ΟΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ

Τώρα που η σκόνη των εκλογών έχει... κατακάτσει

Οι εκλογές τελείωσαν, τα πολιτικά μηνύματα στάλθηκαν και οι ψηφοφόροι, συμμετέχοντες και απέχοντες, είναι πλέον με το αποτέλεσμα των εκλογών απολύτως χειροπιαστό στο τραπέζι τους.

Γυρίζοντας μετά από δύο εκλογικές διαδικασίες στην καθημερινή πραγματικότητα οφείλει κανείς να «δει» ποιο ακριβώς είναι το έδαφος που πρέπει να «περπατήσει» από δω και μπρος, τουλάχιστον όσο αφορά την οικονομία.

Το Οικονογράφημα επιχειρεί να καταγράψει αυτά τα στοιχεία, τόσο τα καλά όσο και τα άσχημα.

Καλύτερα να αρχίσουμε με τα «άσχημα»:

Το διεθνές περιβάλλον με το περιβόητο, πραξικόπημα «αστραπή» του Πριγκόζιν, υπενθύμισε σε όλους ότι ο «γειτονικός» πόλεμος στην Ουκρανία αφενός βρίσκεται σε μια φάση όπου νέα εκρηκτικά γεγονότα μπορούν να του δώσουν νέες διαστάσεις, αφετέρου ότι αυτή η δυναμική μόνο να επιδεινώσει το διεθνές οικονομικό περιβάλλον μπορεί.

Η Ευρωζώνη έχει εισέλθει σε φάση ύφεσης (α' τρίμηνο 2023), με ένα ανοικτό πόλεμο (Ουκρανία) στην ποδιά της και με όλα τα βασικά στοιχεία που προδιαγράφουν τις οικονομικές προοπτικές, ήτοι την νομισματική και δημοσιονομική πολιτική να κινούνται σε «περιοριστική» κατεύθυνση, παρά την σημαντική παρέμβαση των χρηματοδοτήσεων μέσω του NGEU (χαμηλή παραγωγικότητα, επίμονος υποκείμενος πληθωρισμός, μεγάλο κόστος κλιματικής αλλαγής).

Οι απαιτήσεις της μετάβασης στην πράσινη ενεργειακή κατανάλωση συντηρούν -παρά την πτώση των τιμών- την «ακρίβεια» στις οικονομίες, επιδεινώνοντας τον πληθωρισμό τιμών στα βασικά καταναλωτικά αγαθά, όπως τα τρόφιμα, οι μεταφορές και η στέγαση.

Η οικονομία στο ελλαδικό περιβάλλον, έχει «εγκατεστημένη» σχεδόν σε οριζόντιο επίπεδο την «ακρίβεια» στις βασικές πρώτες ανάγκες καθημερινής επιβίωσης, με εν ενεργεία ακόμα ένα σύστημα κρατικών επιδοτήσεων, το οποίο όμως θα “αποσυρθεί” σταδιακά μέχρι τις αρχές του φθινοπώρου. Η απόσυρση αυτή δρομολογείται με μη αξιολογημένες ακόμα συνέπειες όσο αφορά την κρατική και την ιδιωτική κατανάλωση.

Οι επιπτώσεις αυτής της «συρρίκνωσης» στην καταναλωτική δαπάνη αναγκαστικά θα επηρεάσουν τα φορολογικά έσοδα παρά την καθοριστικής σημασίας, όλο αυτό το διάστημα συμβολή των έμμεσων φόρων, πράγμα που θα επηρεάσει αναγκαστικά το σύστημα των δημόσιων δαπανών από το 2024.

Αναμφίβολα σημαντικά κενά αυτής της αρνητικής εξέλιξης θα καλυφθούν από τις δημόσιες δαπάνες του Ταμείου Ανάκαμψης και των ΕΣΠΑ, αλλά τα δεδομένα της διετίας 2020 – 2022 στην Ευρωζώνη σύμφωνα μα τα στοιχεία της Eurostat, δείχνουν ότι η πρωτοφανής αυτή δημοσιονομική και νομισματική στήριξη, ελάχιστα έως και καθόλου, έχει καταφέρει να αποτρέψει την διολίσθηση της οικονομικής δραστηριότητας στην ύφεση.

Παρά την ποσοστιαία μείωση της ανεργίας, αυτή παραμένει μια βασική ανοιχτή πληγή για την οικονομία στην Ελλάδα, καθώς η αργή συρρίκνωσή της συνοδεύεται από χαμηλές και επισφαλείς συνθήκες αμοιβών. Η επικέντρωση δε της ανεργίας στις μικρότερες και πλέον παραγωγικές ηλικίες επιδεινώνει αυτό το αποτέλεσμα, με άσχημες προοπτικές αν συνυπολογίσει κανείς την συνολική πορεία επιδείνωσης του οικονομικού και εργασιακού περιβάλλοντος στην Ευρωζώνη και κατά συνέπεια στην Ελλάδα.

Δύο παράγοντες συνδυαστικά προκαλούν ουσιαστική ανησυχία. Η επόμενη περίοδος σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, αποκτά χαρακτηριστικά που προέρχονται αφενός από την προώθηση της γενικής δημοσιονομικής «σύσφιξης» με οποιαδήποτε εκ των εκδοχών αναμόρφωσης του Συμφώνου Σταθερότητας και αν εφαρμοστεί. Και αφετέρου από την οριζόντια νομισματική σύσφιξη με την αύξηση του κόστους του χρήματος (αύξηση επιτοκίων) λόγω του επίμονου «υποκείμενου πληθωρισμού». Οι συνέπειες αυτής της διπλής σύσφιξης, δημοσιονομικής και νομισματικής είναι αδύνατο να μην επηρεάσουν αρνητικά όλες τις ευρωοικονομίες μαζί και την ελληνική, όσο αφορά τους ρυθμούς επέκτασης.

Υπάρχουν βέβαια δύο πλεονεκτήματα μέσα στο περιβάλλον αυτό, ο Τουρισμός και το δημόσιο χρέος. Ναι το δημόσιο χρέος. Ο Τουρισμός όμως παρά τις εκπληκτικές αρχικές προβλέψεις και προσδοκίες, φαίνεται ότι έχει αρχίσει να επηρεάζεται αρνητικά αφενός από την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης στην Ευρώπη και την Μ. Βρετανία και αφετέρου από τις πολύ μεγάλες αυξήσεις τιμών στην πλειονότητα των προορισμών ειδικά στα νησιά.

Κατά τα φαινόμενα ο μοναδικός παράγοντας που παραμένει «αλώβητος» ή για την ακρίβεια βελτιώνεται ακόμα περισσότερο λόγω της διπλής σύσφιξης, νομισματικής και δημοσιονομικής, είναι το δημόσιο χρέος. Και αυτό γιατί την επόμενη περίοδο μόνο «θετικά» γεγονότα μπορεί να περιμένει καθώς πέραν της αναβάθμισης, ακολουθεί (αν δεν προηγηθεί) η δραστική μείωση του χρέους σαν ποσοστό του ΑΕΠ από την πρόωρη αποπληρωμή του μέσω του «μαξιλαριού», όπως επίσης και μία σειρά άλλες ενεργητικές πράξεις στην διαχείρισή του που είναι εξαιρετικά πιθανό να το φέρουν πολύ κοντά στα επίπεδα δανεισμού της Πορτογαλίας. Και αυτό είναι ένα καθοριστικής σημασίας πλεονέκτημα καθώς εξασφαλίζει ένα νέο κανάλι χρηματοδότησης που θα αφορά τόσο τον δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα.

Κάπως έτσι βλέπει το Οικονογράφημα να διαμορφώνεται το οικονομικό τοπίο την επόμενη ημέρα.

Γ. Αγγέλης

TAGS: