Editorial

Η ακρίβεια και... το καλάθι της νοικοκυράς 

Aν ο καταναλωτής περιορίσει τη δαπάνη του, ζημιωμένοι θα είναι όλοι: και ο επιχειρηματικός κόσμος που περιμένει τις εκπτώσεις, αλλά και η οικονομία γενικότερα.

Το πακέτο μέτρων στήριξης από την ακρίβεια αξίας 400 εκατομμυρίων ευρώ για το μήνα Ιανουάριο είναι σημαντικό σε αξία και προφανώς καλοδεχούμενο και κρίσιμο γιατί καλύπτει πλέον ευρύτερα και το βιομηχανικό κόσμο (αν και με περιορισμούς πλέον στα νοικοκυριά). Εμμέσως καλείται να παράσχει στήριξη και για τον καταναλωτή γιατί συγκρατεί το κόστος παραγωγής από τα βαρίδια της ενεργειακής κρίσης και έτσι επιχειρεί να περιορίσει το κίνδυνο ανατιμήσεων. 

Τα επίσημα στατιστικά στοιχεία ωστόσο δείχνουν πως το πρόβλημα είναι ήδη οξύ. Σύμφωνα με τη Eurostat στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο καταγράφηκαν πολύ υψηλές (σε σχέση με άλλα κράτη) ανατιμήσεις και στην ενέργεια και στα τρόφιμα αλλά και σε βιομηχανικά ήδη. Η ακρίβεια, με άλλα λόγια, επηρεάζει πλέον και… αποδεδειγμένα το καλάθι της νοικοκυράς.

Το πρόβλημα δεν είναι προφανώς ελληνικό, είναι παγκόσμιο και οι τελευταίες εκτιμήσεις διεθνώς λένε ότι δεν θα καμφθεί γρήγορα. Το ζήτημα όμως είναι πόσο ευάλωτο είναι κάθε κράτος και κάθε κοινωνία, αλλά και πόσο θωρακισμένη είναι η κάθε αγορά. Το εισόδημα του ελληνικού νοικοκυριού είναι ήδη πολύ χαμηλό λόγω της ύφεσης και της υπερφορολόγησης που προηγήθηκε και τα κρατικά ταμεία της χώρας να έχουν ήδη πληρώσει 43,3 δισ. ευρώ σε μέτρα στήριξης. 

Το ερώτημα που προκύπτει λοιπόν είναι τι μπορεί και τι πρέπει να γίνει. Είναι προφανές πως όταν υπάρχει μία κρίση, υπάρχουν και απώλειες. Μόνο που στην περίπτωση της ακρίβειας δεν πληρώνουν όλοι το ίδιο τίμημα. Όσο πιο χαμηλό είναι το εισόδημα κάποιου και όσο πιο πολλές ανάγκες έχει, τόσο πιο μεγάλο μέρος του εισοδήματος καταλήγει  σε κατανάλωση και έτσι τόσο πιο ευάλωτος είναι. Σε αυτό το πλαίσιο είναι προφανώς καλοδεχούμενη η διπλή αύξηση του κατώτατου μισθού για το 2022, αλλά, από μόνη της δεν φτάνει. 

Θα πρέπει να ληφθούν επιπλέον μέτρα όχι μόνο στήριξης των νοικοκυριών (στο μέτρο προφανώς που αντέχουν τα κρατικά ταμεία), αλλά και θωράκισης της αγοράς. Ούτως ώστε ο ανταγωνισμός να λειτουργεί όσο το δυνατόν καλύτερα και φαινόμενα κερδοσκοπίας να αποφευχθούν εν τη γενέσει τους.

Γιατί άλλωστε αν ο καταναλωτής περιορίσει τη δαπάνη του, ζημιωμένοι θα είναι όλοι: και ο επιχειρηματικός κόσμος που περιμένει τις εκπτώσεις, αλλά και η οικονομία γενικότερα.