Θεσσαλία: Οι αντιδράσεις και οι αντιπροτάσεις στο σχέδιο των Ολλανδών για ανασυγκρότηση

Πένη Χαλάτση
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Θεσσαλία: Οι αντιδράσεις και οι αντιπροτάσεις στο σχέδιο των Ολλανδών για ανασυγκρότηση
Αντιδράσεις και σκεπτικισμό ως προς την ορθότητα και την πρακτική εφαρμογή των προτεινόμενων παρεμβάσεων έχει εγείρει το masterplan για την ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας.

Αντιδράσεις και σκεπτικισμό ως προς την ορθότητα και την πρακτική εφαρμογή των προτεινόμενων παρεμβάσεων έχει εγείρει το masterplan για την ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας που εκπόνησε ολλανδική εταιρεία HVA και έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση.

Η WWF, η Greenpeace, η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, η Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης και η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία σε κοινή ανακοίνωση εξέφρασαν τον προβληματισμό τους αναφορικά με το κείμενο της HVA σημειώνοντας ότι πρόκειται για «μια παρωδία διαβούλευσης, που για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας γίνεται στα αγγλικά, επί μιας εξαιρετικά κακογραμμένης έκθεσης που αντιβαίνει στοιχειώδεις κανόνες επιστημονικής δημοσίευσης, η οποία προωθεί τεράστια κατασκευαστικά έργα παρωχημένης γενιάς και την ιδιωτικοποίηση των υδάτινων πόρων όλης της χώρας».

Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις υπέβαλαν τα σχόλια και τις προτάσεις τους επί των προτάσεων της ολλανδικής έκθεσης για την αποκατάσταση της Θεσσαλίας μετά από την κακοκαιρία Daniel, με τίτλο «Water management in Thessaly in the wake of Storm Daniel». Μεταξύ άλλων θέτουν θέμα συνταγματικότητας και συμφωνίας με το ενωσιακό Δίκαιο και κάνουν λόγο για «ασάφεια», «αναποτελεσματικότητα», «αδιαφανείς διαδικασίες», «αγνόηση της νομοθεσίας της ΕΕ και της κλιματικής κρίσης» και «ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης των υδάτινων πόρων» ενώ διατυπώνουν και τις δικές τους προτάσεις έναντι των θέσεων της HVA.

Ασάφεια στην εκτίμηση του κόστους των παρεμβάσεων ύψους 4,5 δις ευρώ

Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις υποστηρίζουν ότι η εκτίμηση κόστους που γίνεται, παρότι συγκεκριμένη για κάθε μέτρο, είναι γενική και ενδεικτική, καθώς βασίζεται σε ορισμένες αδρομερείς και συνοπτικά αναφερόμενες παραδοχές μοναδιαίου κόστους (π.χ. αξία αποκατάστασης κατεστραμμένων αναχωμάτων ανά χλμ), οι οποίες επιπλέον δεν τεκμηριώνονται. «Η σύνταξη ενός τέτοιου είδους προϋπολογισμού είναι σαφώς εμπειρικού χαρακτήρα και έτσι προσιδιάζει περισσότερο σε μια προμελέτη παρά σε μια αναλυτική και ολοκληρωμένη μελέτη, οι προτάσεις της οποίας δηλώνεται ότι θα τροφοδοτήσουν θεσμικά εργαλεία (π.χ. ΣΔΛΑΠ και ΣΔΚΠ) αλλά και θα αξιοποιήσουν δημόσιους πόρους» σημειώνουν σχετικά. Ομοίως, για την διερεύνηση των χρηματοδοτήσεων, αναφέρουν ότι ο συνολικός εκτιμώμενος προϋπολογισμός των 4,5 δισ. ευρώ δεν αντικατοπτρίζει ισότιμα ή πλήρως το σύνολο των προτεινόμενων μέτρων, ενώ παρατηρούνται «αδόκιμες επισημάνσεις, όπως ότι τη χρηματοδοτική ευθύνη φέρουν διάφοροι εμπλεκόμενοι φορείς, ή ότι το πρόσθετο εισόδημα που θα προκύψει από τις προτεινόμενες αλλαγές στη γεωργία θα ενισχύσει τις χρηματοδοτικές, εισροές μέσω της αύξησης των φορολογικών εσόδων και θα εξασφαλίσει χρηματοοικονομική βιωσιμότητα».

Φόβος για ιδιωτικοποίηση των υδάτων

Αναφερόμενες στην πρόβλεψη για την ίδρυση και λειτουργία (με όρους ιδιωτικού Δικαίου) του «Οργανισμού Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας», οι περιβαλλοντικές οργανώσεις θωρούν ότι η αναφορά στον νομικό χαρακτήρα του οργανισμού γεννά ανησυχίες, τόσο για τις εγκρίσεις των έργων και την αδειοδότησή τους, αλλά και για το καθεστώς διάθεσης του νερού στους τελικούς χρήστες (δηλαδή στους αγρότες). «Η πρόταση που προωθείται για την ίδρυση του “Οργανισμού Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας”, ως νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου που θα λειτουργεί “σύμφωνα µε τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, υπό την εποπτεία του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας” και θα αναλάβει εξουσίες κρατικές, όπως πχ να “παρακολουθεί την ποιοτική και ποσοτική κατάσταση των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων” και να αναλαμβάνει τον σχεδιασμό των μέτρων και την εφαρμογή των οδηγιών της ΕΕ για τα ύδατα (2000/60/ΕΚ) και για τις πλημμύρες (2007/60/ΕΚ), χαρακτηρίζεται από στοιχεία αντισυνταγματικότητας», αναφέρουν σχετικά.

Αμφισβήτηση της επιστημονικής επάρκειας της έκθεσης

Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις θεωρούν ότι η έκθεση των Ολλανδών στερείται επιστημονικής επάρκειας και σημειώνουν ότι στα τεύχη δεν αναφέρονται ομάδες επιστημόνων που συνέταξαν τα κείμενα, ούτε μεθοδολογία ή περιγραφή της έρευνας. «Αλλά και η ίδια η επιλογή μιας εμπορικής εταιρείας, όπως η Handelsvereniging Amsterdam-HVA (μτφ Εμπορική Εταιρεία του Άμστερνταμ), η οποία ιστορικά εξειδικεύεται στην εκμετάλλευση μεγάλων γεωργικών εκτάσεων σε πρώην ολλανδικές αποικίες και στο εμπόριο των προϊόντων τους, προκαλεί ερωτηματικά σχετικά με την επιστημονική επάρκεια και την απαραίτητη εξειδίκευση στα κρίσιμα ζητήματα της θωράκισης από πλημμύρες και από τις κλιματικές καταστροφές», σημειώνουν.

Ασυμφωνία με το ενωσιακό δίκαιο και το ελληνικό θεσμικό πλαίσιο

Η έκθεση δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις της οδηγίας 2007/60/ΕΚ για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών, τονίζει η κοινή ανακοίνωση των οργανώσεων και αντιτάσσει ότι τα προτεινόμενα μέτρα στο πλαίσιο της ενωσιακής νομοθεσίας για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμύρας πρέπει απαραιτήτως να περιλαμβάνουν κατ’ ελάχιστο χαρακτηρισμό δασικών περιοχών ως προστατευτικών, περιορισμό δραστηριοτήτων στις πλημμυρικές κοίτες, εντοπισμό και καταγραφή εστιών παραγωγής φερτών και σχεδιασμό μέτρων που είναι συμβατά με τις απαιτήσεις της οδηγίας πλαίσιο για τα ύδατα, της οποίας στόχος είναι η αποτροπή περαιτέρω επιδείνωσης, προστασία και βελτίωση των υδάτινων οικοσυστημάτων, και η προώθηση της βιώσιμης χρήσης του νερού. Η μελέτη περιλαμβάνει, επίσης, ρυθμίσεις που αφορούν τη διαχείριση των υδάτων, αντικείμενο που κατά την ενωσιακή νομοθεσία ρυθμίζεται από την οδηγία 2000/60/ΕΚ και τα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής (ΣΔΛΑΠ). Ειδικά για τα συγκεκριμένα σχέδια, τα οποία βρίσκονται στη δεύτερη φάση αναθεώρησής τους, αναφέρεται ότι αυτά αγνοούνται στο σύνολο της μελέτης. Επιπλέον, πολλά από τα μέτρα που προτείνονται στην έκθεση (π.χ. μεγάλα φράγματα) είναι ασύμβατα με τις νέες κατευθύνσεις της Ε.Ε. και κυρίως με τον νέο κανονισμό για την αποκατάσταση της φύσης που βρίσκεται σε τελικό στάδιο έγκρισης. Για παράδειγμα, ο κατακερματισμός των υδατορεμάτων από φράγματα και η διακοπή της συνδεσιμότητάς τους έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον στόχο που τίθεται από τον νέο κανονισμό (αποκατάσταση 25.000 χιλιομέτρων ποταμών ελεύθερης ροής, σε σύγκριση με το 2020).

Μεγάλα κατασκευαστικά έργα υψηλού κόστους

Το master plan ανασυγκρότησης της Θεσσαλίας δίνει έμφαση σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα τα οποία είναι «παρωχημένης λογικής, τεράστιου οικονομικού κόστους και αποδεδειγμένα αναποτελεσματικές προσεγγίσεις μεγάλων κατασκευαστικών παρεμβάσεων, όπως η εκτροπή του Αχελώου, η κατασκευή 23 φραγμάτων και επιπλέον αναχωμάτων που δημιουργούν περίκλειστα χωριά (μόνο στην περιοχή του Καλέντζη προτείνονται >60km νέων αναχωμάτων, χωρίς να γίνεται καμία αναφορά σε αποκατάσταση της κοίτης των ποταμών», επισημαίνεται.

Η μελέτη δηλώνει ότι προτεραιοποιεί μεν τα ορεινά φράγματα έναντι άλλων λύσεων, ωστόσο η έκταση του κειμένου για τα μεγάλα φράγματα σε συνδυασμό με τις εκτενείς τεχνικές προδιαγραφές που υπάρχουν στο τεύχος “Appendices” (Annex 9), δίνουν την ξεκάθαρη κατεύθυνση. Ειδικά για τα μεγάλα φράγματα ωστόσο φαίνεται να υπάρχουν αντιφάσεις που το ίδιο το κείμενο αναγνωρίζει. «Η μελέτη αναφέρει ότι ο κύριος σκοπός αυτών των φραγμάτων είναι η άρδευση και αυτό μπορεί να έρχεται σε σύγκρουση με τον αντιπλημμυρικό τους στόχο», λένε οι οργανώσεις.

Παράλληλα, το γεγονός ότι η έκθεση προτείνει την κατασκευή περισσότερων από 130 χιλιομέτρων νέων αναχωμάτων γύρω από πολλά χωριά της Δυτικής Θεσσαλίας, δημιουργώντας περίκλειστες απομονωμένες περιοχές με στόχο την προστασία τους από πλημμύρες, δημιουργεί επιπλέον ερωτήματα όπως το τι θα συμβεί εάν “παραβιαστούν” αυτά τα αναχώματα και κατά πόσο θα είναι ασφαλείς οι κάτοικοι των εν λόγω περιοχών.

Ακόμη, το γεγονός ότι το κείμενο που έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση και απευθύνεται στο ευρύ κοινό και στους αγρότες της Θεσσαλίας είναι στα αγγλικά, θέτει θέμα επαρκούς πρόσβασης του κοινού στην πληροφορία και αποτελεσματικής συμμετοχής του. «Όταν διεξάγεται δημόσια διαβούλευση, η χρήση της ελληνικής γλώσσας είναι αναγκαία, διότι μόνον έτσι εξασφαλίζεται η πρόσβαση του κοινού στην περιβαλλοντική πληροφορία και η αποτελεσματική συμμετοχή του. Περαιτέρω, η υποχρεωτική χρήση της ελληνικής γλώσσας επιβάλλεται κατά τη διαδικασία σύναψης δημοσίων συμβάσεων (άρθρα 53§3, 80§10, 92§4 του ν. 4412/2016, όπως ισχύουν). Στην ελληνική γλώσσα πρέπει εξ’ άλλου να έχει συνταχθεί και η κάθε μελέτη ώστε να μπορεί να εγκριθεί η παραλαβή της από την αρμόδια αρχή. Τέλος, υποχρεωτική είναι η χρήση της ελληνικής γλώσσας σε κάθε διαδικασία δημοσίου ενδιαφέροντος (π.χ. άρθρ 454 ΚΠολΔικ, 172 ΚΔιοικΔικ.)», σημειώνουν.

Οι προτάσεις των περιβαλλοντικών οργανώσεων για το master plan της Θεσσαλίας

Με αφορμή τα τρωτά σημεία που θεωρούν ότι υπάρχουν στο κείμενο της ολλανδικής εταιρείας, οι περιβαλλοντικές οργανώσεις κάνουν κάποιες στοχευμένες επισημάνσεις. Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι αντί για φαραωνικά, πολυδάπανα και ενεργοβόρα έργα, απαιτείται ο σχεδιασμός μιας συνολικής ορθολογικής διαχείρισης των υδάτινων πόρων, η λήψη μέτρων που εξορθολογίζουν τις υδροβόρες καλλιέργειες και η ανάληψη δεσμευτικών στόχων για δραστική μείωση της κατάχρησης και σπατάλης του γλυκού νερού. Επίσης, σύμφωνα με τις οργανώσεις, απαιτείται ο επαναπροσδιορισμός και η επαναχάραξη των φυσικών ροών και θέσεων τού νερού (ρέματα, χείμαρροι, ποταμοί, μέγεθος επιφανειακών υδάτινων όγκων, κ.λπ.). Επείγουσα θεωρούν επίσης και την κατασκευή μικρών φραγμάτων στις ροές ποταμών, χειμάρρων και ρεμάτων, ώστε να αυξηθεί η δυνατότητα συγκράτησης των νερών για την άρδευση των καλλιεργειών και παράλληλα να μειωθούν οι κίνδυνοι από την ανεξέλεγκτη ροή τους.

Η λύση δεν είναι η διαχείριση του νερού στα πλαίσια επανάληψης και διαιώνισης εντατικών βιομηχανικών γεωργικών πρακτικών όπως εφαρμόζονταν ως σήμερα στο προβληματικό και ευάλωτο μοντέλο εντατικής και βιομηχανικής γεωργίας στη Θεσσαλία. Όλες οι προβλέψεις δείχνουν ότι εάν δεν αλλάξει το αγροτικό μοντέλο, σε 10-15 χρόνια ο θεσσαλικός κάμπος θα έχει ερημοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό. Η προτεινόμενη αλλαγή καλλιεργειών δεν καλύπτει την μεγάλη ανάγκη για ριζική αλλαγή στο είδος καλλιέργειας, τις μεθόδους που πρέπει εφεξής να εφαρμόζουν οι παραγωγοί και τους τρόπους συντήρησης της γης τους ώστε να είναι οικονομικά βιώσιμες για τους παραγωγούς και ταυτόχρονα περιβαλλοντικά βιώσιμες για την Θεσσαλία και ολόκληρη την χώρα, αναφέρουν στις επισημάνσεις τους οι περιβαλλοντικές οργανώσεις.

«Η προφανής λύση είναι η ανασυγκρότηση της αγροτικής παραγωγής με βάση τα νέα κλιματικά δεδομένα και επίκεντρο τις δύο επείγουσες και απολύτως επίκαιρες προτεραιότητες: (α) Ενίσχυση της ανθεκτικότητας των αγροσυστηματων και (β) Προστασία της βιοποικιλότητας που αποτελεί κλειδί για τις υπηρεσίες που μπορεί να προσφέρει ένα οικοσύστημα (φυτοπροστασία, επικονίαση, ανακύκλιση των θρεπτικών ουσιών και φυσικά προσαρμογή στις κλιματικές συνθήκες)», επισημαίνουν.

Στα θετικά συγκαταλέγεται η αναφορά στην ανάγκη δημιουργίας controlled inundation areas (ελεγχόμενων πλημμυρικών περιοχών) αλλά «πρέπει όμως να αποτελέσει αντικείμενο σχεδιασμού και θα περιμέναμε από μια έκθεση αυτού του εύρους αντικειμένου να προσφέρει περισσότερα από απλές αναφορές», υποστηρίζουν οι οργανώσεις οι οποίες προτάσσουν τις λύσεις που βασίζονται στην φύση. «Μια σύγχρονη θεώρηση των πραγμάτων που να λαμβάνει υπόψη όλες τις ευρωπαϊκές πολιτικές και κατευθύνσεις, τις επιστημονικές απόψεις καθώς και τα σύγχρονα χρηματοδοτικά εργαλεία, θα έπρεπε να περιλαμβάνει την προώθηση λύσεων που βασίζονται στη φύση, κάτι που η συγκεκριμένη μελέτη δεν κάνει σε καμία περίπτωση. Στη Θεσσαλία θα αναμέναμε να προκρίνονταν άλλες πρακτικές. όπως η απομάκρυνση των αναχωμάτων σε μεγαλύτερη απόσταση από τα ποτάμια και η διάνοιξη της κοίτης, η δημιουργία μαιανδρισμών, η αποκατάσταση παρόχθιων δασών για την σταθεροποίηση των πρανών, κ.α. Οι παρεμβάσεις αυτές, εκτός του ότι θα αποφόρτιζαν τον πλημμυρικό κίνδυνο, θα ήταν και σε πλήρη ευθυγράμμιση με τις πολιτικές της Ε.Ε.», τονίζουν.

Τέλος, ως προς την χρηματοδότηση, oι περιβαλλοντικές οργανώσεις προτείνουν την διασύνδεση επιμέρους κατηγοριών και τύπων μέτρων με συγκεκριμένες θεσμικές πηγές χρηματοδότησης (ιδιαίτερα εκείνες που αφορούν τα χρηματοδοτικά μέσα της ΕΕ με έμφαση στα μέσα της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής), αλλά και ενδεχομένως μια ειδικότερη χαρτογράφηση των κύριων χρηματοδοτικών πολιτικών -και άρα των διαθέσιμων πόρων- σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη

Ολλανδικό σχέδιο: Οι ενστάσεις 15 καθηγητών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Θεσσαλία: Τα τρωτά σημεία που εντόπισαν οι Ολλανδοί – Οι προτάσεις και τα πρόστιμα

Θεσσαλία: Διάσταση απόψεων στα έργα, τους χρόνους υλοποίησης και τα κόστη – Οι κίνδυνοι σε περίπτωση ενός νέου Daniel

gazzetta
gazzetta reader insider insider