Ελλάδα-Πορτογαλία, βίοι ασύμπτωτοι…

Δημήτρης Τζάνας
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Ελλάδα-Πορτογαλία, βίοι ασύμπτωτοι…

Η μελέτη των βασικών οικονομικών μεγεθών, του ΑΕΠ συνολικού και κατά κεφαλήν, του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης και της ανεργίας για την Ελλάδα και την Πορτογαλία, όπως εξελίχθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες, παρουσιάζει ομολογουμένως ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Σκοπός του κειμένου που ακολουθεί είναι να γίνουν οι βασικές επισημάνσεις και μια απόπειρα εξήγησης των λόγων που οδήγησαν τα μεγέθη των δύο χωρών στις επιδόσεις που σημειώθηκαν.

Οι παλιότεροι αναλυτές, ανάμεσα στους οποίους είναι και ο γράφων, θυμούνται ότι στη δεκαετία του 1980 η Ελληνική οικονομία εμφάνιζε ευοίωνες αναπτυξιακές προοπτικές, με την ανεργία να είναι ανύπαρκτη (μόλις 2,7%) το 1980 και το ΑΕΠ της Ελλάδος (συνολικό και κατά κεφαλήν) να είναι πάνω από 70% μεγαλύτερο εκείνου της Πορτογαλίας. Το δημόσιο χρέος και στις δύο χώρες ήταν τότε ιδιαίτερα χαμηλό. Η Ελλάδα εισήλθε στην ΕΟΚ το 1981, σε αντίθεση με την Πορτογαλία που από κοινού με την Ισπανία (Ιβηρικές χώρες) εισήλθαν το 1986, πέντε χρόνια αργότερα δηλαδή. Η επικρατούσα τότε αντίληψη ήταν ότι η γεωγραφική θέση της Πορτογαλίας, στο δυτικό άκρο της Ευρώπης εμποδίζει την εξεύρεση κατάλληλης στρατηγικής για την επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης. Η οικονομία της στηριζόταν στην εξορυκτική βιομηχανία, τον τουρισμό και επιλεγμένα προϊόντα του πρωτογενούς τομέα. Η παγκοσμιοποίηση και οι τεχνολογικές εξελίξεις με αιχμή την εξέλιξη της πληροφορικής δεν είχαν ακόμη προχωρήσει ώστε να υπάρξουν οι ανάλογες δράσεις, αλλά η ειδική σχέση με τη Βραζιλία που ήταν άλλωστε κάποτε αποικία των Πορτογάλων, είχε από τότε ευεργετικές επιπτώσεις στην οικονομία.

Αντιθέτως, η Ελλάδα, είχε από τότε ελπιδοφόρες προοπτικές για την ανάπτυξη πολλών τομέων, παρά το γεγονός ότι η είσοδος στην ΕΟΚ δημιούργησε έντονο σοκ στη δασμοβίωτη μέχρι τότε ελληνική βιομηχανία, καθώς μικρός αριθμός μονάδων ανέκτησε ανταγωνιστικότητα που να οδηγήσει στην επιβίωσή τους. Παράλληλα, οι ροές των ευρωπαϊκών πόρων (ΜΟΠ, ΚΠΣ για έργα υποδομών, επιχορηγήσεις στον αγροτικό τομέα) συνέβαλλαν καταλυτικά στην ανάπτυξη. Ωστόσο, η αύξηση του ΑΕΠ που συντελέστηκε στην δεκαετία 1980-90 (+88% το ΑΕΠ, υπερδιπλασιασμός στο κατά κεφαλήν εισόδημα) αφορούσε κατά κύριο λόγο τον τριτογενή τομέα (υπηρεσίες) με το δημόσιο τομέα να γιγαντώνεται. Έτσι, το δημόσιο χρέος υπερτριπλασιάζεται αυτή τη δεκαετία ! Αντιθέτως, στην Πορτογαλία η ανάπτυξη επιταχύνεται καθώς το ΑΕΠ διπλασιάζεται κατά 2,5 φορές, τόσο το ΑΕΠ όσο και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, ενώ το δημόσιο χρέος σχετικά συγκρατείται καθώς αυξάνεται λιγότερο από 2 φορές. Είναι φανερό ότι η ανάπτυξη της Πορτογαλίας είναι ταχύτερη και έχει διατηρήσιμη φυσιογνωμία την περίοδο αυτή, με τις ευρωπαϊκές ροές κεφαλαίων να έχουν και εδώ σημαντικό ρόλο. Τα επίπεδα ανεργίας παραμένουν στα ίδια επίπεδα, περί το 6% στο τέλος της 10ετίας και στις δύο χώρες.

Την επόμενη 10ετία, 1990-2000, η Πορτογαλία συνεχίζει να αναπτύσσεται ταχύτερα από την Ελλάδα. Το ΑΕΠ, συνολικό και κατά κεφαλήν, υπερδιπλασιάζεται, η ανεργία παραμένει χαμηλά στο 5% και το χρέος σαν ποσοστό του ΑΕΠ υποχωρεί ! Στην Ελλάδα, η ανάπτυξη του ΑΕΠ δεν ξεπερνά το 85%, κατά κεφαλήν ακόμη λιγότερο, ενώ η ανεργία το 2000 ξεπερνά το 11% και το δημόσιο χρέος σαν ποσοστό του ΑΕΠ αυξάνεται κατά 45%. Είναι φανερό ότι στην Πορτογαλία η ανάπτυξη συνεχίζεται σε υγιείς βάσεις ενώ στην Ελλάδα συντηρείται με τη διόγκωση του δημόσιου τομέα. Οι καμπάνες της υπερχρέωσης έχουν αρχίσει να ηχούν αλλά κανείς δεν θέλει να τις ακούσει, καθώς η είσοδος της ελληνικής οικονομίας στην ΟΝΕ είναι ο υπέρτατος στόχος. Αρκεί γι’ αυτό ένας καλλωπισμός για την εκπλήρωση των κριτηρίων του Μάαστριχτ, ενώ η ανάγκη υλοποίησης διαρθρωτικών αλλαγών και η προσπάθεια παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας που επισημαίνουν λίγοι οικονομολόγοι και ένας μόνο πολιτικός (ο Αλέκος Παπαδόπουλος) αφήνεται στο περιθώριο.

Ερχόμαστε πλέον στη δεκαετία 2000-2010. Η Πορτογαλία εισέρχεται στη ζώνη του ευρώ ήδη από την 1/1/1999 μαζί με τις πρώτες χώρες, ενώ η Ελλάδα ακολουθεί δύο χρόνια αργότερα, την 1/1/2001. Η ανάπτυξη συνεχίζεται και στις χώρες, με την αύξηση του ΑΕΠ (συνολικού και κατά κεφαλήν) να είναι λίγο ταχύτερη στην Ελλάδα αυτή την φορά (ως +58% στην Ελλάδα έναντι ως +40% στην Πορτογαλία). Η ανεργία και στις δύο χώρες το 2010 φτάνει περίπου το 12%. Όμως, στην μεν Ελλάδα, το δημόσιο χρέος σαν ποσοστό του ΑΕΠ κυριολεκτικά εκτοξεύεται στο 146% ενώ στην Πορτογαλία αυξάνεται μεν στο 96% χωρίς ωστόσο να σημάνει συναγερμός. Είναι φανερό ότι τα χαμηλά επιτόκια του ευρώ ενθαρρύνουν και στις δύο χώρες το δανεισμό, δημόσιο αλλά και ιδιωτικό, καθιστώντας την ανάπτυξη εύθραυστη καθώς τροφοδοτεί κυρίως την κατανάλωση, δημόσια και ιδιωτική. Ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός ολοκληρώνεται συμπαρασύροντας επιχειρήσεις και νοικοκυριά σε αλόγιστο δανεισμό με τη νοικοκυρεμένη διαχείριση να εκλαμβάνεται ως συντηρητικό μειονέκτημα για όσους την υιοθετούν και τις τράπεζες να ενθαρρύνουν καταφανώς μια άφρονα διαδικασία πιστωτικής υπερεπέκτασης.

Η Ελλάδα οδηγείται σε μια ακόμη χρεοκοπία το 2010 με τις αγορές να αρνούνται την αναχρηματοδότηση των ομολόγων της, την έβδομη στην ιστορία της σύμφωνα με το πόνημα του καθηγητή Γιώργου Δερτιλή (ΕΠΤΑ ΠΟΛΕΜΟΙ, ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΕΜΦΥΛΙΟΙ, ΕΠΤΑ ΠΤΩΧΕΥΣΕΙΣ 1821-2016), ενώ και η συνετότερη Πορτογαλία ακολουθεί το 2011, ένα χρόνο αργότερα. Η προσφυγή στο δανεισμό από την Ε.Ε. και το ΔΝΤ με την τρόικα να επιτηρεί τους όρους του μνημονίου συνιστά μονόδρομο, αφού η ανοικτή χρεοκοπία με την επάνοδο σε εγχώριο νόμισμα εκτιμάται και από τις δύο χώρες ότι θα αποτελούσε χειρότερη επιλογή και θα αποξένωνε τις χώρες από τις αγορές για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Η περίπτωση της Αργεντινής που αθέτησε τα χρέη της είναι χαρακτηριστική, καθώς αποδείχθηκε ότι δεν βοήθησε στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, ενώ στην παρούσα φάση ζητεί πάλι τη δανειοδότησή της από το ΔΝΤ.

Και ερχόμαστε στην τελευταία περίοδο, από το 2010 ως το 2017. Η Ελλάδα έχει οπισθοδρομήσει καθώς η εφαρμογή των μνημονίων οδηγεί σε σκληρή ύφεση με το ΑΕΠ να υποχωρεί πάνω από 20%. Η ανεργία ξεπερνά το 21% και το δημόσιο χρέος έχει αναρριχηθεί στο 179% του ΑΕΠ. Η χώρα μας προσδοκά να εξέλθει τον Αύγουστο από τα μνημόνια χωρίς ωστόσο ακόμη να είναι σαφές τί θα συμβεί με το χρέος και ποιος θα είναι ο μεταμνημονιακός οδικός χάρτης. Αντιθέτως, η Πορτογαλία αν και μπήκε αργότερα στο μνημόνιο (άντλησε 78 δις. ευρώ καθώς το τριπλό έλλειμμα-δημοσιονομικό -εξωτερικών συναλλαγών και ανταγωνιστικότητας οδήγησαν στο χαρακτηρισμό των ομολόγων της ως junk) βγήκε το 2014 και αφού εφάρμοσε πρόγραμμα σκληρής λιτότητας. Εκτοτε άρχισε πάλι να αναπτύσσεται με ικανοποιητικούς ρυθμούς (ήδη στο +2,8% το 1ο τρίμηνο 2018). Το ΑΕΠ της Πορτογαλίας στο τέλος του 2017 ξεπερνά πλέον το ελληνικό κατά 16 δις. περίπου ενώ και το και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι ψηλότερο από εκείνο των Ελλήνων ! Με την ανεργία να είναι μόλις 9% αλλά το δημόσιο χρέος να διατηρείται ψηλά, στο 126% του ΑΕΠ. Αν η Πορτογαλία ήταν «χελώνα» το 1980 και η Ελλάδα «ο λαγός», στη διαδρομή των τελευταίων 37 ετών εκπληρώνουν το μύθο του Αισώπου καθώς με αργό αλλά σταθερό τρόπο οι επιδόσεις της Πορτογαλίας ξεπέρασαν τις ελληνικές.

Οι περισσότεροι παρατηρητές τείνουν να αποδώσουν τις οικονομικές επιδόσεις των δύο χωρών που οδήγησαν στο εμφανές πλέον προβάδισμα της Πορτογαλίας που σε σχέση με τη χώρα μας υστερούσε στην αφετηρία της υπό εξέταση περιόδου, στον τρόπο λειτουργίας του πολιτικού συστήματος. Αν και αναμφίβολα είναι οι πολιτικοί αυτοί που λαμβάνουν τις οικονομικές αποφάσεις, αρκετοί επισημαίνουν το γεγονός ότι οι εκάστοτε κυβερνήσεις έχουν προέλθει από δημοκρατικές διαδικασίες εκλογών. Κατά συνέπεια, είναι εκείνες που επιλέγονται από την πλειοψηφία των πολιτών, οπότε είναι δυνατό να υποστηριχθεί ότι όσα αποφασίζονται συνιστούν τη βούλησή τους.

Γι’ αυτό η εξήγηση της διαδικασίας ίσως πρέπει να αναζητηθεί σε άλλα πεδία, όπως είναι εκείνο των θεσμών και των δομών των δύο χωρών. Για το σκοπό αυτό, είναι ιδιαίτερου βάρους η συμβολή των James Robinson και Acemoglou Daron που έχουν μελετήσει τις περιπτώσεις πολλών χωρών περικλείοντας τις μελέτες τους στο βιβλίο τους «ΓΙΑΤΙ ΑΠΟΤΥΓΧΑΝΟΥΝ ΤΑ ΕΘΝΗ», ΟΙ ΚΑΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΙΣΧΥΟΣ, ΤΗΣ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΦΤΩΧΕΙΑΣ, όπου αναφέρονται διεξοδικά στο θέμα υποστηρίζοντας ότι οι πολιτικοί και οικονομικοί θεσμοί αποτελούν τη βάση για την οικονομική επιτυχία ή αποτυχία. Στην χαμηλή ποιότητα επομένως και τη μη διαχρονική εφαρμογή των σωστών θεσμών λοιπόν οφείλουμε να αναζητήσουμε την ελληνική υστέρηση που τείνει να γίνει οπισθοδρόμηση αφού η εκτίμηση των περισσοτέρων είναι ότι δύσκολα θα υπάρξουν δραστικές αλλαγές στο εγγύς μέλλον, ώστε η χώρα μας να επιταχύνει το βηματισμό της. Είναι ωστόσο στο χέρι μας αν θα συνεχίσουμε να βλέπουμε… την πλάτη της Πορτογαλίας για πολλά ακόμη χρόνια ή θα κινητοποιηθούμε μετασχηματίζοντας τους θεσμούς μας ώστε να γυρίσουμε σελίδα στο κοντινό μέλλον…

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider