Έκκληση στις κυβερνήσεις και τους ανεξάρτητους φορείς υγείας, προκειμένου να αναλάβουν δράση για να μειωθούν τα περιστατικά ιογενούς ηπατίτιδας διεθνώς, τα οποία ευθύνονται κατά κύριο λόγο για το δυσβάσταχτο φορτίο νοσηρότητας και θνητότητας του καρκίνου του ήπατος, απηύθυνε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ηπατίτιδας στις 28 Ιουλίου.
Όπως υπογραμμίζει ο Γενικός Διευθυντής του ΠΟΥ, Dr. Tedros Adhanom Ghebreyesus, κάθε 30 λεπτά, κάπου στον κόσμο, ένας ασθενής πεθαίνει από καρκίνο του ήπατος, κίρρωση του ήπατος ή ηπατική ανεπάρκεια που προκλήθηκαν από ιογενή ηπατίτιδα. Οι ιογενείς ηπατίτιδες προκαλούνται από τους ιούς A, B, C, D και E οι οποίοι οδηγούν σε οξεία λοίμωξη του ήπατος. Μεταξύ των διαφορετικών αυτών τύπων ιών, μόνοι οι ηπατίτιδες Β, C και D μπορούν να αυξήσουν κατακόρυφα τον κίνδυνο ηπατικής κίρρωσης, ηπατικής ανεπάρκειας και καρκίνου του ήπατος.
Υποδιαγνωσμένες νόσοι οι ιογενείς ηπατίτιδες
Το μεγαλύτερο πρόβλημα με τις ηπατίτιδες η υποδιάγνωσή τους. Η πλειονότητα των ασθενών (ποσοστό άνω του 80%) δεν γνωρίζουν ότι έχουν μολυνθεί και νοσούν από χρόνια λοίμωξη και το ποσοστό αυτό ισχύει και για την Ελλάδα. Οι ιοί της ηπατίτιδας B, C και D πλήττουν περισσότερους από 300 εκατομμύρια ανθρώπους διεθνώς και προκαλούν περισσότερους από 1,3 εκατ. θανάτους ετησίως, με τους θανάτους να οφείλονται κυρίως σε δύο αιτίες, τον ηπατικό καρκίνο και την ηπατική κίρρωση.
Η ηπατίτιδα D κατατάσσεται (και αυτή) ως καρκινογόνο
Στους ήδη γνωστούς για την καρκινογόνο δράση τους ιούς της ηπατίτιδας Β και C, κατατάσσεται πλέον και η λιγότερο γνωστή στο ευρύ κοινό ηπατίτιδα D. Η ηπατίτιδα D πλήττει μόνο ασθενείς που έχουν ήδη μολυνθεί με τον ιό της ηπατίτιδας B και συνδέεται με έως και 6πλάσιο κίνδυνο ηπατικού καρκίνου σε σύγκριση με την λοίμωξη μόνο από ηπατίτιδα Β. Οι ασθενείς που έχουν μολυνθεί από ηπατίτιδα Β και μολύνονται και από ηπατίτιδα D, έχουν σύμφωνα με μελέτες από 2πλάσιο έως και 6πλάσιο κίνδυνο να εμφανίσουν ηπατικό καρκίνο που είναι ιδιαίτερα δύσκολος στην αντιμετώπισή του. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνουμε ότι οι πληθυσμοί που είναι περισσότερο ευάλωτοι στη μόλυνση με τους ιούς της ηπατίτιδας περιλαμβάνουν ανθρώπους που κάνουν χρήση ενδοφλέβιων ναρκωτικών, άτομα που ζουν σε συνθήκες αστεγίας και παρουσιάζουν και πολλές συννοσηρότητες όπως λοίμωξη με τον ιό HIV/AIDS και άλλες χρόνιες λοιμώξεις.
Η ένταξη της ηπατίτιδας D στη λίστα του ΠΟΥ με τα γνωστά και αποδεδειγμένα καρκινογόνα αναμένεται να επιταχύνει τις διαδικασίες για την ανάπτυξη θεραπειών και τον περιορισμό των χρόνιων λοιμώξεων.
