Γιατί το ΔΝΤ θεωρεί «εξαιρετικά μη βιώσιμο» το ελληνικό χρέος

Θανάσης Κουκάκης
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Γιατί το ΔΝΤ θεωρεί «εξαιρετικά μη βιώσιμο» το ελληνικό χρέος

Αντιρρήσεις για των ορθότητα των προβολών που εμπεριέχει η ανάλυση βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους (DSA) του ΔΝΤ συνοδεύουν το ελληνικό πρόγραμμα που εγκρίθηκε χθες επί της αρχής από το Εκτελεστικό Συμβούλιο του Ταμείου.

Σύμφωνα με το ΔΝΤ οι δεσμεύσεις που ανέλαβε το Eurogroup για την ελάφρυνση του χρέους «είναι ευπρόσδεκτες αλλά δεν επαρκούν» για την επίτευξη της βιωσιμότητας του χρέους σύμφωνα με τις βασικές παραδοχές του Ταμείου.

«Στις συνεδριάσεις του Eurogroup τον Μάιο του 2016 και τον Ιούνιο του 2017, οι Ευρωπαίοι εταίροι συμφώνησαν σε μια ευρεία δέσμη μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους που πρέπει να παρασχεθούν στην Ελλάδα, με την επιφύλαξη της συνεχούς εφαρμογής του προγράμματος. Αυτές οι δεσμεύσεις συμβάλλουν στη βελτίωση της μακροπρόθεσμης προοπτικής του ελληνικού χρέους. Ωστόσο, δεν φαίνεται να επαρκούν για την πλήρη αποκατάσταση της βιωσιμότητας του χρέους. Έτσι, για να υπάρξει περισσότερη αξιοπιστία στη στρατηγική του χρέους για την Ελλάδα, θα χρειαστεί πρόσθετη ελάφρυνση του χρέους», σημειώνεται στην ανάλυση. Όπως γενικόλογα σημειώνεται αυτή θα μπορούσε να περιλαμβάνει, για παράδειγμα, περαιτέρω παρατάσεις στις περιόδους ωρίμανσης και στις περιόδους χάριτος και αναβολές πληρωμής τόκων στα ευρωπαϊκά δάνεια.

Το ΔΝΤ στο βασικό τους σενάριο χαρακτηρίζει το ελληνικό χρέος ως «εξαιρετικά μη βιώσιμο» και επιμένει ότι οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδος, τα χρήματα δηλαδή που θα χρειάζεται σε ετήσια βάση για να πληρώνει τοκοχρεολύσια, θα υπερβούν το όριο του 15% του ΑΕΠ ήδη από το 2028 και το όριο του 20% από το 2033, φθάνοντας το 45% το 2060!

Όπως σημειώνει, το χρέος προβλέπεται να μειωθεί σταδιακά σε περίπου 150% του ΑΕΠ έως το 2030, αλλά να αυξηθεί στη συνέχεια, φθάνοντας στο 195% περίπου του ΑΕΠ έως το 2060, καθώς το κόστος του χρέους θα αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου όσο η χρηματοδότηση από τις αγορές αντικαθιστά τη χαμηλότοκη χρηματοδότηση από τον επίσημο τομέα.

Το βασικό σενάριο του DSA υιοθετεί στις εξής παραδοχές:

-Το πρωτογενές πλεόνασμα θα φτάσει το 1,7 και το 2,2% του ΑΠΕ αυτό το έτος και το επόμενο, αντίστοιχα. Μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος, το προσωπικό θεωρεί ότι το πρωτογενές ισοζύγιο θα φθάσει στο 3,5% του ΑΕΠ το διάστημα 2019-2022 πριν μειωθεί στο επίπεδο του 1,5% του ΑΕΠ στη συνέχεια.

-Ο ρυθμός ανάπτυξης θα ανέλθει σε περίπου 2% και περισσότερο εφέτος και μεσοπρόθεσμα καθώς η οικονομία ανακάμπτει, ωστόσο η μακροπρόθεσμη αύξηση του ΑΕΠ θα είναι περίπου 1% σε πραγματικούς όρους και 2,8% σε ονομαστικούς όρους.

- Θα πρέπει να παραμείνει ένα αποθεματικό ύψους περίπου 10 δισ. ευρώ (5,5% του ΑΕΠ του 2016) για να καλύψει ενδεχόμενες πρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών.

-Τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις θα κυμαίνονται σε περίπου 2 δισ. ευρώ μεταξύ 2017 και 2030 (1,1% του ΑΕΠ του 2016), δεδομένης της δυσκολίας της Ελλάδας να επιτύχει τους στόχους ιδιωτικοποιήσεων, αλλά και δεδομένου ότι το κράτος δεν μπόρεσε να ανακτήσει τις επενδύσεις του στις τράπεζες που μετά την πλέον πρόσφατη ανακεφαλαιοποίηση, μειώθηκαν σε περίπου 20% (από περίπου 60%).

-Για το risk premium το ΔΝΤ θεωρεί πως θα διαμορφωθεί μεσοπρόθεσμα στο 3,8%, ενώ για τα επιτόκια της αγοράς εκτίμα πως η Ελλάδα αναμένεται να έχει πρόσβαση στις αγορές μετά το πρόγραμμα με αρχικό επιτόκιο 6%, γεγονός που αντανακλά την παρατεταμένη απουσία της χώρας από τις αγορές.

Αποστάσεις από τις προβλέψεις του ΔΝΤ λαμβάνει όπως προαναφέρθηκε η ελληνική πλευρά. Στην έκθεση του προγράμματος συμπεριλαμβάνεται και επιστολή του εκπροσώπου της Ελλάδος στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ Μιχάλη Ψαλιδόπουλου στην οποία τονίζεται πως οι ελληνικές αρχές υπογραμμίζουν ότι οι επικαιροποιημένες υποθέσεις του DSA παραμένουν συντηρητικές και παραπέμπουν σε δυσμενέστερο σενάριο, ειδικά ως προς τις παραδοχές σχετικά με τη δημοσιονομική πορεία, τους μακροπρόθεσμους ρυθμούς ανάπτυξης, την μακροπρόθεσμη αύξηση της παραγωγικότητας, τον πληθωρισμό, τα επιτόκια της αγοράς και την επίδραση των βραχυπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους.ελληνικές αρχές πιστεύουν ότι η ανάλυση δεν λαμβάνει επαρκώς υπόψη τις επιπτώσεις των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για άλλες επενδυτικές πρωτοβουλίες, τα μελλοντικά επιτόκια της αγοράς και τα συμφωνημένα δημοσιονομικά πλεονάσματα. Με βάση τη συμφωνία του Eurogroup της 15ης Ιουνίου 2017 και με στόχο να παρασχεθεί πρόσθετη σαφήνεια σχετικά με το χρέος και τη βιωσιμότητά του, οι ελληνικές αρχές προσβλέπουν σε ένα μηχανισμό που θα συνδέει την ελάφρυνση του χρέους με μέτρα για την ανάπτυξη συνοδευόμενο από πρόσθετη ελάφρυνση του χρέους την οποία θα λάβει η ΕΕ αν κριθεί αυτό αναγκαίο μετά από μία επικαιροποιημένη έκθεση βιωσιμότητας», τονίζει χαρακτηριστικά η επιστολή του κ. Ψαλιδόπουλου.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider