Η γερμανική συζήτηση για το χρέος της πανδημίας και οι φόβοι στην Αθήνα

Νίκος Βασιλόπουλος
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Η γερμανική συζήτηση για το χρέος της πανδημίας και οι φόβοι στην Αθήνα
Στη Γερμανία με αφορμή την επερχόμενη κρίση χρέους ως αποτέλεσμα του υπέρογκου δανεισμού για τα σχέδια ανάκαμψης, έχει ξεκινήσει μια συζήτηση που τους περιλαμβάνει όλους: πολιτικούς παράγοντες, αγορά, βιομηχανία. Οι γερμανικές αποφάσεις για το "χρέος της πανδημίας" έχουν κάθε λόγο να τρομάζουν την Αθήνα.

Η Γερμανία στο τέλος του 2020 μπήκε σε μια οικονομική περιπέτεια που είχε να δει από την περίοδο της επανένωσης των δύο Γερμανιών το 1990. Η διαχείριση της πανδημίας την πήγε από το πλεόνασμα των 45.2 εκατομμυρίων ευρώ στο έλλειμμα των μείον 189,2 εκατ. ευρώ.

Για πρώτη φορά το γερμανικό δημόσιο χρέος έχει εκτιναχθεί στα 2.2 τρισ. ευρώ, σύμφωνα με τη γερμανική στατιστική αρχή.

Αν το δημόσιο χρέος ήταν το μόνο πρόβλημα στη Γερμανία, τότε ίσως η δημόσια συζήτηση να κυριαρχούνταν κυρίως από την άποψη του Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, ο οποίος σε πολλές παρεμβάσεις του έχει ζητήσει να υπάρξει οριζόντια εφαρμογή σκληρών δημοσιονομικών μέτρων σε όλη την Ε.Ε. για να αποφευχθεί το "σκάσιμο της φούσκας" χρέους που θα συμβεί για να ολοκληρωθεί η μετα-πανδημική ανάκαμψη των οικονομιών της Ευρωζώνης. Τα πράγματα δεν είναι όμως τόσο απλά.

Οι αποφάσεις που θα πάρει η Γερμανία, αφού ολοκληρωθούν οι εκλογές και οπωσδήποτε αφού σχηματιστεί νέα κυβέρνηση, έχουν κάθε λόγο να προκαλούν ένα διαρκές άγχος στην Αθήνα, που περιμένει ή υποθέτει κάποια δημοσιονομική χαλάρωση εν όψει 4ου πανδημικού κύματος, για να μπορέσει να αξιοποιήσει όσα θέλει να πετύχει μέσα από το πρόγραμμα ανάκαμψης "Ελλάδα 2.0".

Οι δείκτες που επιμένουν

Στη Γερμανία το υπερβολικό δημόσιο χρέος είναι κάτι εγγενώς αρνητικό για την οικονομία. Μιλάμε για τη χώρα που έστησε πάνω στους "ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς" όλη τη στρατηγική της Ευρωζώνης, γιατί μπορούσε να τους καταφέρνει σε μεγάλο βαθμό. Το γερμανικό πρόβλημα είναι διάφοροι ποιοτικοί δείκτες της οικονομίας που δεν βοηθούν την κατάσταση. Για παράδειγμα το πραγματικό εισόδημα των καταναλωτών, το οποίο χάνει ένα 2% σχεδόν κάθε χρόνο.

Επιπλέον, οι τιμές όλων των αγαθών και των υπηρεσιών συνεχίζουν να ανεβαίνουν. Εδώ βλέπουμε μια αύξηση 4.2% στις τιμές των υπηρεσιών για το πρώτο τρίμηνο του 2021 και μια σημαντική αύξηση 11.8% στις τιμές των εισαγόμενων προϊόντων:

Η παραγωγή της χώρας έχει επίσης μια ελαφρά πτωτική τάση, την ώρα που η ζήτηση για προϊόντα έχει (γενικά) αυξηθεί κατακόρυφα σε όλον τον πλανήτη.

Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι οι Γερμανοί δεν βοηθούν το κράτος τους και φοροδιαφεύγουν, όμως (φευ!) κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει κάθως υπάρχει αύξηση των εσόδων από τη φορολογία.

