Την άποψή της πως σε μια εποχή ραγδαίων τεχνολογικών εξελίξεων, η ψηφιακή τεχνολογία αποτελεί καταλύτη για τον μετασχηματισμό του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, επηρεάζοντας τόσο τη δομή και τις πρακτικές του, όσο και τα προσφερόμενα προϊόντα και υπηρεσίες, εκφράζει με άρθρο γνώμη της στο Βήμα της Κυριακής, η Υποδιοικήτρια της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ), Χριστίνα Παπακωνσταντίνου.
«Η Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ), η τεχνολογία κατανεμημένου καθολικού (DLT) και οι διεπαφές προγραμματισμού εφαρμογών (APIs) συντελούν στην υιοθέτηση νέων επιχειρηματικών μοντέλων στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Ο ελληνικός χρηματοπιστωτικός τομέας προσαρμόζεται σταδιακά στις τεχνολογικές μεταβολές, ενσωματώνοντας όλο και ταχύτερα ψηφιακές τεχνολογίες. Η ανάπτυξη εφαρμογών mobile banking, η χρήση αυτοματοποιημένων εργαλείων εξυπηρέτησης πελατών (chatbots) και μοντέλων Τεχνητής Νοημοσύνης για την αποτροπή της απάτης και την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα καινοτόμων λύσεων που αποτελούν πλέον μέρος της καθημερινής λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Επίσης, η εμφάνιση πλήρως ψηφιακών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων προσδίδει νέα δυναμική στην αγορά» τόνισε.
Ωστόσο, η ψηφιακή μετάβαση συνοδεύεται από προκλήσεις. Εγγενή ζητήματα των ψηφιακών λύσεων αποτελούν η προστασία των προσωπικών δεδομένων και η ασφάλεια των πληροφοριακών συστημάτων έναντι κυβερνοαπειλών. Επιπλέον, τα μοντέλα Τεχνητής Νοημοσύνης μπορεί να υποπέσουν σε λάθη ή ανακρίβειες, να μεροληπτούν ή να μην είναι ξεκάθαρο πώς έφτασαν στα συμπεράσματα τα οποία εξάγουν, ανέφερε.
Παράλληλα, αναδύονται νέες και ταχέως αναπτυσσόμενες μορφές ψηφιακών χρηματοπιστωτικών προϊόντων, όπως τα κρυπτοστοιχεία. Τα κρυπτοστοιχεία συνδέονται με κινδύνους και σοβαρές αδυναμίες (π.χ. διακυβέρνησης, διασφάλισης των περιουσιακών στοιχείων) των φορέων που τα εισάγουν σε δημόσια προσφορά ή διαπραγμάτευση. Επιπλέον, οι διακυμάνσεις στην αξία τους, σε συνδυασμό με την ελλιπή πληροφόρηση για τους ενδεχόμενους κινδύνους, ενέχουν υψηλό ρίσκο επένδυσης, ενώ δεν πρέπει να υποτιμώνται οι κίνδυνοι που αφορούν στο «ξέπλυμα» χρήματος και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής και τη νομισματική κυριαρχία, πρόσθεσε.
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση υιοθετεί τα τελευταία έτη σταδιακά ρυθμιστικό πλαίσιο για τις ψηφιακές χρηματοπιστωτικές αγορές, όπως τον Κανονισμό για τις Αγορές Κρυπτοστοιχείων (MiCAR) που συνιστά ένα πρώτο βήμα στη ρύθμιση της αγοράς κρυπτοστοιχείων, και τον Κανονισμό σχετικά με την ψηφιακή επιχειρησιακή ανθεκτικότητα του χρηματοοικονομικού τομέα (DORA). Επιπρόσθετα, ο πρόσφατος Ευρωπαϊκός Κανονισμός για την Τεχνητή Νοημοσύνη (AI Act), εισαγάγει εναρμονισμένους κανόνες για την εφαρμογή Τεχνητής Νοημοσύνης σε προϊόντα και υπηρεσίες σε όλους τους επιχειρηματικούς τομείς, συμπεριλαμβανομένου του χρηματοπιστωτικού, στην Ευρωπαϊκή Ένωση» συμπλήρωσε.
«Καθοριστικό ρόλο στη διαχείριση κινδύνων από τις τεχνολογικές εξελίξεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα θα έχουν οι εποπτικές αρχές, προκειμένου να ενισχυθεί η προστασία των χρηστών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και να διαφυλαχθούν η ακεραιότητα της αγοράς και η χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Η αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας και της τεχνητής νοημοσύνης αποτελεί ευκαιρία για τον εκσυγχρονισμό του ελληνικού χρηματοπιστωτικού τομέα. Ωστόσο, για την πρόληψη και αντιμετώπιση των συναφών κινδύνων απαιτείται ισχυρό κανονιστικό πλαίσιο, ενίσχυση του χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού, προσαρμοστικότητα και εγρήγορση από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς» κατέληξε.