Η ανθεκτικότητα των προορισμών και των υποδομών, η παράταση της τουριστικής σεζόν, ο υπερτουρισμός και οι βραχυχρόνιες μισθώσεις είναι μερικά από τα θέματα που συζητήθηκαν στην πρώτη ημέρα του συνεδρίου “Reimagine Tourism in Greece”, της Καθημερινής.
Στον «εκπληκτικό μετασχηματισμό» που έχει πετύχει η Ελλάδα στον τομέα του τουρισμού, κόντρα στη διπλή αρνητική επιρροή της οικονομικής κρίσης και της πανδημίας, αναφέρθηκε η Shaikha Nasser Al Nowais, νεοεκλεγείσα Γενική Γραμματέας του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού των Ηνωμένων Εθνών, στο πλαίσιο του τρίτου ετήσιου συνεδρίου της Καθημερινής «Reimagine Tourism in Greece». Eπισήμανε ότι αυτό που πέτυχε η Ελλάδα είναι κάτι μεγαλύτερο από την απλή επέκταση της τουριστικής περιόδου: «Έχει επινοήσει εκ νέου τον τουρισμό, ως ένα στρατηγικό εθνικό περιουσιακό στοιχείο, ικανό να σταθεροποιήσει την οικονομία, να προσελκύσει παγκόσμιες επενδύσεις, να αναζωογονήσει την πολιτιστική κληρονομιά και να εμπνεύσει εμπιστοσύνη σε δύσκολους καιρούς», είπε. Τόνισε ότι, διεθνώς, η Ελλάδα δεν θεωρείται πλέον απλώς ένας προορισμός, αλλά μια σύγχρονη ιστορία επιτυχίας.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε συζήτηση με τη συγγραφέα Βικτόρια Χίσλοπ, ερωτηθείς για τα μάρμαρα του Παρθενώνα ανέφερε ότι πρόκειται για πολύπλοκο ζήτημα και ότι δεν αποτελεί μυστικό ότι είμαστε σε συζητήσεις με το Βρετανικό Μουσείο. «Δεν πιστεύω ότι έχουμε σημειώσει όση πρόοδο θα θέλαμε. Εγώ θα συνηγορήσω πάντοτε ότι τα Μάρμαρα του Παρθενώνα πρέπει να επιστρέψουν. Θα επιμείνω προσωπικά. Δεν νομίζω ότι είμαστε κοντά σε θετικό αποτέλεσμα, αλλά η κοινή γνώμη στο Ηνωμένο Βασίλειο αλλάζει υπέρ μας», τόνισε ο πρωθυπουργός, ενώ η Βικτόρια Χίσλοπ είπε ότι πρέπει να συμβεί και να βλέπουμε το μνημείο στην ολότητά του. «Η χώρα έχει αφήσει πίσω τους χαλεπούς καιρούς. Έχω τη φιλοδοξία να κάνω την Ελλάδα τον νούμερο ένα τουριστικό προορισμό στον κόσμο σε επίπεδο ποιότητας», υπογράμμισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης
Την ανοδική πορεία του ελληνικού τουρισμού ανέδειξε η υπουργός Τουρισμού. Όπως ανέφερε η Όλγα Κεφαλογιάννη, τα μέχρι στιγμής στοιχεία δείχνουν ιστορικά υψηλές επιδόσεις για το 2025, με αύξηση στις αφίξεις και ακόμη μεγαλύτερη άνοδο στις ταξιδιωτικές εισπράξεις. Σε σχέση με το 2024, καταγράφεται αυξημένη ταξιδιωτική κίνηση και διψήφια ποσοστιαία άνοδος στα έσοδα κατά την περίοδο εκτός της τουριστικής αιχμής, στους «πλάγιους» και χειμερινούς μήνες. «Σταδιακά η Ελλάδα γίνεται προορισμός για όλο τον χρόνο», σημείωσε η υπουργός, συμπληρώνοντας ότι αυτό ήδη ισχύει για Αθήνα, Θεσσαλονίκη και άλλους προορισμούς. Παράλληλα, επεσήμανε ότι η κυβέρνηση παραμένει προσηλωμένη στο στρατηγικό σχέδιο για την ανάδειξη της Ελλάδας σε πρότυπο βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης.
Οι ευκαιρίες και τα ρίσκα για τον ελληνικό τουρισμό εξετάσθηκαν στην ειδική συζήτηση με τη συμμετοχή κορυφαίων στελεχών από επιμέρους τμήματα που «συνθέτουν» τον ελληνικό τουρισμό όπως η αεροπορία και τα αεροδρόμια, η ακτοπλοΐα, κλπ. «Χτίσαμε ένα brand - τώρα πρέπει να αποδείξουμε ότι το αξίζουμε», υπογράμμισε μεταξύ άλλων ο πρόεδρος της Aegean, Ευτύχης Βασιλάκης. «Οι ανταγωνιστές βελτιώνονται, οι απαιτήσεις των ταξιδιωτών αυξάνονται και κάθε αστοχία, από τις υποδομές μέχρι και την εξυπηρέτηση, μπορεί να πληγώσει την εικόνα της χώρας», συμπλήρωσε.

Ο εκτελεστικός πρόεδρος του ΔΣ της Attica Group, Κυριάκος Μάγειρας, αναφέρθηκε στην ακτοπλοΐα και τις ελλιπείς ακτοπλοϊκές υποδομές της χώρας, λέγοντας ότι, ούτε λίγο ούτε πολύ, διαθέτουμε λιμάνια με υποδομές τριών αστέρων σε νησιά πέντε αστέρων. «Εδώ και 20 με 25 χρόνια δεν έχουν γίνει ουσιαστικές επενδύσεις στα λιμάνια», συμπλήρωσε. Σύμφωνα με τον ομιλητή, η λύση βρίσκεται στις μακροχρόνιες παραχωρήσεις, στις επενδύσεις με ΣΔΙΤ, στη συνεννόηση κεντρικού κράτους, δήμων, λιμενικών ταμείων και στο στρατηγικό σχέδιο για πράσινη μετάβαση.
Το ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον για τα ελληνικά λιμάνια επιβεβαίωσε ο Εκτελεστικός Πρόεδρος της Διεύθυνσης Κρουαζιέρας του Ομίλου MSC, Pierfrancesco Vago, λέγοντας «Είμαστε έτοιμοι να επενδύσουμε 100 εκατομμύρια στο Λαύριο». Αναφερόμενος στο στρατηγικό ρόλο της κρουαζιέρας για την ευρωπαϊκή οικονομία, ο κ. Vago τόνισε ότι πρόκειται για έναν από τους ελάχιστους κλάδους στους οποίους η Ευρώπη διατηρεί ισχυρή βιομηχανική βάση. «Έχουμε χάσει πολλές βιομηχανίες από τον ασιατικό ανταγωνισμό· η κρουαζιέρα όμως παραμένει πεδίο στο οποίο μπορούμε ακόμη να χτίζουμε πλοία στην Ευρώπη, να παράγουμε τεχνολογία και να επενδύουμε στη βιωσιμότητα», σημείωσε.
Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις στην Αθήνα δεν αποτελούν τη βασική αιτία της αύξησης των τιμών των ακινήτων, ούτε τον κύριο υπεύθυνο για το στεγαστικό πρόβλημα, ήταν της συμπέρασμα της συζήτησης για την επίδρασή τους και την ανθεκτικότητα των προορισμών. Όπως δήλωσε ο Νάσος Γαβαλάς, πρόεδρος του Συνδέσμου Εταιρειών Βραχυχρόνιας Μίσθωσης Ακινήτων, «οι περιορισμοί που επιβάλλονται είναι πολιτικές αποφάσεις και όχι πραγματική προσπάθεια επίλυσης του στεγαστικού». Από την πλευρά του, ο Matteo Sarzana, Country Manager Italy and Southeast Europe της Airbnb, τόνισε ότι τα μέτρα που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα είχαν τα καλύτερα αποτελέσματα, καθώς δεν ήταν αυστηρά περιοριστικά αλλά προέβλεπαν κυρίως ένα πάγωμα σε ορισμένες περιοχές έως την επανεξέταση του πλαισίου. Ο Δημήτρης Μελαχροινός, Co-Founder & CEO του Spitogatos, είπε πως τα δεδομένα της πλατφόρμας «δείχνουν» ότι οι βραχυχρόνιες μισθώσεις δεν οδηγούν σε αύξηση των τιμών πώλησης ή ενοικίασης και λειτουργούν ως επένδυση που ενισχύει την αγορά, αντί να τη στρεβλώνει. Το πάνελ κατέληξε στο ότι η συζήτηση για το στεγαστικό στην Αθήνα πρέπει να επικεντρωθεί στις πραγματικές αιτίες: την ανεπάρκεια προσφοράς, το υψηλό κόστος κατασκευής και τις διαρθρωτικές στρεβλώσεις της αγοράς.

Την εμπειρία μίας ιστορικής πόλης, όπως η Βενετία, στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που σχετίζονται με τον υπερτουρισμό και την κρουαζιέρα, όπως η έλλειψη στέγης για τους κατοίκους, η πίεση στις υποδομές και τη συντήρησή τους, αλλά και την κλιματική αλλαγή, μοιράσθηκε ο Σιμόνε Βεντουρίνι, αντιδήμαρχος Τουρισμού, Κοινωνικής Πρόνοιας, Υγείας, Οικονομικής Ανάπτυξης, Εργασίας και Στεγαστικής Πολιτικής του Δήμου της «Γαληνοτάτης». Η Βενετία έχει κατορθώσει από τη δεκαετία του ‘90 και του 2000 να αναστρέψει την τάση φυγής κατοίκων και εταιρειών από την επικράτειά της, κυρίως λόγω του προβλήματος των μεταφορών εντός της πόλης, κατορθώνοντας να προσελκύσει νέες αφίξεις και μάλιστα να γίνει η πρώτη πόλη στην Ιταλία που βίωσε αυτή την ανισόρροπη αντιστροφή. «Η πόλη προσπάθησε να βρει καινούργιους τρόπους να αντιμετωπίσει αυτήν την πρόκληση, όχι διαγράφοντας τους τουρίστες, αλλά προσπαθώντας να βρει τρόπους να προσελκύσει κόσμο και σε άλλους τομείς», τόνισε ο ίδιος, προσθέτοντας πως μετά τον κορωνοϊό, πολλοί άνθρωποι από τη Νέα Υόρκη και το Λονδίνο, «επιλέγουν ως τόπο κατοικία τους τη Βενετία, χάρις στην ποιότητα που προσφέρει, τους αργούς ρυθμούς, αλλά και την ασφάλεια και την καθαριότητα».
Οι εργασίες του συνεδρίου συνεχίζονται σήμερα. Μπορείτε να τις παρακολουθήσετε σε ζωντανή μετάδοση εδώ.