Η εργασία στη μετά-COVID εποχή: Μείωση μισθών και ωρών εργασίας - Εκτόξευση της ανεργίας

Viber Whatsapp Μοιράσου το
Η εργασία στη μετά-COVID εποχή: Μείωση μισθών και ωρών εργασίας - Εκτόξευση της ανεργίας
Οι μισθοί των εργαζομένων της ανεπίσημης οικονομίας σε όλο τον κόσμο έχουν μειωθεί κατά μέσο όρο 60% τον πρώτο μήνα της κρίσης.

Ανεργία, ανισότητα και επισφαλείς μορφές εργασίας διαπιστώνει το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ στο Δελτίο του με τίτλο «COVID 19: Οι διεθνείς εξελίξεις και οι περιορισμοί για την ελληνική οικονομία».

Σύμφωνα με το ΙΝΕ ΓΣΕΕ, η υγειονομική κρίση φαίνεται να λειτουργεί ως επιταχυντής μιας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής αστάθειας και συνεπώς η διάρκεια και οι συνέπειες της κρίσης είναι πολύ πιθανό να υπερβούν τη χρονική έκταση της πανδημίας. Συνδυαζόμενη, δε, με την κλιματική, τη διατροφική, τη μεταναστευτική κρίση, καθώς και την πολιτική κρίση ηγεσίας που αντιμετωπίζουν πολλές αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες, εκτινάσσει την αβεβαιότητα σε πρωτόγνωρα ύψη.

Ετσι αποσταθεροποιεί περαιτέρω το διεθνές επιχειρηματικό και επενδυτικό περιβάλλον με σοβαρές συνέπειες στις εθνικές οικονομίες και ειδικά εκείνες, όπως η ελληνική, των οποίων οι προοπτικές εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις ξένες επενδύσεις

Η προσαρμογή των διεθνών οικονομιών στην κρίση, μέσω της αγοράς εργασίας

Αποκαλυπτικές είναι οι διαπιστώσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) για τις επιπτώσεις της πανδημίας στις διεθνείς οικονομίες. Η αγορά εργασίας φαίνεται ότι θα αποτελέσει τον βασικό μηχανισμό προσαρμογής των εθνικών οικονομιών για την αντιμετώπιση της κρίσης. Υπάρχει μεγάλη ανησυχία για τις επιπτώσεις στην ανεργία, στην οικονομική ανισότητα και στη διεύρυνση των επισφαλών μορφών εργασίας.

Σύμφωνα με την ΔΟΕ σημειώνει ότι παρατηρείται μια απότομη μείωση των ωρών εργασίας παγκοσμίως λόγω της επιδημίας COVID-19, που αποτελεί και μια από τις βασικές αιτίες της διττής κρίσης προσφοράς και ζήτησης. Η ΔΟΕ προειδοποιεί επίσης ότι περίπου 1,6 δισ. εργαζόμενοι στην άτυπη οικονομία ‒σχεδόν το ήμισυ του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού‒ κινδυνεύουν άμεσα να βιώσουν κατάρρευση του βιοτικού τους επιπέδου.

Πιο συγκεκριμένα, η ΔΟΕ εκτιμά ότι η μείωση των ωρών εργασίας το β’ τρίμηνο του 2020 σε σύγκριση με τα επίπεδα πριν από την κρίση (δ’ τρίμηνο του 2019) αναμένεται να φθάσει το 10,5%, απώλεια που ισοδυναμεί με 305 εκατ. θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης. Η αντίστοιχη κάμψη σε ώρες εργασίας για την Ευρώπη υπολογίζεται σε 11,8%, με το ποσοστό της ανεργίας να ανέρχεται στο 7,4% τον Μάρτιο έναντι 7,3% τον Φεβρουάριο.

Η πιο εντυπωσιακή αύξηση της ανεργίας λόγω COVID-19 έχει σημειωθεί στις ΗΠΑ, όπου από 4,4% τον Φεβρουάριο εκτοξεύθηκε στο 14,7% τον Μάρτιο.

Η ΔΟΕ σημειώνει ότι οι μισθοί των εργαζομένων της ανεπίσημης οικονομίας σε όλο τον κόσμο έχουν μειωθεί κατά μέσο όρο 60% τον πρώτο μήνα που ξεδιπλώθηκε η κρίση. Οι εργαζόμενοι με άτυπες μορφές εργασίας είναι οι πλέον ευπαθείς από τους 3,3 δισ. ανθρώπους που απαρτίζουν το παγκόσμιο εργατικό δυναμικό, καθώς δεν έχουν προστασία σε επίπεδο πρόνοιας, πρόσβαση σε επαρκή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ή τα μέσα να εργαστούν από το σπίτι.

Στο μεταξύ υπάρχει παγκόσμια ανησυχία, η οποία καταγράφεται και από το Eurofound, ότι οι ευέλικτες μορφές εργασίας, η εργασιακή ανασφάλεια και η τηλεργασία θα διαμορφώσουν τη νέα εργασιακή κανονικότητα. Η μείωση των εισοδημάτων που θα ακολουθήσει θα επιδεινώσει περαιτέρω το ήδη εκρηκτικό πρόβλημα της οικονομικής ανισότητας. Ακόμη και το ΔΝΤ φαίνεται να ανησυχεί για τις συνέπειες της πανδημίας στα φτωχότερα και πιο εύθραυστα στρώματα της κοινωνίας, κυρίως επειδή πλήττει τους εργαζομένους με χαμηλή ειδίκευση.

Το 2021 η επιστροφή στην κανονικότητα

Αναμφίβολα, η πανδημία COVID-19 έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός εξωγενούς σοκ για το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Αυτό οδηγεί πολλές κυβερνήσεις και διεθνείς οργανισμούς στην αισιόδοξη διαπίστωση ότι η διάρκεια της οικονομικής κρίσης θα είναι περιορισμένη και ότι σύντομα η παγκόσμια πολιτική οικονομία θα επανέλθει σε ένα καθεστώς κανονικότητας από το 2021.

Ωστόσο, σύμφωνα με το ΙΝΕ της ΓΣΕΕ «υπάρχουν πολλοί παράγοντες που δημιουργούν αβεβαιότητα και προβληματισμό για τις διεθνείς και ευρωπαϊκές εξελίξεις και οφείλουμε στο πλαίσιο αυτό να αξιολογήσουμε τους εξωτερικούς περιορισμούς και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας».

Οι πιο σημαντικοί είναι οι εξής:

- Πρώτον, την περιορισμένη αποτελεσματικότητα της νομισματικής πολιτικής της ποσοτικής χαλάρωσης των κεντρικών τραπεζών να διεγείρει έναν ενάρετο κύκλο οικονομικής μεγέθυνσης μέσω των παραγωγικών επενδύσεων και της μεγέθυνσης του πραγματικού τομέα. Εάν τα νέα προγράμματα ρευστότητας χρηματοδοτήσουν νέες χρηματιστηριακές και στεγαστικές φούσκες, τότε η παγκόσμια οικονομία είναι πολύ πιθανό σύντομα να βρεθεί σε μια νέα κατάσταση χρηματοπιστωτικής αποσταθεροποίησης με δυσμενείς επιπτώσεις στη δυναμική της ανάπτυξης σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο.

- Δεύτερον, στην περίπτωση της Ευρωζώνης, τους σημαντικούς περιορισμούς στην άσκηση επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής χωρίς αμοιβαιοποίηση του χρέους ή ενεργοποίηση της ΕΚΤ ως δανειστή ύστατης καταφυγής των εθνικών κρατών. Η πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη δημιουργία ενός ταμείου χρηματοδότησης εθνικών αναπτυξιακών παρεμβάσεων (με μορφή επιχορηγήσεων αλλά και δανείων) αποτελεί μια θετική εξέλιξη εφόσον πράγματι υλοποιηθεί. Ωστόσο, στο σύνολό τους, οι ευρωπαϊκές εξελίξεις δείχνουν ότι τα δημοσιονομικά πακέτα παρέμβασης για τη σταθεροποίηση και ανάπτυξη των εθνικών οικονομιών εξακολουθούν να μην αποτελούν πυλώνα της δημοσιονομικής κανονικότητας της ΕΕ.

Η εμμονή στη δημοσιονομική ορθοδοξία πολλών ευρωπαϊκών κυβερνήσεων αφαιρεί ζωτικό αναπτυξιακό χώρο από τις εθνικές οικονομίες και δημιουργεί συνθήκες παρατεταμένης υφεσιακής παγίδευσής τους. Επιπλέον, υπάρχει σαφής κίνδυνος η επιπλέον συσσώρευση δημόσιου χρέους σε συνδυασμό με την επανεργοποίηση του Συμφώνου Σταθερότητας να οδηγήσουν σε μια νέα δημοσιονομική περιπέτεια, κυρίως τις οικονομίες του ευρωπαϊκού νότου.

- Τρίτον, τη μεγάλη πιθανότητα το εξωγενές σοκ της πανδημίας να ενεργοποιήσει ενδογενείς υφεσιακούς μηχανισμούς μέσω των εξελίξεων στην αγορά εργασίας. Η αύξηση της ανεργίας και της υποαπασχόλησης και η μείωση των εισοδημάτων θα περιορίσουν την καταναλωτική δαπάνη και θα αυξήσουν την αδυναμία των νοικοκυριών να ικανοποιήσουν τις υποχρεώσεις τους προς τις τράπεζες και το Δημόσιο. Μια τέτοια εξέλιξη θα είχε αποσταθεροποιητική επίδραση στον αδύναμο τραπεζικό τομέα της Ευρωζώνης -ο οποίος έχει τριπλάσιο ποσοστό κόκκινων δανείων συγκριτικά με τις ΗΠΑ- και κυρίως της Ελλάδας της οποίας το αντίστοιχο ποσοστό είναι πολλαπλάσιο αυτού της Ευρωζώνης.

- Τέταρτον, στις τρέχουσες συνθήκες ακραίας αβεβαιότητας, οι ξένες παραγωγικές επενδύσεις είναι πολύ πιθανό να αδρανήσουν εκ νέου. Αυτό σε συνδυασμό με την πιθανή μείωση της κατανάλωσης και των καθαρών εξαγωγών καθιστά τις δημόσιες επενδύσεις ως τον μόνο εναπομείναντα μοχλό της αναπτυξιακής δυναμικής των εθνικών οικονομιών.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider