Το πρόβλημα του χρέους μπορεί να επιστρέψει σε πέντε χρόνια

Μαρία Βασιλείου
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Το πρόβλημα του χρέους μπορεί να επιστρέψει σε πέντε χρόνια

Το πρόβλημα του χρέους μπορεί να επιστρέψει ακόμη και σε πέντε χρόνια, αν η Ελλάδα δεν τηρήσει τις μεταπρογραμματικές της δεσμεύσεις, καθώς δεν μπορεί να αποκλειστεί μία επιβράδυνση της ελληνικής οικονομίας, προειδοποιεί ο κ. Ζολτ Νταρβάς, οικονομολόγος του think tank Bruegel και ειδικός επί της ελληνικής κρίσης. Μιλώντας στο insider.gr o κ. Νταρβάς εκτιμά, μάλιστα, ότι ο συνδυασμός αυτός μπορεί να αποτελέσει μια συνταγή για μια νέα κρίση, καθώς τα επόμενα χρόνια η χώρα θα πρέπει να δανειστεί σημαντικά ποσά από τις αγορές προκειμένου να αποπληρώσει δάνεια του ΔΝΤ, της ΕΚΤ και των ευρωπαίων πιστωτών, που ελήφθησαν στο πλαίσιο του πρώτου προγράμματος. Ενόψει του οροσήμου της 20ης Αυγούστου ο οικονομολόγος του Bruegel αναλύει τα προβλήματα και τους κινδύνους που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, και μιλά για την ρότα που θα πρέπει να ακολουθήσει η χώρα προκειμένου να διαπλεύσει με ασφάλεια στην μεταπρογραμματική εποχή, που ξεκινά στις 21 Αυγούστου.

Από την 21η Αυγούστου η Ελλάδα δεν θα βρίσκεται πλέον σε πρόγραμμα. Τι θα αλλάξει με δεδομένο ότι η χώρα θα βρίσκεται σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας;

Μετά το τέλος του προγράμματος η Ελλάδα θα πρέπει να συνεχίσει να συμμορφώνεται με τους όρους των θεσμών της Ευρωζώνης και οι εξελίξεις στην χώρα θα παρακολουθούνται στενά από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το ΔΝΤ, επομένως υπό αυτήν την έννοια η κατάσταση θα είναι παρόμοια. Αλλά οι συνέπειες της μη τήρησης των προϋποθέσεων θα είναι διαφορετικές.

Στο πλαίσιο του προγράμματος η μη τήρηση σήμαινε την μη ολοκλήρωση της αξιολόγησης και την μη εκταμίευση των δόσεων από τα δάνεια της ΕΕ, οπότε αργά ή γρήγορα η Ελλάδα έπρεπε να βρει έναν συμβιβασμό με τους πιστωτές και κατά συνέπεια οι αξιολογήσεις πάντοτε έκλειναν. Αυτό θα είναι διαφορετικό στο πλαίσιο της ενισχυμένης επιτήρησης. Μόνο η επιστροφή των κερδών της ΕΚΤ στην Ελλάδα και η κατάργηση του επιτοκιακού περιθωρίου επιτοκίου για ορισμένα δάνεια συνδέονται με την τήρηση των δεσμεύσεων μετά το πρόγραμμα. Αυτή η υπό όρους στήριξη ανέρχεται σε λίγα δισεκατομμύρια ευρώ, κάτι που δεν είναι αμελητέο, αλλά η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να επιλέξει να θυσιάσει τη στήριξη αυτή προκειμένου να αποκτήσει κάποια αυτονομία στην χάραξη πολιτικών.

Τι θα συνιστούσατε να κάνει η Ελλάδα μετά τις 20 Αυγούστου;

Η καλύτερη επιλογή για την Ελλάδα θα ήταν να ζητήσει προληπτική γραμμή πίστωσης από τους ευρωπαίους εταίρους, εξέλιξη που θα βελτίωνε την εμπιστοσύνη στις συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις, βοηθώντας έτσι τις επενδύσεις, την οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Η προληπτική γραμμή πίστωσης θα βοηθούσε ακόμη να αντιμετωπιστούν ενδεχόμενες δυσχέρειες χρηματοδότησης του δημόσιου χρέους και επίσης θα συνέβαλε στη διατήρηση του waiver της ΕΚΤ, με άλλα λόγια, θα μπορούσαν οι ελληνικές τράπεζες να έχουν πρόσβαση σε φθηνή χρηματοδότηση της ΕΚΤ, παρόλο που η πιστοληπτική ικανότητα των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου είναι χαμηλότερη από την επενδυτική κατηγορία. Αλλά μια προληπτική γραμμή πίστωσης έχει αποκλειστεί. Η εναπομένουσα καλύτερη επιλογή είναι η χώρα να συμμορφωθεί πλήρως με τις μεταπρογραμματικές δεσμεύσεις και, συνεπώς, να δείξει η κυβέρνηση ότι είναι αποφασισμένη να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις. Αυτό θα αυξήσει την εμπιστοσύνη, θα βοηθήσει τις επενδύσεις στην Ελλάδα και θα μειώσει τα επιτόκια δανεισμού. Οι επενδύσεις στην ελληνική οικονομία εξακολουθούν να είναι πολύ χαμηλές και η οικονομική ανάπτυξη δεν μπορεί να ενισχυθεί χωρίς περισσότερες επενδύσεις. Αλλά ο κρατικός προϋπολογισμός είναι περιορισμένος, οπότε οι δημόσιες επενδύσεις δεν μπορούν να αυξηθούν πολύ, ο ιδιωτικός τομέας είναι αδύναμος, οι ελληνικές τράπεζες δεν δανείζουν, οπότε η μεγαλύτερη ελπίδα είναι η προσέλκυση ξένων επενδύσεων, κάτι που απαιτεί πολιτικές οικοδόμησης εμπιστοσύνης και συγκεκριμένα την εφαρμογή των μεταπρογραμματικών δεσμεύσεων.

Υπάρχει περιθώριο ελιγμών για προθέσεις όπως η άνοδος του κατώτατου μισθού, η μείωση των προκαθορισμένων περικοπών των συντάξεων;

Η παρέκκλιση από τα προσυμφωνημένα μέτρα θα μπορούσε να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη, οπότε βλέπω ελάχιστα, εάν υπάρχουν, περιθώρια ελιγμών. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις προκαθορισμένες περικοπές των συντάξεων. Η πιθανή αύξηση του κατώτατου μισθού εξαρτάται από το μέγεθος της ανόδου. Μια μικρή, σε χαμηλά ποσοστά, αύξηση μπορεί να είναι εφικτή, αλλά όχι μια σημαντική άνοδος.

Εάν γυρίσουμε τον χρόνο προς τα πίσω, πιστεύετε ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να είχε υποστηριχθεί με διαφορετικό τρόπο;

Τα κύρια λάθη που έγιναν το 2010 ήταν ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος δεν αναδιαρθρώθηκε εκείνη τη χρονιά και ότι οι προβλέψεις οικονομικής ανάπτυξης κατά το πρώτο πρόγραμμα στήριξης ήταν υπερβολικά αισιόδοξες. Αυτό δημιούργησε μια κατάσταση στην οποία η ελληνική έξοδος από το ευρώ έγινε το «θέμα της ημέρας», επιταχύνοντας την πτώση της οικονομίας, η οποία με τη σειρά της οδήγησε σε χαμηλότερα φορολογικά έσοδα και κατά συνέπεια στην απαίτηση όλο και μεγαλύτερης δημοσιονομικής προσαρμογής. Σαφώς, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας θα έπρεπε να είχε αναδιαρθρωθεί προκαταβολικά το 2010 και οι οικονομικές προβλέψεις θα έπρεπε να έχουν γίνει σε λογικά πλαίσια.

Ειδικότερα, όσον αφορά την απόφαση της 21ης ​​Ιουνίου, τι θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, δεδομένης και της κριτικής του ΔΝΤ για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους;

Τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, που αποφασίστηκαν το 2018, ήταν κάπως σαν να μεταθέτουν το πρόβλημα για αργότερα. Τα μέτρα συμβάλλουν στην αναχρηματοδότηση του ελληνικού χρέους, «σπρώχνοντας» την αποπληρωμή ορισμένων δανείων για ακόμη πιο αργά και αναβάλλοντας περαιτέρω την πληρωμή ορισμένων τόκων, αλλά δεν αντιμετωπίζουν το βασικό πρόβλημα της βιωσιμότητας του χρέους. Ωστόσο, δεδομένου ότι είχε αποκλειστεί από τους πιστωτές ένα κούρεμα στα ευρωπαϊκά δάνεια, οι επιλογές που μπορούσαν να προσφέρουν ήταν περιορισμένες.

Πόσο σίγουρος είστε ότι το πρόβλημα χρέους της Ελλάδας δεν θα επιστρέψει σε δέκα χρόνια;

Δίνω μεγάλη πιθανότητα να επιστρέψουν τα προβλήματα του ελληνικού δημοσίου χρέους, ενδεχομένως, μάλιστα, και σε περίπου πέντε χρόνια από τώρα. Ενώ η Ελλάδα ανακάμπτει σήμερα οικονομικά, η οικονομική ανάπτυξη μπορεί να επιβραδυνθεί σε μερικά χρόνια. Όταν συμβεί αυτό, οι αγορές ενδέχεται να γίνουν νευρικές. Τα επόμενα χρόνια η Ελλάδα θα πρέπει να επιστρέψει μεγάλα ποσά δανείων, που λήγουν, στο ΔΝΤ, την ΕΚΤ και στους ευρωπαίους δανειστές, τα οποία ελήφθησαν στο πλαίσιο του πρώτου προγράμματος στήριξης, οπότε η Ελλάδα να χρειαστεί να δανειστεί σημαντικά ποσά από τις αγορές. Επιπλέον, αν η Ελλάδα δεν τηρήσει τις μεταπρογραμματικές δεσμεύσεις, τότε μια διαφωνία με τους εταίρους της στην Ευρωζώνη θα ενισχύσει επίσης την νευρικότητα στις αγορές. Αυτό, σε συνδυασμό με μια επιβράδυνση της οικονομίας, θα ήταν μια συνταγή για μια νέα κρίση.

Η Ελλάδα θα πρέπει να εμφανίσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, ενώ η ανάπτυξη έχει αναθεωρηθεί προς τα κάτω, το δημογραφικό αποτελεί σημαντικό πρόβλημα και τα σύννεφα πάνω από την παγκόσμια οικονομία μπορεί να σταθούν εμπόδιο για ξένες επενδύσεις και να επηρεάσουν τη συμπεριφορά των αγορών. Ποιες είναι οι ανησυχίες σας;

Ανησυχώ λιγότερο για τον στόχο για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% μέχρι το 2022. Η Ελλάδα έχει εμφανίζει πρωτογενή πλεονάσματα πάνω από 3,5% τα τελευταία δύο χρόνια και η οικονομική ανάπτυξη θα συμβάλει στη διατήρηση πλεονασμάτων αυτού του επιπέδου τα επόμενα χρόνια, χωρίς σημαντική δημοσιονομική προσπάθεια. Η Ιταλία διατήρησε πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 4% την περίοδο 1995-2001, ενώ η περίπτωση του Βελγίου ήταν ακόμη πιο εντυπωσιακή: είχε πρωτογενές πλεόνασμα 4,9% την περίοδο 1994-2004. Η Δανία και η Φινλανδία διατηρούσαν επίσης πρωτογενή πλεονάσματα κοντά στο 4% για περίπου μια δεκαετία. Στην περίπτωση της Ελλάδας, αυτό είναι μόνο ζήτημα πολιτικής απόφασης.

Το δημογραφικό, από την άλλη πλευρά, αποτελεί σημαντική ανησυχία για την Ελλάδα, καθώς η φυσική παρακμή του πληθυσμού επιταχύνθηκε, ενώ πολλοί Έλληνες, συνήθως οι πιο ταλαντούχοι, εγκαταλείπουν τη χώρα. Αυτού του είδους η μετανάστευση θα μειώσει περαιτέρω τη δυναμική οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας και ως εκ τούτου η κυβέρνηση θα πρέπει να κάνει ότι μπορεί για να επιβραδύνει και να αντιστρέψει τη μετανάστευση.

Η παγκόσμια οικονομική κατάσταση είναι καλή αυτή τη στιγμή, αν και ο κίνδυνος ενός μεγάλου εμπορικού πολέμου δεν έχει αποσοβηθεί. Ένας εμπορικός πόλεμος μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, αφενός, και των ΗΠΑ και της Ευρώπης, αφετέρου, θα είχε σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή ανάπτυξη, γεγονός που θα επιβράδυνε και την ελληνική ανάπτυξη. Και η εξέλιξη αυτή θα μπορούσε να προκαλέσει κίνδυνο επανεμφάνισης μιας κρίσης κρατικού χρέους στην Ελλάδα.

Η τρέχουσα τουρκική οικονομική κρίση είναι ένας περαιτέρω παράγοντας κινδύνου για την Ελλάδα, επειδή επηρεάζει ήδη τις αναδυόμενες χώρες σε όλο τον κόσμο, ενώ η Ελλάδα είναι ένας κοντινός της γείτονας. Οι ελληνικές επενδύσεις στην Τουρκία κινδυνεύουν να έχουν απώλειες, γεγονός που θα είχε αρνητικό αντίκτυπο στην ελληνική οικονομία.

Συνολικά, υπάρχουν διάφοροι παράγοντες κινδύνου και συνεπώς απαιτούνται προσεκτικές πολιτικές και πολιτικές, οι οποίες θα ενισχύουν την εμπιστοσύνη στην Ελλάδα, προκειμένου η χώρα να μπορέσει να διαπλεύσει στον κόσμο μετά τα προγράμματα στήριξης.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider