Από τη συνολική αξία εκταμιεύσεων επιχειρηματικών δανείων (προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις) ύψους 13,5 δισ. ευρώ κατά το περσινό έτος, τα 8,5 δισ. ευρώ αφορούσαν μεγάλες εταιρικές χορηγήσεις (πιστωτικές γραμμές, δάνεια τακτής λήξης και ανακυκλούμενες πιστώσεις), ήτοι σχεδόν το 63%, όπως προκύπτει από τη στατιστική βάση αναλυτικών πιστωτικών δεδομένων AnaCredit και παρουσιάζονται στην Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Ελλάδος.
H αξία των δανείων που συνομολογήθηκαν αλλά και εκταμιεύθηκαν το 2024, αυξήθηκαν κατά 7,8 δισ. σε ετήσια βάση και ανήλθαν στα 20,6 δισ. ευρώ, από 12,8 δισ. ευρώ το 2023. Η αυξητική πορεία των επιχειρηματικών δανείων συνεχίζεται και για φέτος, με τον ετήσιο ρυθμό αύξησης της χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις να επιταχύνεται τον Απρίλιο σε 17,2%, που σηματοδοτεί το υψηλότερο επίπεδο μετά τον Φεβρουάριο του 2009 – από 13,8% τον Δεκέμβριο του 2024 και 6,9% τον Απρίλιο του 2024.
Περίπου 3,2 δισ. στράφηκαν στις μεσαίες επιχειρήσεις και 1,8 δισ. ευρώ σε μικρές επιχειρήσεις. Μεταξύ των επιμέρους κατηγοριών, μεγαλύτερο μερίδιο ως προς την αξία των εκταμιευμένων νέων δανείων (62%) αντιστοιχούσε σε πιστωτικές γραμμές, οι οποίες κατά βάση αφορούν δάνεια τακτής λήξης τμηματικών εκταμιεύσεων επί μια περίοδο που δύναται να υπερβαίνει το ένα έτος. Ακολουθούν, με μερίδιο 28%, τα δάνεια τακτής λήξης, δηλαδή τοκοχρεολυτικά δάνεια, τα οποία εκταμιεύονται στο σύνολό τους εφάπαξ, και τέλος, με μερίδιο περίπου 9%, οι ανακυκλούμενες πιστώσεις, δηλαδή οι πιστώσεις που παρέχουν στο δανειολήπτη τη δυνατότητα επαναλαμβανόμενων αναλήψεων.
Επιπλέον, αξιόλογο ύψος δανείων συνδεόταν με εταιρίες οι οποίες ταξινομούνται μεν στις πολύ μικρού μεγέθους επιχειρήσεις, δεν είναι ωστόσο αντιπροσωπευτικές της τυπικής πολύ μικρής επιχείρησης, καθώς λόγω της φύσης της δραστηριότητάς τους, απασχολούν πολύ μικρό αριθμό εργαζομένων ή παρουσιάζουν πολύ χαμηλό κύκλο εργασιών. Ως προς το πλήθος δανείων πάνω από το ήμισυ αναλογούσε στις πολύ μικρές επιχειρήσεις, το οποίο εύλογα αποδίδεται στον μεγάλο αριθμό που επιχειρήσεων που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία και στα μικρότερου μεγέθους δάνεια που αιτούνται.
Ως προς την κατηγοριοποίηση των επιχειρηματικών δανείων με βάση τη δραστηριοποίηση των επιχειρήσεων, το μεγαλύτερο μέρος αφορούσε επιχειρήσεις του κλάδου βιομηχανίας και μεταποίησης (21%) και ενέργειας (ηλεκτρική ενέργεια, φυσικό αέριο, 20%) που κάλυψαν κάτι παραπάνω από το 40% της συνολικής αξίας. Η κάλυψη αναγκών κεφαλαίου κίνησης αναλογούσε σε 45% της αξίας των εκταμιεύσεων, με τις μικρές επιχειρήσεις να εμφανίζουν υψηλότερες ανάγκες.
Αυξήθηκε η ροή στις μικρομεσαίες
Σημαντική αύξηση καταγράφηκε κατά την περσινή χρονιά έναντι του 2023, στο ποσοστό της αξίας των συμβάσεων που συνήφθησαν και εν συνεχεία εκταμιεύθηκαν, ανεξαρτήτως μάλιστα μεγέθους επιχείρησης.
Για τις μεγάλες επιχειρήσεις, οι εκταμιεύσεις ως ποσοστό της αξίας της δανειακής σύμβασης ανήλθε στο 70% έναντι 60% το 2023, ενώ υψηλότερη ροή υπήρξε για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Συγκεκριμένα, διαμορφώθηκε στο 83% πέρυσι, έναντι 67% για τις μεσαίου μεγέθους και 59% για τις μικρές επιχειρήσεις κατά το 2023. Στην εξέλιξη αυτή εκτιμάται ότι συνέβαλε το γεγονός πως κατά το 2023 είχε συνομολογηθεί αξιόλογος αριθμός δανειακών συμβάσεων στο πλαίσιο του μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, οι οποίες χαρακτηρίζονται από σταδιακές εκταμιεύσεις ανάλογα με την πρόοδο των χρηματοδοτούμενων επενδυτικών σχεδίων.
Πιστοληπτική ικανότητα και διαπραγματευτική δύναμη μετρούν στο κόστος δανεισμού...
Ανά μέγεθος επιχείρησης, μικρότερα επιτόκια χορηγήσεων καταγράφηκαν στις μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες διαθέτουν μεταξύ άλλων υψηλότερη πιστοληπτική ικανότητα συγκριτικά με τις επιχειρήσεις μικρότερου μεγέθους και μεγαλύτερη διαπραγματευτική δύναμη όσον αφορά τους όρους δανεισμού. Σύμφωνα με στοιχεία, η διάμεσος του ονομαστικού επιτοκίου νέου δανεισμού το 2024 ήταν στο 4,5% στις επιχειρήσεις μεγάλου μεγέθους, στο 4,7% στις επιχειρήσεις μεσαίου μεγέθους, στο 5% και στο 5,2% στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις αντίστοιχα.
Στην πραγματικότητα, ωστόσο, πολλές εγχώριες επιχειρήσεις έλαβαν πιο βελτιωμένους όρους τιμολόγησης έναντι των προαναφερθέντων, λόγω της υπαγωγής τους σε προγράμματα στο πλαίσιο των σύγχρονων χρηματοδοτικών εργαλείων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας ή της δανειοδότησής τους μέσω του μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF). Τα χαμηλότοκα ή και άτοκα δάνεια που συνδέονται με προγράμματα συγχρηματοδότησης των αναπτυξιακών φορέων ή του μηχανισμού κατά το μέρος που προσφέρονται από δημόσιους πόρους δεν θεωρούνται απαίτηση των πιστωτικών ιδρυμάτων και δεν περιλαμβάνονται στα εντός ισολογισμού στοιχεία απαιτήσεων της στατιστικής βάσης δεδομένων AnaCredit.