Τί λένε οι Γερμανοί για όλα αυτά;

Ο Όλαφ Σόλτς, υπουργός Οικονομικών, είναι πιστός στο δόγμα "ξοδεύουμε όσο γίνεται για να κρατήσουμε ψηλά την οικονομία", σε αντίθεση με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Αυτό, τον έκανε πέρσι να άρει το λεγόμενο "φρένο δανεισμού" (δηλαδή τη ρήτρα ότι η Γερμανία θα δανείζεται μόνο με ρυθμό 0.35% του ετήσιου ΑΕΠ). Βέβαια, η συγκεκριμένη συζήτηση για το ύψος του χρέους έχει σημαντικό πολιτικό αντίκτυπο στα γερμανικά πράγματα, ο Σολτς αναγκάστηκε πρόσφατα στο τέλος Ιουνίου να αναδιατυπώσει την άποψή του, λέγοντας ότι "Ενα κοινό νόμισμα χρειάζεται κοινούς κανόνες και οι κανόνες μας έχουν αποδείξει πως παρέχουν την αναγκαία ευελιξία", αναφερόμενος στους αναγκαίους δημοσιονομικούς κανόνες. Η εκτίμηση που γίνεται γι' αυτό, είναι ότι η "στροφή Σολτς" έγινε στο πλαίσιο της εσωτερικής "κοντρας" στη γερμανική πολιτική σκηνή, καθώς τρεις ημέρες νωρίτερα (26 Ιουνίου) είχε αναδιαμορφώσει το σχέδιο προϋπολογισμού του 2022 προς το πιο "ασύδοτο".

Αρχικά, είχε προαποφασίσει να ξοδέψει 419.8 δισ. ευρώ, τα οποία στην πορεία έγιναν 443 δισ. ευρώ. Αντίστοιχα αποφάσισε να αυξήσει τον δανεισμό κι έτσι από 81.5 δισ. ευρώ που είχαν αρχικά προβλεφθεί, το σχέδιο λέει 99.7 δισ. ευρώ τον επόμενο χρόνο.

Ο Σολτς δήλωσε ότι η Γερμανία επενδύει έντονα στην «κοινωνική συνοχή» και σε «μια ισχυρή και φιλική προς το κλίμα οικονομία που κοιτάζει στο μέλλον». Το σχέδιο προϋπολογισμού μπορεί να αλλάξει και πάλι, καθώς θα χρειαστεί έγκριση από το νέο κοινοβούλιο που θα προκύψει από τις εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου.

Ο Σολτς βέβαια ανήκει στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα και είναι περισσότερο εξοικειωμένος με την ανάγκη κρατικών επενδύσεων. Το CDU της Μέρκελ, απεύχεται τέτοια προβλήματα. Μην ξεχνάμε ότι εκτός του Σόιμπλε που έχει πολλάκις εκφραστεί ενάντια στον υπερβολικό δανεισμό και η Άνγκελα Μέρκελ έχει χαρακτηρίσει την πολιτική αύξησης των επενδύσεων μέσω δανεισμού ως «γλυκό δηλητήριο».

Οι Πράσινοι, που αν και έχουν ξεφουσκώσει αρκετά, παραμένουν σε ένα δημοσκοπιικό πλατώ κοντά στο 20% 3 μήνες πριν τις εκλογές, λένε τα ακριβώς αντίθετα. Ο δανεισμός και οι κρατικές ενισχύσεις είναι μια πιθανή θεραπεία για τα προβλήματα της Γερμανίας.

Οι Πράσινοι δήλωσαν ότι για τον εκσυγχρονισμό της Γερμανίας ώστε να γίνει ουδέτερη από τον άνθρακα σε 20 χρόνια, οι δημόσιες επενδύσεις πρέπει να αυξηθούν σε 50 δισ. ευρώ ετησίως για την επόμενη δεκαετία και μέρος του προγράμματός τους περιλαμβάνει την οριστική κατάργηση του "φρένου του χρέους", πράγμα που θα χρειαστεί συνταγματική αναθεώρηση για να επιτευχθεί, εφόσον κατοχυρώθηκε στη συνταγματική αναθεώρηση του 2009, η οποία συνέπεσε με την έναρξη της δεκαετίας της χρηματοπιστωτικής κρίσης.

Η εκπρόσωπος των Πράσινων για την οικονομική πολιτική, Λίζα Πάους, ήταν σαφής: "Η πανδημία εξέθεσε πραγματικά όλα τα ελλείμματα που έχουμε σε αυτήν τη χώρα - ιδιαίτερα στην ψηφιακή διακυβέρνηση και τη δημόσια διοίκηση (...) Αυτό είναι το αποτέλεσμα του χρέους. Και γι 'αυτό μετά την πανδημία δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στους παλιούς κανόνες που είχαμε πριν".

Συμπληρώνοντας τα παραπάνω, οι Πράσινοι λένε ότι για επείγουσες ανάγκες σε υποδομές όπως τα σχολεία και τα νοσοκομεία, οι δρόμοι κ.λπ θα χρειαστούν άμεσα 149 δισ. ευρώ.

Η πρόταση των Πράσινων είναι αναδιάταξη του χρέους με περιορισμό του χρέους της Γερμανίας στις καταναλωτικές δαπάνες, όταν η κυβέρνηση αποκτά αγαθά και υπηρεσίες για τρέχουσα χρήση και με εξαίρεση από τον κανόνα του "φρένου του χρέους;" των επενδυτικών δαπανών, οι οποίες δημιουργούν νέα δημόσια περιουσιακά στοιχεία.

Οι Γερμανοί βιομήχανοι (με διαφοροποιήσεις και όχι με απόλυτα ενιαία στάση) στέκονται σε δύο πράγματα, που θα επηρεάσουν τις αποφάσεις για τους δημοσιονομικούς κανόνες: 1) στα "απόνερα" της πανδημίας που θα φανούν το επόμενο οικονομικό έτος και β) στις πολιτικές εξελίξεις., που θα φέρουν και επιτάχυνση του ευρωπαϊκού νόμου για τη μετάβαση στην πράσινη ενέργεια και τις μηδενικές εκπομπές ρύπων. Όσον αφορά το πρώτο σκέλος, όσο η πανδημία συνεχίζει και εγγράφει τριγμούς στις οικονομίες, τα αρνητικά της αποτελέσματα (ως αντίβαρο στις θετικές πολιτικές ανάκαμψης) θα μεταφέρονται στο επόμενο οικονομικό έτος. Αν για παράδειγμα ισορροπήσει κάπως η οικονομία μέχρι το τέλος του 2021, η απώλεια θα φανεί στα μέσα του 2022, αν πάλι η πανδημία καταφέρει να συνεχίσει και το επόμενο έτος, τότε η βιομηχανία αναμένεται να δει ανάκαμψη το 2023.

Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος, οι αποφάσεις για τους δημοσιονομικούς κανόνες πρέπει να λάβουν υπόψη τους την αναγκαία ταχύτητα μετάβασης στο πράσινο μοντέλο οικονομίας, το οποίο υπόσχεται μεν μηδενικούς ρύπους, αλλά πρέπει να γίνει με τέτοια ταχύτητα που να κρατήσει τις γερμανικές (και ευρωπαϊκές) βιομηχανίες ανταγωνιστικές. Οπότε περιμένουμε και από εκεί πίεση για προσαρμογή των κανόνων.

Τι σημαίνουν αυτά για την Ευρώπη;

Η συζήτηση για το τί θα γίνει με τους κανόνες των χρεών για τα κράτη-μέλη είναι μια συζήτηση που θα λήξει μόνο με τη δημιουργία ενός νεόυ κυβερνητικού συνασπισμού, ο οποίος θα αποφασίσει τι θα γίνει πρώτα και κύρια με το γερμανικό χρέος. Στο τραπέζι για την ώρα υπάρχουν δύο προτάσεις. Η μία είναι η εφαρμογή σκληρών, οριζόντιων, δημοσιονομικών κανόνων για όλα τα κράτη-μέλη, ανεξάρτητα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν με την πανδημία. Η άλλη είναι να υπάρξει αύξηση των κρατικών επενδύσεων και χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων μέχρι να μπει η Ευρωζώνη σε κανονικούς ρυθμούς.

Αν κάτι έχει αλλάξει δραματικά από την τελευταία φορά που η Ε.Ε. έκανε συνεταγμένα αυτή τη συζήτηση στο εσωτερικό της, με αφορμή την παγκόσμια οικονομική κρίση το 2009, είναι ότι η "ατμομηχανή" Γερμανία έχει πλέον και αυτή σημαντικό πρόβλημα με το δημόσιο χρέος της, οπότε και δεν μπορεί από θέση αρχής να έχει απόλυτες θέσεις. Τα υπόλοιπα είναι ζήτημα πολλών παραγόντων, μεταξύ των οποίων το αίνιγμα του πληθωρισμού και τι θα αφήσει ως επιπτώσεις το επόμενο κύμα πανδημίας που βρίσκεται στον ορίζοντα.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider