Ειδήσεις

Κ. Ανδριοσόπουλος: Οι «πράσινες» δράσεις μεγάλο στοίχημα για την ανάκαμψη

Κώστας Δεληγιάννης

Σε ακόμη πιο «επιθετική» στροφή στις ΑΠΕ, αλλά και σε υψηλότερους στόχους στην εξοικονόμηση ενέργειας, μεταφράζεται μεταξύ άλλων η πρόσφατη συμφωνία της Ε.Ε. για περιορισμό των εκπομπών CO2 κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030, σημειώνει στη συνέντευξή του στο Insider ο Δρ Κώστας Ανδριοσόπουλος, Καθηγητής ECSP Business School, Πρόεδρος της επιτροπής ενέργειας του Ελληνο-Αμερικανικού Επιμελητηρίου και Διευθύνων Σύμβουλος Akuo Energy Ελλάδος.

Σημείο-κλειδί για την περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ στη χώρα μας είναι ο κατάλληλος σχεδιασμός μέσω και του νέου αναθεωρημένου ΕΣΕΚ, ενώ το φυσικό αέριο θα αποτελέσει το καύσιμο-γέφυρα για τα επόμενα 10-20 χρόνια, με το «πράσινο» υδρογόνο να διασφαλίζει το μέλλον των σχετικών υποδομών. Από την άλλη πλευρά, η μέχρι τώρα εμπειρία στα ευρωπαϊκά κράτη καταδεικνύει πως η πιο δύσκολη προσπάθεια αφορά την εξοικονόμηση ενέργειας.  

Σύμφωνα με τον κ. Ανδριοσόπουλο, οι πόροι που προβλέπονται από το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης για ενεργειακές επενδύσεις είναι σε θέση να οδηγήσουν σε μια σημαντική αναπτυξιακή αλλαγή, όμως χρειάζεται να απορροφηθούν σωστά και εκεί είναι που η χώρα μας πρέπει να ανταποκριθεί.  Το ζητούμενο είναι να προχωρήσουν εκείνα τα σχέδια με τη μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία για την εγχώρια οικονομία, οι οποίες παράλληλα θα έχουν ένα διαρκή χαρακτήρα στο τι προσφέρουν. Κατά συνέπεια, η πρόκληση που τίθεται είναι πώς θα συνδυαστούν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης με τα ιδιωτικά κεφάλαια, ώστε να περάσουν στην οικονομία οι μέγιστες δυνατές χρηματοδοτήσεις και να γίνουν οι «πράσινες» δράσεις αιχμή του δόρατος της ανάκαμψης. 

- Το όραμα της ευρωπαϊκής Ένωσης είναι να πρωτοστατήσει στην αντιμετώπιση κλιματικής αλλαγής. Ποιες είναι οι σημαντικότερες προκλήσεις αυτή τη στιγμή, κατά τη γνώμη σας,  για την επίτευξη των στόχων που έχει θέσει η «Γηραιά Ήπειρος» για τη μείωση των εκπομπών έως το 2030;

Η Ε.Ε. μόλις έφτασε σε μια συμφωνία για περιορισμό των εκπομπών CO2 κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030. Πρόκειται για έναν ακόμα πιο φιλόδοξο στόχο που μεταφράζεται στην πράξη σε περισσότερες εγκαταστάσεις ΑΠΕ, περισσότερη εξοικονόμηση ενέργειας, καθώς και άλλες εξελίξεις. Ταυτόχρονα, οι Βρυξέλλες θα προχωρήσουν σε μια μετεξέλιξη της αγοράς των ρύπων μέσω των συζητήσεων που γίνονται για το δασμό άνθρακα, αλλά και την επέκταση της αγοράς αυτής σε νέους τομείς όπως τα κτήρια και οι μεταφορές.

Κάθε ένα από αυτά τα εγχειρήματα χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερες προκλήσεις τόσο σε πανευρωπαϊκό, όσο και σε εθνικό επίπεδο, όμως ίσως η πιο δύσκολη προσπάθεια αφορά την εξοικονόμηση ενέργειας αν κρίνουμε και από τη μέχρι τώρα εμπειρία στα ευρωπαϊκά κράτη.
Παράλληλα, η γενικότερη πρόκληση είναι το πώς θα συνδυαστούν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης με τα ιδιωτικά κεφάλαια ώστε να περάσουν στην οικονομία οι μέγιστες δυνατές χρηματοδοτήσεις και να γίνουν οι «πράσινες» δράσεις αιχμή του δόρατος της ανάκαμψης.

- Πώς εντάσσεται σε αυτό το ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο η απόφαση της χώρας μας να προχωρήσει σε απολιγνιτοποίηση του ενεργειακού μίγματος το αργότερο έως το 2028; Μπορεί η πιο «πράσινη» ενέργεια να είναι ταυτόχρονα και προσιτή σε κόστος, ώστε να στηρίξει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας;

Η απόφαση για μια πιο γρήγορη απολιγνιτοποίηση ήταν φιλόδοξη και ελήφθη το 2019, πριν ακόμη υιοθετηθούν οι νέοι στόχοι της Ε.Ε. για το 2030. Σημαίνει ότι οι περισσότερες λιγνιτικές μονάδες θα αποσυρθούν έως το 2023 και ακόμα και η νέα μονάδα λιγνίτη, Πτολεμαΐδα 5, σχεδιάζεται πλέον να μετατραπεί σε μονάδα αερίου ήδη από το 2025-26 ώστε να είναι ανταγωνιστική στο νέο περιβάλλον με τις αυξημένες τιμές δικαιωμάτων εκπομπών.

Ο σχεδιασμός της χώρας μας προβλέπει ότι το βάρος αυτών των λιγνιτικών μονάδων θα το αναλάβουν αυτή τη δεκαετία οι ΑΠΕ και οι μονάδες φυσικού αερίου που εκλύουν λιγότερο CO2, ώστε να υπάρχει σταθερότητα και ενεργειακή επάρκεια. Στη συνέχεια, από το δεύτερο μισό αυτής της δεκαετίας, θα προστεθούν σταδιακά και οι μονάδες αποθήκευσης ώστε το μείγμα να γίνει ακόμα πιο «πράσινο», όσο θα ωριμάζει η εν λόγω τεχνολογία και θα γίνεται εμπορικά ελκυστική σε μεγάλη κλίμακα.

Όσον αφορά συγκεκριμένα τις ΑΠΕ, το θετικό είναι ότι ήδη έχουν φτάσει σε ένα σημείο να είναι οικονομικότερες από τις συμβατικές δίχως επιδοτήσεις. Χαρακτηριστικό είναι ότι μια μονάδα λιγνίτη έχει σήμερα κόστος παραγωγής στα 90-100 ευρώ ανά μεγαβατώρα ενώ στον επόμενο διαγωνισμό για ΑΠΕ το κόστος προβλέπεται κάτω από τα 50 ευρώ με βάση τις δηλώσεις του ΥΠΕΝ.

Σημείο-κλειδί για την περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ είναι ο κατάλληλος σχεδιασμός μέσω και του νέου αναθεωρημένου ΕΣΕΚ, ώστε να υπάρχει ένας σωστός και βιώσιμος συνδυασμός τεχνολογιών που θα υλοποιηθούν μέσω ενός προσεκτικού σχεδιασμού για τις δημοπρασίες που θα ακολουθήσουν. Επίσης, προχωρούν οι ρυθμιστικές πρωτοβουλίες για μια σειρά από επιμέρους σημαντικά θέματα, όπως τα υπεράκτια αιολικά, οι υβριδικοί σταθμοί και η αποθήκευση, που μακροπρόθεσμα θα προσφέρουν επιπλέον λύσεις.

- Οι ενεργειακές επενδύσεις που περιλαμβάνονται στο Εθνικό Σχέδιο «Ελλάδα 2.0» μπορούν κατά τη γνώμη σας να καταστήσουν την ενεργειακή μετάβαση επίσης μοχλό οικονομικής ανάκαμψης αμέσως μετά την πανδημία;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης είναι σε θέση να οδηγήσουν σε μια σημαντική αλλαγή, όμως χρειάζεται να απορροφηθούν σωστά και εκεί είναι που η χώρα μας πρέπει να ανταποκριθεί.

Για παράδειγμα, αναλογιστείτε ότι στο παρελθόν δυσκολευτήκαμε να εφαρμόσουμε πλήρως τα προγράμματα «Εξοικονομώ» και πλέον το μέγεθος των νέων αυτών προγραμμάτων θα είναι πολλαπλάσιου μεγέθους (μιλάμε για μόχλευση έως 4,7 δισ. ευρώ) μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, άρα χρειάζεται ένας προσεκτικός σχεδιασμός και μια μεγάλη αλλαγή στις ταχύτητες με τις οποίες εργάζονται όλοι οι εμπλεκόμενοι.

Τα πράγματα είναι κάπως πιο εύκολα και σαφή στην περίπτωση των άλλων ενεργειακών επενδύσεων που θα στηρίξει το Ταμείο Ανάκαμψης, όπως η αναβάθμιση των δικτύων, η αποθήκευση ενέργειας, οι έξυπνοι μετρητές και η στήριξη του ειδικού λογαριασμού ΑΠΕ.
Το ζητούμενο είναι να δημιουργηθεί μια καλή βάση σε επίπεδο υποδομών και επενδυτικής ασφάλειας, ώστε να αναπτυχθεί επαρκώς η πράσινη ενέργεια ως το 2030 δίχως φαινόμενα υπερθέρμανσης και στρεβλώσεων που συναντήσαμε στο παρελθόν.

Ένας ακόμη ξεχωριστός τομέας με τις δικές του προκλήσεις είναι η ηλεκτροκίνηση όπου θα διανεμηθούν πόροι 300 εκατ. ευρώ με στόχο την ανάπτυξη του δικτύου φόρτισης, τη στιγμή που η χώρα μας έχει θέσει ένα φιλόδοξο στόχο για ένα στα τρία νέα αυτοκίνητα να είναι ηλεκτρικό ως το 2030.

Κατ' επέκταση, το ερώτημα είναι πώς θα μπορέσουν όλα αυτά τα κεφάλαια πέραν του αμιγώς ενεργειακού σκέλους να προσφέρουν ανάπτυξη στον τόπο μας και νέες θέσεις εργασίας, ιδίως στις λιγνιτικές περιοχές που καλούνται να αλλάξουν ριζικά το οικονομικό τους μοντέλο.
Το ζητούμενο είναι να προχωρήσουν οι επενδύσεις εκείνες με τη μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία για την εγχώρια οικονομία, οι οποίες παράλληλα θα έχουν ένα διαρκή χαρακτήρα στο τι προσφέρουν. Είναι προφανές ότι πέραν των κατευθύνσεων της κυβέρνησης, το όλο θέμα περνάει και μέσα από τις Περιφέρειες και τις τοπικές αυτοδιοικήσεις που επίσης καλούνται να λάβουν ιστορικές, θα έλεγα, αποφάσεις στην παρούσα φάση. 

- Ένα σημαντικό debate σε πανευρωπαϊκό επίπεδο έχει να κάνει με το φυσικό αέριο ως «καύσιμο γέφυρα» προς την πλήρη απανθρακοποίηση του ενεργειακού μίγματος. Μάλιστα, η συζήτηση «αγγίζει» σε μεγάλο βαθμό και τη χώρα μας, καθώς αφορά την κοινοτική συγχρηματοδότηση νέων έργων. Ενόψει της απολιγνιτοποίησης, ποιος είναι ο ρόλος που θα κληθεί να παίξει το φυσικό αέριο στην Ελλάδα - είτε με τη διείσδυση της χρήσης του σε νέες περιοχές της χώρας, είτε ως καύσιμο σε νέες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής;

Νομίζω ότι η βασική θέση της χώρας μας για το φυσικό αέριο δεν αλλάζει μέσω των τελευταίων εξελίξεων και είναι ότι θα αποτελέσει το καύσιμο-γέφυρα για τα επόμενα 10-20 χρόνια μέχρι να μπορέσουν οι ΑΠΕ και η αποθήκευση να σηκώσουν το μεγαλύτερο βάρος.

Το θετικό είναι ότι ασχέτως του τι θα αποφασιστεί αναφορικά με τη νέα ταξονομία χρηματοδοτήσεων της Ε.Ε., τα έργα ανάπτυξης του φυσικού αερίου στη χώρα μας, είτε μιλάμε για νέες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, είτε για επέκταση του δικτύου, χαίρουν επαρκούς κεφαλαιακής στήριξης των εταιρειών του χώρου, άρα θα προχωρήσουν.

Βεβαίως, η χώρα μας θα πρέπει να λάβει υπόψη στο σχεδιασμό της τις επιταγές των Βρυξελλών και να μην «κλειδώσει» το φυσικό αέριο για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του δέοντος. Η λύση σε αυτό το θέμα εν τέλει είναι ασφαλώς το «πράσινο» υδρογόνο που ήδη κάνει τα πρώτα του βήματα και τόσο ο ΔΕΣΦΑ, όσο και ιδιωτικοί όμιλοι δείχνουν να το έχουν πάρει σοβαρά και να δίνουν έμφαση στη μετεξέλιξη του δικτύου ώστε να μπορεί να το μεταφέρει σε μείγμα με το φυσικό αέριο. Με τον τρόπο αυτό, το ίδιο το φυσικό αέριο θα μπορέσει να διατηρήσει ένα ρόλο και στο απώτερο μέλλον, καθώς θα διαθέτει χαμηλότερες εκπομπές ρύπων και θα συμβαδίζει με τους ευρωπαϊκούς στόχους.

- Όσον αφορά τις ΑΠΕ, από την άλλη πλευρά, τα τελευταία χρόνια καταγράφεται μεγάλη ενίσχυση του επενδυτικού ενδιαφέροντος για «πράσινες» επενδύσεις στη χώρα μας. Πώς θα μπορούσε η χώρα μας να αξιοποιήσει αυτό το επενδυτικό momentum, ώστε μεταξύ άλλων να επιτευχθούν οι στόχοι που θέτει το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, δημιουργώντας παράλληλα ασφαλιστικές δικλείδες που θα αποτρέψουν την «υπερθέρμανση» του κλάδου;

Η αποφυγή της υπερθέρμανσης περνάει μέσα από ζητήματα όπως ο σχεδιασμός των διαγωνισμών ΑΠΕ, το αδειοδοτικό καθεστώς και ο διαθέσιμος ηλεκτρικός χώρος.

Θα πρέπει να θυμόμαστε όλοι τα όσα συνέβησαν πριν από δέκα χρόνια στα φωτοβολταϊκά, όπου είχαμε μια έκρηξη επενδύσεων με την ώθηση των υπερβολικών επιδοτήσεων και στη συνέχεια ο κλάδος έφτασε στο ναδίρ για μια σειρά ετών προτού ξεκινήσει να αναπτύσσεται ξανά. Αυτού του είδους τις απότομες κινήσεις είναι που πρέπει να αποφύγουμε προκειμένου να εγκαταστήσουμε 1 γιγαβάτ ΑΠΕ κάθε χρόνο έως το 2030, με ένα τρόπο σταθερό και προβλέψιμο που θα δώσει την ευκαιρία στην Πολιτεία και τους επενδυτές να σχεδιάσουν σε βάθος χρόνου.

Ως εκ τούτου, θα χρειαστεί ένα πιο σύντομο «ξεκαθάρισμα» στην αδειοδοτική διαδικασία ώστε να μειωθούν οι χρόνοι που χρειάζονται και να υπάρχει μια σαφής εικόνα για το ποια έργα είναι σε θέση να προχωρήσουν και ποια όχι. Επίσης, πολλά θα κριθούν από το επίπεδο του ανταγωνισμού στους διαγωνισμούς, τόσο μέσα στην κάθε τεχνολογία όσο και μεταξύ τεχνολογιών, για αυτό και η αρχιτεκτονική των δημοπρασιών αυτών είναι τόσο σημαντική.

Θα ήθελα επίσης να επισημάνω την κρίσιμη σημασία των υπεράκτιων αιολικών σε μια εποχή όπου ο ηλεκτρικός χώρος στο ηπειρωτικό δίκτυο σπανίζει. Τα θαλάσσια αυτά αιολικά θα έρθουν να προστεθούν από πάνω από τις υπόλοιπες ΑΠΕ, αλλά πρώτα θα πρέπει να διαμορφωθεί το κατάλληλο ρυθμιστικό και χωροταξικό πλαίσιο και αναμένουμε με ενδιαφέρον τις σχετικές πρωτοβουλίες μέσα στον Ιούνιο από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Πρόκειται για μια τεχνολογία που μπορεί να έχει και εγχώρια προστιθέμενη αξία αν λάβει κανείς υπόψη την παρουσία της χώρας μας στη ναυτιλία, τις διαθέσιμες λιμενικές εγκαταστάσεις και την τεχνογνωσία που υπάρχει για αυτά τα θέματα. Αυτό έρχεται να δέσει και με όσα λέγαμε προηγουμένως για την ενεργειακή μετάβαση και την οικονομική ανάπτυξη.

Σε όλα τα παραπάνω το θετικό είναι ότι υπάρχει καταγεγραμμένο επενδυτικό ενδιαφέρον από την Ελλάδα και το εξωτερικό, πράγμα που φανερώνεται με κάθε ευκαιρία τόσο έμπρακτα με αιτήσεις, όσο και με δηλώσεις επιφανών στελεχών. Αυτό σημαίνει ότι οι ξένες εταιρείες με την τεχνογνωσία τους θα μπορούν να συνεργαστούν με τις ελληνικές και να φέρουν τα αποτελέσματα που όλοι θέλουμε.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.