Οι πλούσιες χώρες δανείστηκαν 18 τρισ. δολάρια το 2020 - Λίγες ανησυχούν για την αποπληρωμή τους

Newsroom
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Οι πλούσιες χώρες δανείστηκαν 18 τρισ. δολάρια το 2020 - Λίγες ανησυχούν για την αποπληρωμή τους
Στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών ανήλθε ο δανεισμός των ισχυρότερων οικονομιών του κόσμου από τις αγορές ομολόγων για το 2020. Σχεδόν το 80% της αξίας των ομολόγων είχε επιτόκιο κάτω από 1%, αντί για 37% το 2019.

Στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών ανήλθε ο δανεισμός των κυβερνήσεων των πλουσιότερων χωρών του κόσμου από τις αγορές ομολόγων για το 2020, φτάνοντας τα 18 τρισ. δολάρια, με το κόστος δανεισμού, ωστόσο, να κινείται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα εξαιτίας των αγορών ομολόγων από τις κρατικές τράπεζες και ενώ η ανησυχία για τα επίπεδα του δημοσίου χρέους υποχώρησε μεταξύ των ιδιωτών επενδυτών.

Η άνοδος στις πωλήσεις κρατικών ομολόγων τον πρώτο χρόνο ξεσπάσματος της πανδημίας ήταν σχεδόν διπλάσια σε σύγκριση με την αύξηση που καταγράφηκε όταν «χτύπησε» η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, σύμφωνα με τα στοιχεία από τον Οργανισμό για την Οικονομική Συνεργασία και Ασφάλεια (ΟΟΣΑ). Σε αντίθεση με τα χρόνια που ακολούθησαν μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers τον Σεπτέμβριο του 2008, δεν σημειώθηκε αύξηση στις αποδόσεις των ομολόγων το 2020 και οι κυβερνήσεις βρέθηκαν μπροστά σε χαμηλότερο κόστος επιτοκίων απ' ότι πριν από την οικονομική κρίση, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ.

Ο μαζικός δανεισμός εξηγείται από τα νέα δεδομένα που έφερε η πανδημία, καθώς χρειάστηκαν πρωτοφανή μέτρα στήριξης των εργαζομένων και των επιχειρήσεων που επηρεάστηκαν από τα περιοριστικά μέτρα για την ανάσχεση του κορονοϊού, σημειώνει η WSJ. Αντικατοπτρίζει όμως παράλληλα και την πιο χαλαρή στάση απέναντι στα κρατικά ελλείμματα από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, τους επενδυτές και τους οικονομολόγους σε σχέση με πριν από μια δεκαετία.

«Αν υπάρχει ένα μάθημα από την οικονομική κρίση, είναι πως οι κυβερνήσεις δεν πρέπει να αποσύρουν νωρίς τα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης» δήλωσε ο Φάτος Κοκ, αναλυτής πολιτικών του ΟΟΣΑ.

Ο Οργανισμός ανέφερε στην ετήσια έκθεση του πως τα 37 κράτη-μέλη του πώλησαν ομόλογα ύψους 18 τρισ. δολαρίων για το 2020 για τη στήριξη των οικονομιών, μια αύξηση 6,8 δισ. ευρώ από το 2019 που συνιστά ρεκόρ στην πρόσφατη ιστορία τόσο σε απόλυτους όρους δανεισμού όσο και προς το μέγεθος των οικονομιών των χωρών.

Την ίδια στιγμή, το κόστος δανεισμού για τα μέλη του ΟΟΣΑ σημείωσε μεγάλη πτώση: Σχεδόν το 80% της αξίας των ομολόγων που εκδόθηκαν το 2020 είχε επιτόκιο κάτω από 1%, αντί για το 37% το 2019. Πάνω από το 20% των κρατικών ομολόγων του 2020 είχε επιτόκιο μικρότερο του 0%, που σημαίνει πως οι επενδυτές ουσιαστικά πλήρωσαν τις κυβερνήσεις για να τους δανείσουν χρήματα.

Διατήρηση της δημοσιονομικής χαλάρωσης;

Πλέον, στο επίκεντρο της προσοχής τίθεται το εάν οι κυβερνήσεις των ισχυρών οικονομιών θα συνεχίσουν να πορεύονται με κριτήρια χαλαρής δημοσιονομικής πολιτικής ή αν θα «σφίξουν» τις πολιτικές τους ώστε να μην υπάρξει εκτίναξη του δημοσίου χρέους.

Ορισμένοι κορυφαίοι οικονομολόγοι υποστηρίζουν πως τα υπερβολικά ποσοστά δημοσίου χρέους θα αποτελέσουν τροχοπέδη για την ανάπτυξη, όπως η κυβέρνηση της Γερμανίας που ζητά δημοσιονομική ισορροπία για να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών.

Όπως αναφέρει η WSJ, οι επενδυτές με έκθεση σε κρατικό χρέος παρέμειναν ψύχραιμοι, από τη στιγμή που οι κεντρικές τράπεζες εμφανίζονται έτοιμες για αγορές ομολόγων και σταθεροποίηση των αγορών εάν αυτό κριθεί αναγκαίο.

Από το ξεκίνημα της πανδημίας, οι φωνές υποστήριξης της δημοσιονομικής λιτότητας είναι σχετικά σπάνιες, με ένα μεγάλο μέρος της συζήτησης να επικεντρώνεται γύρω από το μέγεθος που θα πρέπει να κινηθούν τα ελλείμματα. Σε αυτό το πλαίσιο, οι μαζικές αγορές ομολόγων από τις κεντρικές τράπεζες έγιναν βασικό εργαλείο πολιτικής.

Πλέον, πολλοί οικονομολόγοι υποστηρίζουν πως οι κυβερνήσεις δεν πρέπει να αποσύρουν τη δημοσιονομική τους στήριξη πολύ νωρίς και πως τα υψηλά επίπεδα δημοσίου χρέους μπορούν να διατηρηθούν, υπό την προϋπόθεση ότι θα επιστρέψει η ανάπτυξη της οικονομίας και ότι οι κεντρικές τράπεζες θα συνεχίσουν να διατηρούν το χαμηλό κόστος δανεισμού.

Ακόμα, οικονομολόγοι εκφράζουν την άποψη πως τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού κατά τα τελευταία χρόνια αντικατοπτρίζουν τις αυξημένες καταθέσεις παγκοσμίως και τις «συγκρατημένες» επενδυτικές δαπάνες, στο πλαίσιο δημογραφικών αλλαγών όπως ο γηράσκων πληθυσμός στις πλουσιότερες χώρες του κόσμου.

Εάν ο ρυθμός της παγκόσμιας ανάπτυξης είναι υψηλότερος από το επιτόκιο που πληρώνουν οι επιχειρήσεις για τον δανεισμό τους, που είναι το πιθανότερο σενάριο εφόσον τα επιτόκια παραμείνουν σε χαμηλά επίπεδα, το ύψος των χρεών θα υποχωρήσει ως ποσοστό του ΑΕΠ, χωρίς να πρέπει οι κυβερνήσεις να αλλάξουν τις δαπάνες τους ή τη φορολογική πολιτική τους.

Σημειώνεται πως για το 2020 οι κεντρικές τράπεζες βοήθησαν να εξασφαλιστεί ένα μικρό κόστος δανεισμού παρά την αύξηση πωλήσεων των κρατικών ομολόγων. Ο ΟΟΣΑ εκτιμά πως οι κυριότερες κεντρικές τράπεζες αγόρασαν ομόλογα αξίας 4,5 τρισ. δολαρίων για το 2020, με παραπάνω από τα μισά εξ αυτών να έχουν εκδοθεί από της κυβερνήσεις, εξαιρουμένων αυτών που πωλήθηκαν για να αντικαταστήσουν τίτλους που ωρίμασαν.

Αυτού του είδους η στήριξη δεν ήταν διαθέσιμη για τα κράτη στο ξεκίνημα της κρίσης του 2008.

Επιμέλεια: Αλέξανδρος Βέλμαχος

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider