Λιαργκόβας στο insider.gr: Τα επιτόκια παραμένουν σε μη βιώσιμο επίπεδο

Στέλλα Κεμανετζή
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Λιαργκόβας στο insider.gr: Τα επιτόκια παραμένουν σε μη βιώσιμο επίπεδο

Ελάχιστες μέρες μετά την αποχώρησή του από τη θέση του Επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή ο κ. Παναγιώτης Λιαργκόβας ανοίγει τα χαρτιά του για όλα τα τρέχοντα οικονομικά θέματα σε μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στο insider.gr. Δηλώνει ότι τα επιτόκια μπορεί να υποχώρησαν σημαντικά, αλλά παραμένουν σε μη βιώσιμο επίπεδο και ότι ο δανεισμός δεν πρέπει να δαιμονοποιείται. Επισημαίνει ότι το οικονομικό κόστος αν επιλεγεί το «μαξιλάρι» ρευστότητας θα είναι πολύ μεγαλύτερο και οι τράπεζες θα χάσουν την εξαίρεση από τον ELA. Σε ό,τι αφορά στο ασφαλιστικό λέει ότι μόνο με ισχυρή και διατηρήσιμη οικονομική μεγέθυνση μπορούμε να ελπίζουμε ουσιαστικά σε θετική έκβαση ενώ για τα «κόκκινα» δάνεια τονίζει ότι είναι αναγκαίο να αντιμετωπισθούν αποφασιστικά οι λεγόμενοι «στρατηγικοί κακοπληρωτές», τερματίζοντας την «άτυπη ασυλία» τους. Για τον διάδοχό του αναρωτιέται, πώς ένας κρινόμενος, με δεδομένο ότι ως μέλος του κυβερνητικού μηχανισμού σχεδίασε τον κρατικό προϋπολογισμό, θα κρίνει τον εαυτό του την ώρα που θέλουμε να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη των αγορών.

Η αναβάθμιση από τους οίκους αξιολόγησης και η ομαλοποίηση του προγράμματος βραχυχρόνιου δανεισμού, αλλά και το ομόλογο 7 χρόνων, δεν δείχνουν ότι βαδίζουμε πλέον σε έναν στρωμένο δρόμο και όχι σε αχαρτογράφητα νερά;

Η σταδιακή βελτίωση που παρατηρείται εσχάτως σε επίπεδο δεικτών στην ελληνική οικονομία- παρά το τεράστιο κόστος και τη μεγάλη καθυστέρηση- και η συμμόρφωση με το πρόγραμμα, οδήγησαν στις πρόσφατες αναβαθμίσεις, αν και ακόμα απέχουμε πολύ από αξιολόγηση «επενδυτικής βαθμίδας». Τα επιτόκια υποχώρησαν σημαντικά, αλλά παραμένουν σε μη βιώσιμο επίπεδο, αναδεικνύοντας την ανάγκη για αρκετή ακόμα προσπάθεια προκειμένου να αποκτήσουμε πλήρη πρόσβαση στις αγορές. Εξάλλου, απομένει μια σειρά από κρίσιμα ζητήματα, όπως η ομαλή ολοκλήρωση του προγράμματος και το καθεστώς μετά από αυτό, η αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, το ύψος και η διάρκεια της οικονομικής ανάκαμψης της χώρας, οι γεωπολιτικές εξελίξεις και η πολιτκή σταθερότητα.

Γιατί υποβαθμίστηκε πραγματικά η πιστοληπτική ικανότητα της Τουρκίας; Πιστεύετε ότι όντως έχει να κάνει και με την Ελλάδα, όπως διακηρύσσει ο Πρόεδρός της;

Η βασική αποστολή των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης είναι «η αποτύπωση αντικειμενικής γνώμης», προκειμένου να παρέχεται πληροφόρηση για την κατάσταση και τις προοπτικές κρατών ή εταιρειών, ώστε να λαμβάνονται επενδυτικές οι αποφάσεις. Στη διαδικασία διαμόρφωσης αυτής της αντικειμενικής γνώμης, λαμβάνονται σοβαρά υπόψη παράγοντες όπως η εσωτερική πολιτική κατάσταση, ο γεωπολιτικός κίνδυνος, οι οικονομικές εξελίξεις στο εσωτερικό κτλ. Εσχάτως, παρατηρούμε την Τουρκία να έχει αρκετά ανοιχτά μέτωπα, με κυριότερο αυτό στα νοτιοανατολικά σύνορα της, ενώ και οι σχέσεις της με τους δυτικούς συμμάχους της βρίσκονται σε κρίση. Επίσης, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα, επικρατεί αναστάτωση στο εσωτερικό της χώρας και αυτό επιδρά αρνητικά στην οικονομία.

Η πιστοληπτική αξιοπιστία της Ελλάδας αναβαθμίζεται. Έχουν υπάρξει, κατά το παρελθόν, εκθέσεις που έκριναν αυστηρά αυτήν την πιστοληπτική ικανότητα. Τελικά που βρίσκεται η αλήθεια σε αυτό το θέμα; Έχουν επιπλέον ένα μερίδιο ευθύνης και οι οίκοι αξιολόγησης;

Η αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας είναι μια δυναμική διαδικασία ανά τακτά χρονικά διαστήματα, που λαμβάνει υπόψη της τα διαθέσιμα στοιχεία ώστε να εξάγει συμπεράσματα για την τρέχουσα κατάσταση και τις προοπτικές. Μην ξεχνάμε ότι οι διακυμάνσεις στην ελληνική οικονομία ήταν έντονες, με αποκορύφωμα τον άμεσο κίνδυνο εξόδου από τη ζώνη του ευρώ το καλοκαίρι του 2015. Η σταδιακή ομαλοποίηση που παρατηρείται το τελευταίο διάστημα αποτυπώθηκε και στις πρόσφατες αναβαθμίσεις. Ως εκ τούτου, είναι κρίσιμο να αποφεύγονται δηλώσεις ή ενέργειες που «ταράζουν» τις αγορές. Σαφώς όμως υπήρξαν και αστοχίες, όπως πριν την κρίση, όπου οι οίκοι υποεκτίμησαν τον κίνδυνο της Ελλάδας.

Συντάσσεστε με την πιστοληπτική γραμμή στήριξης ή με το «μαξιλάρι» ρευστότητας;

Οι δύο περιπτώσεις δεν διαφέρουν ως προς το βαθμό εποπτείας. Οι διαφορές βρίσκονται στο οικονομικό κόστος και στον βαθμό εμπιστοσύνης των αγορών. Το οικονομικό κόστος στη δεύτερη περίπτωση θα είναι πολύ μεγαλύτερο. Οι τράπεζες θα χάσουν την εξαίρεση από τον ELA. Επίσης δεν θα εκμεταλλευτούμε τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης. Ακόμη, δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι διανύουμε μία περίοδο χαμηλών επιτοκίων – κάτι στο οποίο έχει συμβάλλει και η αγορά ομολόγων από την ΕΚΤ – και ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας. Σε περίπτωση που οι συνθήκες χειροτερέψουν, η χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας μέσω των αγορών θα γίνει ακόμα πιο δύσκολη. Σε αυτήν την περίπτωση, η προληπτική γραμμή θα είναι μονόδρομος, παρά τις όποιες επιθυμίες.

Ο δανεισμός μας οδήγησε στα μνημόνια, εμείς γιατί πανηγυρίζουμε που θα μπορούμε να ξαναδανειστούμε;

Ο δανεισμός δεν πρέπει να δαιμονοποιείται, καθώς αποτελεί ένα απαραίτητο και εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο οικονομικής πολιτικής στις σύγχρονες οικονομίες, το οποίο, με την άσκηση της κατάλληλης πολιτικής, μπορεί να έχει πραγματικά ευεργετικά αποτελέσματα σε μια οικονομία. Άρα λοιπόν, το κρίσιμο είναι αφενός, η ορθή διαχείρισή του (πχ για παραγωγικές επενδύσεις) και αφετέρου,ο νέος δανεισμός να έχει καλύτερους όρους σε σχέση με τον προηγούμενο, ώστε να παρουσιάζεται πτωτική τάση. Τέλος, ανησυχία προκαλεί η επερχόμενη ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής, που θα προκαλέσει αύξηση των επιτοκίων και άρα επιπλέον κόστος για τη χώρα μας.

