ΟΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ

Η φορολογία ελεύθερων επαγγελματιών, σε δεύτερη... ανάγνωση

Μπορεί οι βομβαρδισμοί στην Γάζα και οι χιλιάδες των νεκρών να αυξάνονται κάθε λεπτό που περνάει, αλλά η προσοχή των ΜΜΕ είναι υποχρεωμένη να ασχοληθεί και με κάποιες «κροτίδες» στο εγχώριο περιβάλλον.

Μία από αυτές, έκανε και συνεχίζει να κάνει «θόρυβο», μιας και αφορά ή μάλλον στοχεύει την πολιτικά «ιερή αγελάδα», τους ελεύθερους επαγγελματίες, αυτού που για δύο ή ακριβέστερα τρεις εκλογικές αναμετρήσεις, είναι ο βασικός -αν όχι κύριος- παράγοντας ανανέωσης της θητείας της κυβέρνησης.

Κατ' αρχήν, είναι κατά γενική παραδοχή «αναχρονισμός» η επαναφορά των «τεκμηρίων διαβίωσης» και το ελάχιστο πλαφόν φορολογητέου εισοδήματος σαν μέθοδος φορολόγησης, όταν η εισβολή της πληροφορικής και της τεχνολογίας στην οικονομική διαχείριση του δημοσίου, μπορεί να εντοπίσει με τους κατάλληλους αλγόριθμους το φορολογικό αντικείμενο.

Παρ' όλα αυτά, μερικές φορές οι «παλιές πρακτικές», όπως αυτή που πρόκειται να υιοθετηθεί, δίνουν άμεσα αποτελέσματα.

Και σ' αυτά φαίνεται να προσανατολίζεται το ΥΠΕΘΟ για να αυξήσει τα δημόσια έσοδα στο επίπεδο της φορολογίας. Αυτή η τακτική έχει, άλλωστε, εφαρμοσθεί και στο παρελθόν με «χρήσιμα» αποτελέσματα.

Επιπλέον, η αναχρονιστική αυτή φορολογική μέθοδος έχει και τα... καλά της.

Ποιος ελεύθερος επαγγελματίας δεν θα είναι τελικά ευχαριστημένος να ξεμπερδεύει με τον φορολογικό βραχνά των καταγγελιών, ελέγχων κ.λ.π. και να αισθάνεται «νόμιμος» και κυρίως... ήσυχος πληρώνοντας τα προβλεπόμενα ελάχιστα - γιατί πραγματικά για ελάχιστα πρόκειται για μεγάλο ποσοστό ενδιαφερομένων – που θα προκύπτουν από το πλαφόν και την αποτελεσματική «διαχείριση» των τεκμηρίων του με τον λογιστή του;

Και τότε, θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς, αν γι' αυτό πρόκειται γιατί το ΥΠΕΘΟ δημιουργεί τέτοια ανησυχία και αναταραχή; Και μάλιστα, μερικούς μήνες πριν από τις Ευρωεκλογές;

Η απάντηση γι' αυτό το ερώτημα πρέπει να αναζητηθεί σε άλλα μέτωπα και είναι χρήσιμη για την αντίληψη της επόμενης ημέρας.

Να τα πάρουμε με την σειρά.

Η εξαιρετικά και αναμφίβολα σημαντική αναβάθμιση του ελληνικού χρέους – το Οικονογράφημα έχει αναλυτικά ασχοληθεί με αυτό – έχει τα καλά της αλλά έχει και τις φυσιολογικές συνέπειές της:

Με την investment grade διαβάθμιση – και την ανάγκη διατήρησης και βελτίωσής της – το δημόσιο χρέος τόσο στο σκέλος της χρηματοδότησης όσο και στο σκέλος αναχρηματοδότησης, υποχρεούται πλέον να γίνεται δια μέσω των αγορών και χωρίς την στήριξη της ΕΚΤ. Αυτό σημαίνει ότι το κόστος εξυπηρέτησής του από τούδε και στο εξής -και ιδιαίτερα από την στιγμή που υλοποιείται η εξόφληση των τριών χαμηλότοκων δανείων της αναδιάρθρωσης-, θα αυξάνεται. Και αυτό θα συμβαίνει γιατί ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι του, είτε θα εξοφλείται είτε θα αντικαθίσταται από υψηλότερου επιτοκίου δανεισμό από τις αγορές. Αυτή η διαδικασία έχει ήδη αρχίσει.

Είναι γνωστό τοις πάσι ότι για να αντιμετωπισθεί η «επιβάρυνση» αυτή χωρίς συνέπειες, πρέπει ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας να είναι υψηλότερος από το ύψος των επιτοκίων με το οποίο δανείζεται η χώρα. Υπό τις παρούσες και προβλεπόμενες για τα επόμενα χρόνια συνθήκες, είτε με βάση τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, είτε τις ανάλογες της ΤτΕ, η διαφορά αυτή θα παραμείνει αρνητική βραχυμεσοπρόθεσμα. Δηλαδή, ο ρυθμός ανάπτυξης θα είναι μικρότερος του ύψους των βασικών επιτοκίων που καθορίζει το ύψος του κόστους αναχρηματοδότησης του χρέους από τις αγορές. Και αυτό αφορά το σύνολο της οικονομίας ήτοι δημόσιο και ιδιωτικό τομέα...

Στο ερώτημα του πώς θα καλυφθεί ή θα υπερκαλυφθεί αυτή η διαφορά, ώστε να σταθεροποιηθεί ή να βελτιωθεί η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας ώστε να επηρεάζεται θετικά το κόστος αναχρηματοδότησης του χρέους, η απάντηση βρίσκεται στον... Προϋπολογισμό και στην σχέση δημοσίων εσόδων και δαπανών. Και στα δύο μέτωπα η μοναδική οδός για να εξυπηρετηθεί ο στόχος είναι αύξηση των εσόδων και μείωση των δαπανών, ώστε να διασφαλισθεί το «πλεόνασμα» εκείνο που θα υπερκαλύπτει την αρχική διαφορά όσο αφορά στο κόστος αναχρηματοδότησης του χρέους και την περαιτέρω μείωσή του σαν ποσοστό του ΑΕΠ. Υπενθυμίζουμε ότι αυτό θα πρέπει να γίνεται σε συνθήκες που η διόγκωση του ΑΕΠ θα πάψει – λόγω μείωσης του πληθωρισμού – να υποβοηθείται από την πλευρά αυτή.

Παράλληλα, πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι οι δημοσιονομικές αυτές διαδικασίες και η «βελτίωση» της υπόθεσης του χρέους θα παρακολουθούνται όσο αφορά την συνέπειά τους από το Σύμφωνο Σταθερότητας που είτε υπό την παλιά του μορφή είτε υπό την - ακόμα άγνωστη – αναθεωρημένη, τίθεται σε ισχύ από 1/1/2024.

Με άλλα λόγια, η απόφαση του ΥΠΕΘΟ ή για να είμαστε περισσότερο ακριβείς, της Κυβέρνησης, να «θίξει» την ιερή αγελάδα των ελεύθερων επαγγελματιών είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου μιας «στροφής» συνολικά της οικονομικής πολιτικής που έρχεται σαν αποτέλεσμα αλλαγής στο ευρωπαϊκό και το εγχώριο κατά συνέπεια περιβάλλον.

Στο ίδιο πλαίσιο, θα παρακολουθήσουμε και μία σημαντική αλλά κατά το δυνατόν σταδιακή προς τα κάτω αναπροσαρμογή της επιδοματικής πολιτικής, η οποία μη ξεχνάμε κάλυψε πολλά και σημαντικά «κενά» της οικονομίας τα τελευταία χρόνια.

Βέβαια, η «στροφή» στα διάφορα επίπεδα αυτής της νέας κατάστασης επηρεάζεται και βελτιώνεται ή επιδεινώνεται από πολλούς παράγοντες και ιδιοτυπίες του εγχώριου οικονομικού και πολιτικού περιβάλλοντος, όπως οι διαθέσιμοι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, ΕΣΠΑ, μαξιλάρι 35 δισ. ευρώ αποθεματικού κ.λ.π.

Ταυτόχρονα, όμως, η κατάσταση είναι ανοικτή στην επίδραση των εξωτερικών αναταραχών, όπως η κρίση στην Μ. Ανατολή, ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία, η ύφεση στην Ευρωζώνη, οι δυναμικές αναταραχές στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, η ενεργειακή μετάβαση, κ.λ.π., για να ονομάσουμε κάποιες από αυτές.

Υπό αυτό το πρίσμα, η υπόθεση της «φορολόγησης» των ελεύθερων επαγγελματιών χρειάζεται πραγματικά μια δεύτερη ανάγνωση, για να γίνει αντιληπτό το τί ακριβώς ετοιμάζει η κυβέρνηση πίσω από τις συγκεκριμένες εξαγγελίες, αλλά και στο σχέδιο Προϋπολογισμού που θα πρέπει να ψηφισθεί στην Βουλή τον άλλο μήνα.     

Γ. Αγγέλης

TAGS: