Editorial

Κοινωνικές επενδύσεις, ένα νέο «πρότζεκτ» της ΕΕ που μας αφορά 

Τον τρόπο με τον οποίο οι κοινωνικές επενδύσεις στηρίζουν την ανθεκτικότητα των οικονομιών της ΕΕ συζητούν αυτές τις ημέρες στις Βρυξέλλες.

Τον τρόπο με τον οποίο οι κοινωνικές επενδύσεις στηρίζουν την ανθεκτικότητα των οικονομιών της ΕΕ συζητούν αυτές τις ημέρες στις Βρυξέλλες. Η κουβέντα αυτή (που βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο) έχει ειδική σημασία για την Ελλάδα, όχι μόνο κοινωνικά αλλά και αναπτυξιακά και δημοσιονομικά.

Κοινωνικά έχει σημασία γιατί πρέπει να ενισχύσουμε κρίσιμα πεδία στα οποία είμαστε πίσω, όπως είναι η εκπαίδευση. Αναπτυξιακά, γιατί τα στοιχεία για το νέο αυτό «πρότζεκτ» της ΕΕ δείχνουν από που μπορεί να έρθει επιπλέον ανάπτυξη (που την έχει ανάγκη και η Ελλάδα όπως έδειξαν τα στοιχεία για το ΑΕΠ του 2023 που επηρεάζεται από τη διεθνή δυσπραγία). Δημοσιονομικά γιατί αποδεικνύεται πως στο τέλος της διαδρομής θα χρειάζονται (λίγο) χαμηλότερα πλεονάσματα ενώ  με βάση τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες η Ελλάδα θα μπορεί να λάβει (αν το χρειασθεί και το θελήσει) την 3ετή παράταση προσαρμογής ως κράτος που διενεργεί επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις.

Να δούμε για τι είδους επενδύσεις (και μεταρρυθμίσεις) μιλάνε στην ΕΕ. Το φάσμα είναι ευρύ, συζητούνται 5 άξονες, οι εξής:

*Εκπαίδευση, ιδίως ποιοτική και οικονομικά προσιτή προσχολική εκπαίδευση και φροντίδα με στόχο και το να έχουν τα παιδιά ισχυρές βάσεις αλλά και να διευκολύνεται η συμμετοχή των γονέων τους στην αγορά εργασίας.

• Δια βίου μάθηση και αναβάθμιση δεξιοτήτων του ενήλικου πληθυσμού με στόχο την καλύτερη αντιστοίχιση μεταξύ ζήτησης και προσφοράς δεξιοτήτων.

• Ενεργητικές πολιτικές για την αγορά εργασίας που διευκολύνουν την είσοδο και αναβαθμίζουν την ποιότητα.

• Πολιτικές για την πρόληψη ασθενειών που σχετίζονται με την εργασία και για την ένταξη στην αγορά εργασίας ατόμων με αναπηρία ή ασθένεια.

• Μεταρρυθμίσεις για τη μείωση του κατακερματισμού της αγοράς εργασίας και μεταρρυθμίσεις των συστημάτων φορολογίας και παροχών για την παροχή κινήτρων

Ειδικά στους πρώτους άξονες, φωτογραφίζονται πολλά προβλήματα της ελληνικής αγοράς εργασίας. Μάλιστα σε μελέτη που έγινε από τη Βελγική προεδρία για τη σύνοδο του Εcofin και των υπουργών Εργασίας τα συμπεράσματα για τα οφέλη που θα έχει η Ελλάδα είναι εντυπωσιακά. Κατά μέσο όρο στην ΕΕ αν καλυφθεί κατά το ήμισυ το χάσμα δεξιοτήτων και συμμετοχής στην αγορά εργασίας όσων είναι «εκτός» ή των πιο μεγάλων σε ηλικία, τότε μακροπρόθεσμα η ανάπτυξη θα αυξηθεί κατά 10% επιπλέον. Για την Ελλάδα (που είναι στα κράτη με την πιο μεγάλη υστέρηση), το όφελος θα είναι πολύ πιο υψηλό.

Μόνο από την ενίσχυση της αναλογίας εξειδικευμένου προσωπικού, η ενίσχυση του ΑΕΠ υπολογίζεται για την Ελλάδα στο 1,1% (η 3η πιο μεγάλη στην ΕΕ μετά τη Ρουμανία και την Σλοβακία) με δημοσιονομικό όφελος 0,1% του ΑΕΠ στα πρωτογενή πλεονάσματα του μέλλοντος.

Να πούμε στο σημείο αυτό πως την Ελλάδα την «μετρούν» στις Βρυξέλλες με πρωτογενές πλεόνασμα 2,2% του ΑΕΠ αν ο ορίζοντας προσαρμογής των νέων δημοσιονομικών κανόνων είναι 4ετής και με 2% του ΑΕΠ αν είναι 7ετής.  Η επιπλέον ανάπτυξη λόγω του παραπάνω παράγοντα εκτιμούν πως οδηγεί σε πλεονάσματα 2,1% και 1,9% του ΑΕΠ αντίστοιχα, προφανώς επίσης πολύ ασφυκτικά, «φωτογραφίζοντας» και την πολύ μεγάλη ανάγκη να διασφαλισθεί - γενικότερα - η ανάπτυξη.

Και μία άλλη παρατήρηση. Σε όλα αυτά που μελετώνται στην ΕΕ δίδεται πολύ μεγάλη σημασία στον σωστό σχεδιασμό και στην εκτίμηση αποτελέσματος. Και παρατίθενται παραδείγματα κρατών. Για παράδειγμα το  δανικό κοινωνικο-οικονομικό επενδυτικό μοντέλο (Socioøkonomisk Investerings model, SØM) ανάγεται σε πρότυπο εφαρμοσμένης προσέγγισης κόστους-οφέλους. Ο στόχος του SØM είναι να παρέχει όπως αναφέρεται «οικονομική ανάλυση σε όποιον ενδιαφέρεται για το πώς μια κοινωνική πολιτική επηρεάζει τη δημόσια οικονομία τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα και να γνωρίζει ποιο είναι το οικονομικό κόστος και τα οφέλη συγκεκριμένων κοινωνικών επενδύσεων».  Αποτελείται από μια βάση δεδομένων αποτελεσματικών πρακτικών και ένα πλαίσιο υπολογισμού για τον προσδιορισμό του κόστους υλοποίησης. Όταν ο πολιτικός επιλέγει μία πρωτοβουλία, το μοντέλο υπολογίζει το άμεσο κόστος και τα πιθανά αποτελέσματα.  Ομοίως, στην Ολλανδία ο σχεδιασμός κοινωνικής πολιτικής υποστηρίζεται από αναλύσεις κόστους-οφέλους που διεξάγει το Ολλανδικό Γραφείο Ανάλυσης Οικονομικής Πολιτικής (CPB).

Το νέο πρότζεκτ της ΕΕ για  «κοινωνικές επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις για ανθεκτικές οικονομίες» είναι ακόμη απλά στα «χαρτιά». Και δεν συνοδεύεται (προς το παρόν) από χρηματοδότηση, ούτε έστω με εξαίρεση δαπανών από τους δημοσιονομικούς κανόνες.  Αλλά,  δίνει έστω ιδέες για το τι θα κερδίσουμε αν καλύψουμε πεδία στα οποία ακόμη έχουμε υστέρηση, αλλά και για το πως πρέπει να σχεδιάζουμε την κάθε πολιτική παρέμβαση.