Editorial

Η κάλπη στη Γερμανία, οι γαλλικές εκλογές και οι παροχές της Ελληνικής Κυβέρνησης

Ο εκλογικός κύκλος στην Ευρώπη έχει ειδική σημασία για το τι θα γίνει στην Ελλάδα θα επόμενα χρόνια.

Ο εκλογικός κύκλος στην Ευρώπη έχει ειδική σημασία για το τι θα γίνει στην Ελλάδα θα επόμενα χρόνια. Το αποτέλεσμά του θα επηρεάσει μία σειρά από πολιτικές της ΕΕ, περιλαμβανομένων και των  επιχειρούμενων αλλαγών στο Σύμφωνο Σταθερότητας που αποτελεί το «βαρόμετρο» για το αν η Ελλάδα θα έχει το περιθώριο για «παροχές» μετά το 2022.

Τα μαχαίρια ήδη ακονίζονται και αυτό φάνηκε από την στάση του άξονα του «Βορρά». Η Γερμανία δεν μετείχε στην επιστολή των «8» που παρουσιάστηκε στο τελευταίο Eurogroup και ζητούσε τη διατήρηση του συμφώνου σταθερότητας ως έχει.

Όλοι περιμένουν λοιπόν τη θέση της νέας κυβέρνησης, με το Νότο να τρέφει ελπίδες για αποδοχή της ανάγκης για ελαστικοποίηση του Συμφώνου και πιο πολύ δημοσιονομικό «χώρο». Ουσιαστικά το τι θα γίνει συνδέεται με το τι συμφέρει την ίδια τη Γερμανία, αναφέρουν αναλυτές και φέρουν ως παράδειγμα το θέμα της γερμανικής βιομηχανίας η οποία έχει δεχθεί πλήγμα από την πανδημία και αναμένεται πώς τούτο θα αποτυπωθεί στα οικονομικά αποτελέσματα  και στα κρατικά έσοδα της επόμενης χρονιάς που βασίζονται σημαντικά στα εταιρικά κέρδη. Και άρα στην ανάγκη που θα έχει το ίδιο το γερμανικό κράτος για δημοσιονομική ευελιξία.

Σε κάθε περίπτωση, πέρα από το πότε θα υπάρξει η νέα γερμανική κυβέρνηση και το ποια θα είναι τελικά η θέση της για τα Ευρωπαϊκά ζητήματα, υπάρχει και η μεγάλη εκκρεμότητα των Γαλλικών εκλογών του επόμενου Απριλίου. Εκλογών που θα λαμβάνουν χώρα με τη Γαλλία να έχει την Προεδρία της ΕΕ.

Οι διπλές αυτές εκλογές και η στάση του «βορά» μεταφέρει την απόφαση για το Σύμφωνο Σταθερότητας  - με βάση όσα τώρα εκτιμώνται ανά την ΕΕ – για το Φθινόπωρο του 2022. Αν όχι για αργότερα.

Το ζήτημα είναι πως έως τότε δεν θα υπάρχει καθαρός «ορίζοντας». Η δημοσιονομική ευελιξία  - όπως αυτή δίδεται από τη «ρήτρα γενικής διαφυγής» που ενεργοποιήθηκε την άνοιξη του 2020  - θα είναι μόνο θεωρητικά  σε ισχύ και για το σύνολο του επόμενου έτους. Και τούτο γιατί καθώς αποφάσεις για αλλαγή των κανόνων δεν θα υπάρχουν, θα πρέπει στην πράξη από τον Ιανουάριο τα κράτη τα αρχίσουν να «σφίγγουν» τα λουριά. Έχοντας κατά νου πως από το 2023 θα πρέπει να επιτυγχάνουν πλεονάσματα με βάση τους κανόνες που σήμερα ισχύουν...

Θυμίζουμε πως ο πιο βασικός και δύσκολος κανόνας του συμφώνου σταθερότητας είναι η υποχρέωση μείωσης του χρέους κατά ένα εικοστό ετησίως στο πεδίο που ξεπερνά το 60% του ΑΕΠ. Για την Ελλάδα του τεράστιου χρέους αυτό σημαίνει πως η ευελιξία  για μέτρα στήριξης έκτακτου χαρακτήρα μοιραία περιορίζεται και ο στόχος για πλεονάσματα θα είναι αρκετά πάνω του 2% του ΑΕΠ. Ακόμη και με αλλαγές στο Σύμφωνο, αν δεν γίνουν «θαύματα», ο στόχος για πλεονάσματα υπολογίζεται περί το 2% του ΑΕΠ.

Η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να τροφοδοτήσει τα πλεονάσματα μέσα από ισχυρή άνοδο του ΑΕΠ που θα φέρει και τόνωση των εσόδων. Τούτο για να μην έρθουν περιοριστικά μέτρα, γιατί το περιθώριο για «παροχές» το εκλογικό έτος 2023 δεν είναι αυτή τη στιγμή καθόλου σαφές πόσο θα είναι….