Οικονομία | Διεθνή

Γερμανικές εκλογές, πιθανοί νικητές και η επόμενη ημέρα 

Κώστας Αποστολόπουλος

Λίγα μόλις 24ωρα πριν από τις 26 Σεπτεμβρίου, κι ενώ πολλές εικασίες μπορούν να γίνουν για τον νικητή των γερμανικών εκλογών, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με σιγουριά πως θα μοιάζει η επόμενη ημέρα στην πρώτη οικονομία της Ευρώπης – και αναπόφευκτα σε ολόκληρη την ήπειρο.

Η περίοδος της διάχυτης αίσθησης πολιτικής σταθερότητας που απέπνεε η Γερμανία επί της Άνγκελα Μέρκελ, φτάνει στο τέλος της. Aν και η δημοτικότητα της ατομικά δεν υπέστη σοβαρά πλήγματα από την δικαιολογημένη φθορά των 16 ετών στο τιμόνι της εξουσίας –ούτε και από την καθυστέρηση στην λήψη αποφάσεων για την αντιμετώπιση της πανδημίας- δεν δείχνει να συμβαίνει το ίδιο και με τον συνασπισμό των χριστιανοδημοκρατικών κομμάτων του οποίου ηγήθηκε.

Το CDU/CSU εμφανίζεται δεύτερο στις δημοσκοπήσεις μετά από τους Σοσιαλδημοκράτες που, σύμφωνα με τελευταία δημοσκόπηση της Παρασκευής, προηγούνται με 25%, και το κυρίαρχο θέμα συζήτησης πλέον δεν είναι τόσο αν θα κερδίσει τις περισσότερες έδρες στην Bundestang το SPD –χωρίς φυσικά να μπορεί να αποκλειστεί κανένα σενάριο- όσο ποιες είναι οι πιθανές συνεργασίες που θα του επιτρέψουν να σχηματίσει κυβέρνηση.

Οι πιθανές κυβερνητικές συμμαχίες

Ενώ ο υποψήφιος καγκελάριος του SPD και σημερινός υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης συνεργασίας υπό την Μέρκελ, Όλαφ Σολτς,  έχει το προβάδισμα έναντι του Άρμιν Λάσετ του CDU/CSU και της Aναλένα Μπάρμποκ των Πρασίνων, δεν δείχνει πως είναι σε θέση να συγκεντρώσει το μεγάλο μερίδιο των ακόμη αναποφάσιστων ψηφοφόρων, με την δημοτικότητα του να μην ξεπερνά, παρά ελάχιστα, την αντίστοιχη του προκατόχου του Μάρτιν Σουλτς όταν εκείνος έχασε τις εκλογές του 2017. Το παραπάνω, υπογραμμίζει ως πολύ πιθανό ότι η Γερμανία βαδίζει προς μια τριμερή κυβερνητική συμμαχία.

Σε πρόσφατη έκθεση της UBS αναδεικνύεται ως ο πιο πιθανός κυβερνητικός συνασπισμός η συμμαχία των SPD, Πρασίνων και FDP, που είτε είχαν τους Σοσιαλδημοκράτες στην πρώτη θέση και τους Πράσινους στη δεύτερη, είτε και το αντίστροφο, ο Σολτς κατά πάσα πιθανότητα θα στεφόταν καγκελάριος. Μέσα στην εβδομάδα, ωστόσο, ουκ ολίγα στελέχη του SPD εξέφρασαν δημόσια την συμπάθεια τους προς τους Πράσινους και την αντιπάθεια τους για τους Φιλελεύθερους του FDP, «ανοίγοντας» ακόμη περισσότερα ερωτήματα σχετικά με το τι μέλλει γενέσθαι στις κυβερνητικές συμμαχίες. Για τον «φόβο των Ιουδαίων», πάντως, όπως μεταδίδει το Reuters, Γερμανοί εκατομμυριούχοι έχουν αρχίσει να μετακινούν μαζικά περιουσιακά τους στοιχεία στην Ελβετία.

Ανεξάρτητα, ωστόσο, από την σύνθεση της επόμενης κυβέρνησης, από τους αναλυτές αναμένεται μια «χαλαρή» δημοσιονομική στάση, χωρίς να μπορεί να παραγνωριστεί πως αυτή θα μετριαστεί με την συμπερίληψη ενός από τα δεξιά κόμματα, CDU/CSU ή FDP. Σύμφωνα με την UBS, το «φρένο χρέους» που απαιτεί το διαρθρωτικό έλλειμμα σε ομοσπονδιακό επίπεδο να μην υπερβαίνει το 0,35% του ΑΕΠ, δεν θα επιστρέψει πριν από το 2023 υπό οποιονδήποτε συνασπισμό, αλλά θα παραμείνει, καθώς η κατάργηση του θα απαιτούσε πλειοψηφία δύο τρίτων στο κοινοβούλιο, κάτι που είναι απίθανο να επιτευχθεί.

Γιατί έχουν ευρύτερο ενδιαφέρον οι εξαγγελίες Σολτς

Στην πιθανότητα που ο Όλαφ Σολτς είναι επόμενος καγκελάριος της Γερμανίας, ο βαθμός που θα μπορέσει να εφαρμόσει τις προεκλογικές του εξαγγελίες, εξαρτάται μέχρι ένα επίπεδο από το «μίγμα» των κομμάτων που θα αποτελέσουν την επόμενη κυβέρνηση.

Όμως, ενώ ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Ντε Γκίντος προσπαθεί εν μέρει να προειδοποιήσει και εν μέρει να «ξορκίσει» τους φόβους γύρω από τον πληθωρισμό λέγοντας πως ο ίδιος δεν έχει ενδείξεις για αυξήσεις ευρείας κλίμακας στους μισθούς, οι περί ου ο λόγος εξαγγελίες του Όλαφ Σολτς, έρχονται να αναστατώσουν τον ύπνο των οικονομολόγων για τις επιπτώσεις στον «προσωρινό» χαρακτήρα των πληθωριστικών πιέσεων.

Ο υποψήφιος καγκελάριος, μαζί με την φορολόγηση του πλούτου την οποία υπογραμμίζει ως απαράβατο όρο για την σύναψη συμμαχιών, απαιτεί επίσης υποστήριξη για την αύξηση του κατώτατου μισθού ανά ώρα στα 12 ευρώ το επόμενο έτος, όπως δήλωσε σε συνέντευξή του στην γερμανική εφημερίδα Bild am Sonntag.
«Το επίπεδο σύνταξης θα παραμείνει σταθερό και η ηλικία συνταξιοδότησης δεν θα αυξηθεί περαιτέρω», προσέθεσε.

Ο Σολτς δήλωσε ακόμα ότι θέλει να μειώσει την οικονομική επιβάρυνση για το 95% των φορολογουμένων, με ελαφρύνσεις για ανύπανδρους που κερδίζουν λιγότερα από 100.000 ευρώ ετησίως και για παντρεμένα ζευγάρια με εισόδημα κάτω από 200.000 ευρώ. Σε αντάλλαγμα, ο υψηλότερος φορολογικός συντελεστής θα αυξηθεί στο 45% από 42%.

Με τους πληθωριστικούς δείκτες της ισχυρότερης οικονομίας της Ευρώπης να φτάνουν σε επίπεδα ρεκόρ –οι τιμές παραγωγού αυξήθηκαν 12% σε ετήσια βάση για πρώτη φορά από το 1974 και οι τιμές καταναλωτή είναι στο 3,4% για πρώτη φορά από το 2008- δεν είναι λίγοι οι αναλυτές που αναρωτιούνται πως μια οριζόντια αύξηση της ζήτησης θα επηρεάσει το φαινόμενο, και σε τι βάθος.

Ανησυχίες για τον πληθωρισμό ακούγονται και μέσα στην Γερμανία με τον παρ’ ολίγον αντίπαλο του Σολτς, τον Μάρκους Ζέντερ, ο οποίος έχασε στην «κούρσα της διαδοχής» από τον Άρμιν Λάσετ, να κάνει την Τρίτη έκκληση προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να εφαρμόσει ένα «φρένο πληθωρισμού» για να προστατεύσει τους πολίτες από τις αυξήσεις των τιμών.

Ο συντηρητικός ηγέτης του κόμματος CSU έγραψε στο Twitter ότι «η αύξηση του πληθωρισμού είναι μια ανατριχιαστική απαλλοτρίωση» και ακόμα πρότεινε να θεσπιστούν δημοσιονομικά μέτρα για την καταπολέμηση των επιπτώσεων.

Μένει να αποδειχτεί, τα ξημερώματα της Δευτέρας, όχι μόνο ποιος θα είναι ο νικητής των γερμανικών εκλογών αλλά και πόσο «σοβαρά» θα λάβει τις διάχυτες ανησυχίες.
 

Φωτογραφία: Getty / Ideal Images

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

TAGS: