Με ισχυρές απώλειες -παρά τα αρχικά κέρδη- ολοκλήρωσαν τη συνεδρίαση της Τρίτης οι κυριότεροι δείκτες στην αμερικανική αγορά, καθώς οι φόβοι για ύφεση στην ισχυρότερη οικονομία του κόσμου εξακολουθούν να δίνουν τον τόνο στις συναλλαγές της Wall Street.
Παράλληλα, η κατακρήμνιση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης τον Μάιο ενδεχομένως να αποτελεί τον προάγγελο ενός παρατεταμένου κλίματος αβεβαιότητας, που θα κυριαρχήσει το επόμενο χρονικό διάστημα στις διεθνείς αγορές, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται και οι πληθωριστικές πιέσεις δεν δείχνουν -προς το παρόν- σημάδια υποχώρησης.
Πιο αναλυτικά, ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones έκλεισε με απώλειες 491 μονάδων ή 1,56% στις 30.946 μονάδες, ενώ ο διευρυμένος S&P 500 διαμορφώθηκε στις 3.821 μονάδες, με πτώση 2,01% και βυθίστηκε ακόμα περισσότερο στην bear market που βρίσκεται μετά τα διαδοχικά sell off του Μαΐου.
Διαβάστε ακόμα - Ουίλιαμς - Ντάλι (Fed): Η οικονομία των ΗΠΑ μπορεί να αποφύγει την ύφεση
Ισχυρές πιέσεις δέχθηκε, τέλος και ο τεχνολογικός δείκτης, με τον Nasdaq να ολοκληρώνει τη συνεδρίαση στις 11.181 μονάδες, σημειώνοντας απώλειες 2,98%.
Στο ταμπλό, σημαντικές απώλειες κατέγραψαν οι τίτλοι των εταιρειών του κλάδου του λιανεμπορίου, με τις Home Depot, Lowe’s και Macy’s να χάνουν άνω του 2%, ενώ πτώση 4% κατέγραψε η μετοχή της Bath & Body Works.
«Βουτιά» της τάξης του 7% σημείωσε η Nike, καθώς η εταιρεία αθλητικών ειδών εκτιμά πως η αύξηση των πωλήσεων κατά το α' τρίμηνο της χρήσης του 2022 θα είναι σχεδόν μηδενικές, ενώ ισχυρές πιέσεις δέχθηκαν και οι εταιρείες κατασκευής ημιαγωγών (τσιπ).
Η ΑΜC υποχώρησε κατά 6%, ενώ οι Nvidia και Marvel έχασαν από 4% η καθεμία. Μοναδική εξαίρεση η μετοχή της Qualcomm, η οποία κέρδισε 6% εν μέσω φημολογίας πως τα τσιπ της θα χρησιμοποιηθούν από την Apple στην παραγωγή των 2023 iPhone.
Μάκρο
Το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ περιορίστηκε κατά 2,2% τον Μάιο σε μηνιαίο επίπεδο, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε το υπουργείο Εμπορίου της χώρας.
Ειδικότερα, το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο αγαθών της χώρας διαμορφώθηκε στα 104,3 δισ. δολάρια από 106,7 δισ. δολάρια τον Απρίλιο και ενώ οι αναλυτές που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Reuters ανέμεναν μια μέτρηση στα 105 δισ. δολάρια.