Άλλωστε ο ΠΟΥ εξέδωσε νέες κατευθυντήριες οδηγίες μέσα στο 2024 αναφορικά με τις διαγνωστικές εξετάσεις, το street testing και τη διάγνωση της ηπατίτιδας D, όπως επισημαίνει η Dr. Meg Doherty, νέα Διευθύντρια του Τομέα της Επιστήμης της Υγείας στον ΠΟΥ.
Επανάσταση στη θεραπεία της ηπατίτιδας C
Τα τελευταία χρόνια έχει συντελεστεί επανάσταση στη θεραπεία της ηπατίτιδας C, με νέα σχήματα που επιτυγχάνουν εκρίζωση του ιού HCV σε διάστημα 2-3 μηνών. Παράλληλα αναπτύχθηκαν αποτελεσματικές θεραπείες που προκαλούν μακροχρόνια ύφεση στην ηπατίτιδα B. Την ίδια ώρα καταγράφεται πρόοδος σε θεραπευτικές προσεγγίσεις για την ηπατίτιδα D. Ωστόσο για να καταγραφεί αληθινό όφελος στην μείωση του φορτίου της ηπατικής κίρρωσης και του ηπατικού καρκίνου, θα πρέπει να εκπονηθούν Εθνικά Σχέδια Δράσης, συμπεριλαμβάνοντας τον προφυλακτικό εμβολιασμό, το συχνό testing στις ομάδες υψηλού κινδύνου, την εφαρμογή πολιτικών μείωσης της βλάβης και την ανεμπόδιστη πρόσβαση όλων των ασθενών στη θεραπεία. Όλα τα μέτρα θα πρέπει να συμπεριληφθούν στα Εθνικά Συστήματα Υγείας με συντονισμό των δράσεων ώστε να αυξηθεί η έγκαιρη διάγνωση και η ισότιμη πρόσβαση στη θεραπεία.
Η εικόνα στην Ελλάδα
Οι περισσότεροι άνθρωποι με ηπατίτιδα C δεν εμφανίζουν συμπτώματα, παρά μόνο όταν έχει προχωρήσει η ίνωση στο ήπαρ (οπότε είναι πλέον και πολύ αργά) και μέχρι τότε αγνοούν ότι έχουν μολυνθεί από τον ιό. Υπολογίζεται ότι περίπου το 1,5-2% του Ελληνικού πληθυσμού είναι φορείς του ιού HCV. Με άλλα λόγια, στην Ελλάδα εκτιμάται ότι περισσότερα από 135.000 άτομα πάσχουν από ηπατίτιδα C, εκ των οποίων μόλις 30.000 έχουν διαγνωσθεί με τη νόσο, ενώ οι υπόλοιποι το αγνοούν. Από τους διαγνωσμένους ασθενείς μόνο το 30-40% είχαν λάβει θεραπεία (περίπου 13.000 άτομα) έως το 2016. Τα τελευταία χρόνια συντελείται στην πατρίδα μας πρόοδος σε ομάδες ευάλωτων ανθρώπων στον ιό HCV, όπως είναι στα εξαρτημένα από ενδοφλέβια ναρκωτικά άτομα, στους κρατούμενους στις φυλακές, σε ομάδες προσφύγων και μεταναστών, όπου γίνονται στοχευμένες δράσεις για την διάγνωση της ηπατίτιδας C, ώστε να ξεκινήσει η λήψη της θεραπείας. Οι ασθενείς με ηπατίτιδα C έχουν όπως έχει αναφερθεί συννοσηρότητες που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τον ιό HIV/AIDS, την ηπατίτιδα D και την αιμορροφιλία και οι πολιτικές υγείας που πρέπει να εφαρμοστούν προκειμένου να αντιμετωπιστούν ολιστικά αυτές οι απειλές για τη δημόσια υγεία πρέπει να περιλαμβάνουν πολλές στοχευμένες δράσεις, με ομάδες εργασίας δρόμου (street working) καθώς ένα ποσοστό των ασθενών ζει σε συνθήκες αστεγίας.
Η πρόοδος σε αριθμούς
Η πρόοδος που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια καταγράφεται στα ακόλουθα αριθμητικά στοιχεία:
• Το 2025 οι χώρες που εκπόνησαν Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τις ηπατίτιδες αυξήθηκαν από 59 σε 123!
• Από την έναρξη του 2025, συνολικά 129 χώρες υιοθέτησαν πολιτικές έγκαιρης διάγνωσης και παρέμβασης για την ηπατίτιδα Β στον πληθυσμό των εγκύων γυναικών. Πρόκειται για μεγάλη αύξηση καθώς το 2024 ο αντίστοιχος αριθμός ήταν 106 χώρες.
• Επίσης μέσα στο 2025, 147 χώρες πλέον έχουν συμπεριλάβει τον εμβολιασμό των νεογνών έναντι της ηπατίτιδας Β, με μια δόση αμέσως μετά τη γέννησή τους. Πρόκειται για ακόμα μια σημαντική αύξηση καθώς το 2022, αυτό ίσχυε για 138 χώρες.
Τα υφιστάμενα κενά, που πρέπει να καλυφθούν
Ωστόσο παραμένουν κενά και ελλείψεις που πρέπει να καλυφθούν με περαιτέρω δράσεις. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Έκθεση για την ηπατίτιδα του 2024:
• Το testing και η πρόσβαση στη θεραπεία παραμένουν σε κρίσιμα χαμηλό επίπεδο: Μόλις το 13% των ασθενών με ηπατίτιδα B και μόλις το 36% των ασθενών με ηπατίτιδα C είχαν διαγνωστεί μέχρι το 2022.
• Τα ποσοστά για την λήψη θεραπείας ήταν ακόμα χαμηλότερα το 2022: Το 3% των ασθενών με ηπατίτιδα B και το 20% των ασθενών με ηπατίτιδα C είχαν πρόσβαση στα φάρμακα, προ 3ετίας. Τα ποσοστά αυτά είναι απογοητευτικά και πολύ χαμηλότερα των στόχων του ΠΟΥ, που για το 2025 διαμορφώνονται ως εξής: Το 60% των ασθενών με ηπατίτιδες να διαγνωστούν και το 50% να λάβουν θεραπεία.
• Η ένταξη των υπηρεσιών υγείας για την ηπατίτιδα στα κατά τόπους ΕΣΥ των κρατών παρουσιάζει μεγάλες ανισότητες: Μόνο 80 χώρες διαθέτουν υπηρεσίες υγείας για την πρόληψη της ηπατίτιδας στις Δομές Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, 128 χώρες έχουν εντάξει αυτές τις υπηρεσίες στα υφιστάμενα προγράμματά τους για το HIV/AIDS και μόλις 27 χώρες έχουν συμπεριλάβει υπηρεσίες για την ηπατίτιδα C μέσα σε κέντρα μείωσης της βλάβης.
Αν ληφθούν περισσότερα μέτρα και επιτευχθούν οι στόχοι του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας μέχρι το 2030, θα σωθούν επιπλέον 2,8 εκατ. ζωές και θα αποφευχθούν 9,8 εκατ. νέες λοιμώξεις με τους ιούς της ηπατίτιδας.
Σημαντική η αποστιγματοποίηση
Η φετινή εκστρατεία του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας για την Παγκόσμια Ημέρα Ηπατίτιδας έχει τίτλο: «Ηπατίτιδα, ας την κατανοήσουμε» ή «Ηπατίτιδα ας την σπάσουμε», ανάλογα με το ποια ερμηνεία επιλέγουμε να δώσουμε κατά την μετάφραση. Προφανώς ο όρος «ας την σπάσουμε» αναφέρεται σε έναν κύκλο όπου συμπεριλαμβάνει και το στίγμα. Στις ηπατίτιδες, όπως ισχύει και για το HIV/AIDS το στίγμα είναι συνήθως βαρύτερο και από την ίδια τη νόσο και δύσκολα αντιμετωπίζεται. Η ισότιμη πρόσβαση στην έγκαιρη διάγνωση και τη θεραπεία περνά μέσα από την ενίσχυση της χρηματοδότησης των προγραμμάτων που στοχεύουν στην εξάλειψη της ιογενούς ηπατίτιδας και από την καταπολέμηση του στίγματος, που συχνά εγκλωβίζει τους ασθενείς στο περιθώριο και τους οδηγεί στον κοινωνικό αποκλεισμό, ανατροφοδοτώντας ένα φαύλο κύκλο, από τον οποίο είναι δύσκολο να ξεφύγουν.