πλεονασμάτων είναι το ποσοστό ανεργίας, η σχέση μη ενεργού/ ενεργού πληθυσμού, οι δαπάνες για τις υπηρεσίες υγείας και η δυνατότητα άσκησης χαλαρής νομισματικής πολιτικής. Στους τρεις από τους τέσσερεις αυτούς παράγοντες η Ελλάδα υστερεί σημαντικά, ενώ στο μέλλον προβλήματα θα μπορούσε να προκαλέσει και ενδεχόμενη σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ.
«Με δεδομένη τη διατήρηση του ποσοστού ανεργίας σε υψηλό επίπεδο μεσοπρόθεσμα, τα «μη ευνοϊκά δημογραφικά» στην Ελλάδα, αλλά και την προοπτική αποκατάστασης της νομισματικής πολιτικής στη ζώνη του Ευρώ μεσοπρόθεσμα, ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα κρίνεται ως αρκετά φιλόδοξος», σημειώνεται στην έκθεση και υπογραμμίζονται οι πρόσφατες εκτιμήσεις του ΔΝΤ που προβλέπουν για την Ελλάδα πρωτογενές πλεόνασμα 1,6% του ΑΕΠ την περίοδο 2018 – 2020 και 1,5% το 2021.