Editorial

Είμαστε εγκλωβισμένοι σε υψηλά πλεονάσματα

Φάνηκε από τις συστάσεις του  οίκου αξιολόγησης που «μίλησε» την προηγούμενη Παρασκευή, αναβαθμίζοντας με την Ελλάδα, αλλά με επόμενο στόχο την επενδυτική βαθμίδα. Έναν στόχο που, ας μη γελιόμαστε, ακόμα και όταν επιτευχθεί δεν θα τελειώσουν όλα.

Φάνηκε από τις συστάσεις του  οίκου αξιολόγησης που «μίλησε» την προηγούμενη Παρασκευή, αναβαθμίζοντας με την Ελλάδα, αλλά με επόμενο στόχο την επενδυτική βαθμίδα. Έναν στόχο που, ας μη γελιόμαστε, ακόμα και όταν επιτευχθεί δεν θα τελειώσουν όλα. Θα πρέπει συνεχώς και για καιρό να συνεχίζει να αποδεικνύει η χώρα ότι τηρεί τις δεσμεύσεις της.

Φάνηκε επίσης από όλες τις τοποθετήσεις που έκαναν και συνεχίζουν να κάνουν τα στελέχη της κυβέρνησης, ο Πρωθυπουργός και οι αρμόδιοι υπουργοί: τα περιθώρια για μέτρα στήριξης και για μόνιμες παρεμβάσεις, είναι λίγα. Τόσο όσο το επιτρέπουν οι δημοσιονομικές δυνατότητες. Υπό άλλες συνθήκες και σε άλλες εποχές τέτοιες τοποθετήσεις θα ήταν εκτός τόπου και χρόνου δεδομένου ότι βρισκόμαστε εν μέσω μίας (σαφέστατα) τεταμένης προεκλογικής κούρσας, αλλά και εν μέσω μίας οξείας πληθωριστικής κρίσης.

Πρέπει λοιπόν να το αποδεχτούμε, είμαστε εγκλωβισμένοι στο να παράγουμε ως οικονομία και ως χώρα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, στο καλό σενάριο, της τάξης του 2% του ΑΕΠ. Λέμε στο καλό γιατί αυτό θα γίνει αν το επιτρέψουν οι υπό διαμόρφωση δημοσιονομικοί κανόνες του «μέλλοντος». Αλλιώς μιλάμε για ακόμα πιο δύσκολους στόχους. Προφανώς όχι από φέτος, από το 2024 ή επόμενα χρόνια (αναλόγως πώς θα πάει η παγκόσμια κρίση και το τι θα αποφασιστεί).

Σε κάθε περίπτωση, είναι σαφές ότι πλέον η διέξοδος δεν είναι τα ελλείμματα, η διέξοδος δεν είναι μία χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής ή μία άκρατη παροχολογία. Το χρέος είναι πάρα πολύ ψηλό και πρέπει να συνεχίσει να μειώνεται σταθερά και συνεχώς στο μέλλον.

Άρα, η μόνη διέξοδος είναι η ανάπτυξη. Ανάπτυξη διαρκείας, ανάπτυξη βιώσιμη και σταθερά υψηλή. Γιατί τώρα, να μην ξεχνάμε, το χρέος μειώνεται λόγω του υψηλού παρονομαστή, δηλαδή του ονομαστικού ΑΕΠ το οποίο τροφοδοτεί και ο πληθωρισμός. Αυτό θα γίνει και φέτος, αλλά (ελπίζουμε) να μη συμβεί στη συνέχεια.

Είναι λοιπόν απόλυτα αναγκαίο οι μεταρρυθμίσεις  και οι επενδύσεις να πιάσουν τόπο, αλλά και να μη σταματήσουν, να μην ανακοπούν. Να βελτιώνεται επίσης συνεχώς η «εικόνα» της αξιοπιστίας της χώρας προς τα «έξω». Για να μπορεί η αύξηση του ΑΕΠ και του εισοδήματος να τροφοδοτεί τα κρατικά έσοδα και τον οδικό χάρτη επιστροφής στην «κανονικότητα». Και από πλευράς υψηλών (ακόμη) φόρων και εισφορών.