Τρία μνημόνια μετά, ήταν λάθος που μπήκαμε; Θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει κάτι άλλο; Τι πήγε στραβά με τα προηγούμενα δύο και γιατί αυτό θα ολοκληρωθεί;

Δεδομένων των συνθηκών που επικρατούσαν στην ελληνική οικονομία το 2010, δεν υπήρχε άλλη οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά διαχειρίσιμη επιλογή από το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής. Οι αρχικές συνθήκες ήταν τόσο δυσμενείς και ραγδαία επιδεινούμενες (αποκλεισμός από τις αγορές, ύφεση, εμπορικό και δημοσιονομικό έλλειμμα) που μείωναν σημαντικά τη διαπραγματευτική ισχύ της χώρας. Αυτό εξάλλου κατέστη σαφές και μετέπειτα, όπου οι συνθήκες βελτιώθηκαν. Προφανώς, η ευθύνη βαραίνει κυρίως την ελληνική πλευρά, που παρά τις προσπάθειές της, καθυστερούσε, υπαναχωρούσε και ανέβαλε πολιτικά δύσκολες αποφάσεις, χωρίς αυτό να αγνοεί τησημαντική ευθύνη και των εταίρων. Ο συνδυασμός αυτών οδήγησε σε αποτυχία τα προηγούμενα προγράμματα, ενώ όσον αφορά το τρέχον, φαίνεται να υπάρχουν οι κατάλληλες (πολιτικές) προϋποθέσεις για την ολοκλήρωσή του.

Τι ακριβώς συνεπάγεται η «εποπτεία» των αγορών;

Λόγω της κόπωσης που προκλήθηκε στην ελληνική κοινωνία τα τελευταία χρόνια, ενδεχομένως δημιουργείται η προσδοκία ότι η λήξη του τρέχοντος προγράμματος θα φέρει θεαματική βελτίωση στην καθημερινότητα των πολιτών, κάτι που όμως δεν ανταποκρίνεται πλήρως στην πραγματικότητα. Συγκεκριμένα, δεν αναμένεται να υπάρξει κανένα περιθώριο επιστροφής στο προ κρίσης status quo και τις πολιτικές που το συνόδευαν. Αν ωστόσο συμβεί αυτό, η χώρα πολύ σύντομα θα αποκλειστεί εκ νέου από τις αγορές, που αποτελεί τη χειρότερη δυνατή εξέλιξη. Η συνέχιση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και των μεταρρυθμίσεων αποτελεί μονόδρομο. Οι αγορές δηλαδή αποτελούν γενικά πιο αυστηρούς κριτές, χωρίς τη δυνατότητα προσωπικής επαφής ή/και πολιτικής διευθέτησης.

Με το ασφαλιστικό έχουμε ξεμπερδέψει;

Όπως έχει δείξει και η πρόσφατη εμπειρία από τη χώρα μας, η επίλυση του ασφαλιστικού αποτελεί εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα, καθώς επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν είναι και τόσο ευνοϊκοί στην παρούσα συγκυρία για την Ελλάδα: δημογραφικό, ανεργία, εξάπλωση ευέλικτων μορφών απασχόλησης, ύψος των μισθών κτλ. Επίσης, εκτός από τη βιωσιμότητα του συστήματος, θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη και η διάσταση της δικαιοσύνης- έννοιες αλληλένδετες- τόσο για τους εργαζομένους, όσο και για τους συνταξιούχους. Με άλλα λόγια, μόνο με ισχυρή και διατηρήσιμη οικονομική μεγέθυνση μπορούμε να ελπίζουμε ουσιαστικά σε θετική έκβαση.

Με τα «κόκκινα» δάνεια τι πρέπει να γίνει;

Μια ακόμα μεγάλη πρόκληση που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία είναι η εκκαθάριση του χαρτοφυλακίου των τραπεζών, καθώς η οικονομική μεγέθυνση προϋποθέτει σταθερό και υγιές τραπεζικό σύστημα. Η ύφεση των προηγούμενων ετών, η καθυστέρηση στη λήψη μέτρων και η αρχικά «οριζόντια αντιμετώπιση» του προβλήματος επιδείνωσαν σημαντικά την κατάσταση. Πρόκειται ασφαλώς για λεπτό και κοινωνικά ευαίσθητο ζήτημα, το οποίο όμως πρέπει να επιλυθεί. Για το λόγο αυτόν λοιπόν, είναι αναγκαίο να αντιμετωπισθούν αποφασιστικά οι λεγόμενοι «στρατηγικοί κακοπληρωτές», τερματίζοντας την «άτυπη ασυλία» τους, ώστε σταδιακά να δημιουργηθεί μια «κουλτούρα συνέπειας» σε όλους τους Έλληνες πολίτες.

Σε ότι αφορά στη διάδοχη κατάσταση στο Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, πιστεύετε ότι η επιλογή ενός κυβερνητικού στελέχους θα σηματοδοτήσει και άλλου τύπου αλλαγές; Μπορεί ο διάδοχός σας να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της θέσης;

Θεωρώ ότι όλοι πρέπει να κρίνονται από το αποτέλεσμα της δουλειάς τους. Αυτό έχει εφαρμογή και στον διάδοχό μου. Η διαφωνία μου δεν αφορά το πρόσωπο αλλά τη θέση αρχής ότι ένα κυβερνητικό στέλεχος, που σχεδίασε τον κρατικό προϋπολογισμό και τις πολιτικές που ακολουθούνται, θα κρίνει -ως επικεφαλής τώρα του ΓΠΚΒ- την αποτελεσματικότητα των ίδιων των ενεργειών του όταν ήταν στην κυβέρνηση. Πώς δηλαδή ένας κρινόμενος θα κρίνει τον εαυτό του; Δεν θα υπάρξει σύγκρουση συμφερόντων, έλλειψη ανεξαρτησίας και υποβάθμιση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας του Γραφείου και της χώρας την ευαίσθητη ώρα που θέλουμε να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη των αγορών;

Πολύ πρόσφατα από το 3ο οικονομικό Forum των Δελφών o πρώην γενικός γραμματέας δημοσιονομικής πολιτικής Φραγκίσκος Κουτεντάκης είπε ότι η Ελλάδα έχει ήδη καλύψει τις χρηματοδοτικές της ανάγκες μέχρι και το τέλος του 2020. Συμμερίζεστε αυτήν την άποψη;

Προσωπικά δεν έχω λόγους να διαφωνήσω. Το πρόβλημα των χρηματοδοτικών αναγκών μας είναι κυρίως μετά το 2023 όταν οι επίσημες προβλέψεις για τους ρυθμούς ανάπτυξης μειώνονται σημαντικά.

Θα βλέπατε τον εαυτό σας ξανά εντός Βουλής αλλά αυτή τη φορά στα έδρανα του Κοινοβουλίου;

Δεν είναι στις άμεσες προτεραιότητές μου. Θέλω να επιστρέψω στο Πανεπιστήμιο και να ασχοληθώ με τους φοιτητές μου και την έρευνα. Είμαι Διευθυντής ενός εργαστηρίου επιχειρηματικότητας και αειφόρου ανάπτυξης αλλά και ενός Ευρωπαϊκού Κέντρου Αριστείας Jean Monnet. Έχω πολλά να κάνω. Ωστόσο, παρακολουθώ στενά τις οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις, θα είμαι πάντα παρών όταν η χώρα μου με χρειάζεται, αλλά δεν είναι στους στόχους μου, αλλά και στο προφίλ μου, να γίνω πολιτικός καριέρας.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider